Τοπικά

Έφυγε από τη ζωή ο Νίκος Σαμούρης, δραπέτης στρατοπέδου συγκέντρωσης

Θλίψη προκάλεσε στην τοπική κοινωνία η είδηση πως την Παρασκευή που μας πέρασε, έφυγε από τη ζωή, σε ηλικία 97 ετών, ο αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης, Νίκος Σαμούρης.

Χθες συγγενείς και φίλοι τού είπαν το τελευταίο «αντίο» στον Άγιο Ελευθέριο. Ο θάνατός του επήλθε από φυσικά αίτια. Ο Νίκος Σαμούρης «έφυγε» πλήρης ημερών, ενώ μέχρι την τελευταία στιγμή υπήρξε δραστήριος και κοινωνικός, κοντά στα αγαπημένα του πρόσωπα, έχοντας ευτυχήσει να δει μέχρι και τρία τρισέγγονα. Ο εκλιπών στα χρόνια της γερμανικής Κατοχής και πιο συγκεκριμένα το καλοκαίρι του 1944, βρέθηκε όμηρος σε στρατόπεδο των Ναζί στην Αυστρία, πληρώνοντας έτσι τη συμμετοχή του στην ΕΠΟΝ. Όταν δεν κατέδωσε τους συναγωνιστές του, οδηγήθηκε στο Λάντσεντορφ, που βρίσκεται κοντά στη Βιέννη και υποχρεώθηκε σε καταναγκαστικά έργα. Στο κολαστήριο του Λάντσεντορφ, γνώρισε τη μετέπειτα γυναίκα του, την Αντωνία Σοφιγιένκο από το Κράσνε Λιουτς της Ουκρανίας. Συναντήθηκαν για πρώτη φορά στα μαγειρεία, όπου οι κρατούμενες τούς προσέφεραν το συσσίτιο και ο έρωτας ήρθε αμέσως. Όταν ο πόλεμος όδευε προς το τέλος του και οι συμμαχικές δυνάμεις πλησίαζαν στο Λάντσεντορφ, οι Γερμανοί μετέφεραν τον Νίκο Σαμούρη σε άγνωστη κατεύθυνση, ενώ εκτελούσαν επιτόπου τους βραδυπορούντες πατριώτες ή όσους δεν μπορούσαν να βαδίσουν. Τότε, πήρε την απόφαση να δραπετεύσει μαζί με άλλους δύο συγκρατούμενούς του. Έγιναν, ωστόσο, αντιληπτοί και μία ριπή τού διέλυσε την αριστερή παλάμη, χωρίς όμως αυτό να αποτρέψει τη διαφυγή του. Στο νοσοκομείο, όπου οδηγήθηκε από τα σοβιετικά στρατεύματα μετά τον τραυματισμό του, οι Ρώσοι γιατροί που τον περιέθαλψαν, υποχρεώθηκαν να του ακρωτηριάσουν τέσσερα δάχτυλα. Στο νοσοκομείο αντάμωσε την Αντωνία Σοφιγιένκο, η οποία επίσης είχε διασωθεί.

Ένα άνθος κερασιάς στάθηκε αρκετό στον Νίκο Σαμούρη για να το προσφέρει, κάνοντας την πρόταση γάμου στην αγαπημένη του, η οποία δίχως ίχνος δισταγμού είπε το «ναι». Στη συνέχεια, ζήτησαν από έναν καθολικό ιερέα να τους παντρέψει σε μια βομβαρδισμένη εκκλησία της Βιέννης, για να μπορέσουν έπειτα να επιστρέψουν μαζί στην Ελλάδα (το ’46 τέλεσαν και ορθόδοξο γάμο επί ελληνικού εδάφους). Μαζί πήραν τον δρόμο της επιστροφής. Αν και ο Νίκος Σαμούρης θεωρούνταν χαμένος για την οικογένειά του, βρέθηκε πίσω στον Βόλο, ανοίγοντας το καινούργιο σπιτικό του. Τον Φεβρουάριο του 1946 μετακόμισαν σ’ ένα μικρό σπίτι στον Άναυρο, με ένα δωμάτιο όλο κι όλο, αλλά με μία αυλή γεμάτη τριανταφυλλιές, που ακόμη δεν είχαν ανθίσει. Λίγο αργότερα ήρθε στον κόσμο ο καρπός του έρωτά τους, η μονάκριβη κόρη τους, Αρετή. Στον Βόλο, ο Νίκος Σαμούρης παρά την αναπηρία του εργάστηκε ως κουρέας. Για να τα βγάζει πέρα στη δουλειά του, έφτιαξε μια πατέντα με ένα ειδικό γάντι, που στερέωνε τη χτένα στο ακρωτηριασμένο χέρι του, ενώ στο αρτιμελές χέρι χειριζόταν το ψαλίδι. Το γεγονός όμως ότι είχε γυρίσει στην Ελλάδα με γυναίκα από την ΕΣΣΔ, έστρεφε πολλά καχύποπτα βλέμματα πάνω του. Έπειτα από τον σεισμό του 1955 στον Βόλο και τις πλημμύρες που κόστισαν την καταστροφή του σπιτιού του, το ζευγάρι αναγκάστηκε να αναζητήσει την τύχη του στη Σοβιετική Ένωση, όπου έζησαν για έξι χρόνια. Όταν επαναπατρίστηκαν στην Ελλάδα, δέχτηκαν πολλές πιέσεις, με τον εκλιπόντα να ανακρίνεται συχνά από την Ασφάλεια, που του