Τοπικά

Εκτενή ρεπορτάζ στον αθηναϊκό Τύπο για τα βίαια επεισόδια στον Βόλο – Καταγγελίες για ξυλοδαρμούς πολιτών

Τον «γύρο» της χώρας κάνουν καταγγελίες, που συνοδεύονται από βίντεο και φωτογραφίες για ξυλοδαρμό πολιτών από αστυνομικά όργανα το βράδυ του Σαββάτου, έξω από την Αστυνομική Διεύθυνση Μαγνησίας μετά τα επεισόδια στην ΑΓΕΤ και το μεσημέρι της Κυριακής, έξω από τα δικαστήρια του Βόλου, όπου έγινε η μεταφορά δύο νεαρών μετά την σύλληψή τους.
Γονιός 26χρονου, ο Γ. Μ καταγγέλλει πως το παιδί του υπέστη άγριο ξυλοδαρμό έξω από τα δικαστήρια του Βόλου, γεγονός που φαίνεται σε βίντεο που διακινείται σε όλα τα Μέσα Ενημέρωσης, ενώ επιβεβαίωσαν και δικηγόροι που την Κυριακή βρέθηκαν στα δικαστήρια.

«Άνδρες των ΟΠΚΕ και των ΜΑΤ έδειραν βάναυσα το παιδί σπάζοντάς του τα πλευρά και προκαλώντας θλάση στο συκώτι του, ενώ τον άφησαν από το Α.Τ., όπου τον βασάνισαν, μόνο όταν διαπίστωσαν πως θα έπρεπε να τον πάνε στο νοσοκομείο.
Όπως προκύπτει από σχετικό βίντεο που υπάρχει, ο γιος μου πήγε να πει “τι κάνετε” προς τους αστυνομικούς των ΟΠΚΕ και ΜΑΤ που βρίσκονταν έξω από τα δικαστήρια της πόλης. Οι αστυνομικοί πετάχτηκαν από μια απόσταση 10-15 μέτρων μακριά, οπότε ακόμη και να είπε κάτι ο γιος μου δεν το άκουσαν, απλά ήταν έτοιμοι να χτυπήσουν.
«Επεσαν πάνω του 10 οπλισμένοι και εκπαιδευμένοι και τον έσπασαν στο ξύλο, κυριολεκτικά. Σύμφωνα με τους γιατρούς, έχει 6 ή 7 σπασμένα πλευρά και το συκώτι του έχει πάθει μια μικρή θλάση, γεγονός που μας βάζει σε πολύ μεγάλες περιπέτειες διότι ταράχτηκε ζωτικό όργανο του οργανισμού του. Ενώ τον χτυπούσαν και τους φώναζε “σταματήστε, δεν μπορώ να πάρω ανάσα”, αυτοί συνέχιζαν. Και δεν είναι αντιγραφή από αυτό που έγινε στην Αμερική, αφού όταν σπάσει κανείς -ακόμη και ραγίσει- ένα πλευρό, δεν μπορεί να αναπνεύσει από τον φοβερό πόνο.
»Αφού του έβαλαν χειροπέδες, τον χτυπούσαν εκεί που πονούσε ακόμη και μέσα στο αυτοκίνητο που τον έβαλαν για να τον πάνε στο Αστυνομικό Τμήμα. Αλλά και μέσα στο Τμήμα επίσης τον χτυπούσαν με σαδισμό και τον βασάνισαν. Το παιδί τούς παρακαλούσε για ένα ποτήρι νερό και τον έβαλαν σε έναν καταψύκτη ο οποίος έτρεχε σταγόνα σταγόνα και προσπαθούσε, μη μπορώντας να σταθεί στα πόδια του, να βάλει τη γλώσσα του να πάρει μια σταγόνα νερό και αυτοί γελούσαν. Πού ζούμε; Τι καταστάσεις είναι αυτές; Σε ποιον αιώνα ζούμε; Σε αυτή τη χώρα που λέγεται χώρα της δημοκρατίας;
»Το ότι τελικά τον άφησαν σημαίνει δύο πράγματα. Καταρχήν, ότι δεν είπε κάτι εναντίον τους και τον άφησαν επειδή δεν υπήρχε κατηγορία. Και, κατά δεύτερον, επειδή τη στιγμή που τον συνέλαβαν έγιναν δικαστές και τον τιμώρησαν. Οταν κάποια στιγμή οι αστυνομικοί στο Τμήμα σταμάτησαν το σαδιστικό τους έργο και βαρέθηκαν να τον χτυπάνε, ο γιος μου τους άκουσε να λένε “τώρα τι κάνουμε, αν τον κρατήσουμε θα πρέπει να τον πάμε σε νοσοκομείο”. Και του έδωσαν μια κλοτσιά και τον πέταξαν έξω. Πριν από λίγες μέρες ο γιος μου είχε υπογράψει μια σύμβαση για να δουλέψει, να μπορέσει να ζήσει, να έχει τη ζωή στα χέρια του και ήταν χαρούμενος γι’ αυτό. Ποιος θα τον αποκαταστήσει τώρα σε αυτό;».

Σοβαρές καταγγελίες διατυπώνει ο Συντονισμός Συλλογικοτήτων Βόλου Ενάντια στη Καύση Σκουπιδιών για ξυλοδαρμό πολίτη από τη Νέα Ιωνία έξω από την Αστυνομική Διεύθυνση στο Αλιβέρι. Πρόκειται για τον Νίκο Χατζηαντωνίου που κατέθεσε και την προσωπική του μαρτυρία. Ο Νίκος Χατζηαντωνίου, σύμφωνα με την τις καταγγελίες, βρέθηκε τραυματισμένος στο σαγόνι, στο μπράτσο, στα πλευρά και στους γοφούς όταν οδηγώντας το αυτοκίνητό του για να επιστρέψει στο σπίτι του, είδε διαμαρτυρόμενο συγκεντρωμένο κόσμο στην Αστυνομική Διεύθυνση Μαγνησίας και σταμάτησε να δει τι είχε συμβεί. «Η περιέργεια σκοτώνει» φέρεται να του είπε αστυνομικός, μετά από τον ξυλοδαρμό του” σύμφωνα με τις επίσημες καταγγελίες. Όπως ανέφερε ο ίδιος:
“Περπατούσα προς το αυτοκίνητό μου τελείως μόνος όταν μια ομάδα αστυνομικών με χακί ρούχα, ασπίδες, κράνη και γιλέκα ήταν συγκεντρωμένοι στην άκρη του δρόμου. Μόλις με είδαν απλώθηκαν σε όλο το πλάτος του δρόμου και μου φώναξαν «που πας;» Τους είπα ότι φεύγω και πηγαίνω στο σπίτι μου στα Μελισσιάτικα και πως έχω το αυτοκίνητό μου πίσω τους. Μου φώναζαν «μην μας προκαλείς, μην μας προκαλείς» κι εγώ έλεγα πως θέλω μόνο να φύγω γιατί μένω πιο πάνω. Συνέχιζαν να μου φωνάζουν και φτάνοντας αμέριμνος ένα μέτρο μακριά τους, τους είπα «απαγορεύεται να πάω σπίτι μου;». Τότε ο επικεφαλής αυτής της ομάδας, που δεν φορούσε κράνος, μου επιτέθηκε λέγοντάς μου «γιατί προκαλείς ρε» κι άρχισε να με απωθεί με την ασπίδα. Άλλοι τρεις έπεσαν πάνω μου και με χτυπούσαν με τις ασπίδες τους, ώσπου έπεσα κάτω. Έβαλα τα χέρια μου στο κεφάλι προσπαθώντας να προστατευτώ και τρομοκρατημένος φώναζα ότι είμαι περαστικός και πηγαίνω στο σπίτι μου. Συνέχισαν να με χτυπούν, μου τράβηξαν και μου έσκισαν την μπλούζα μου. “

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το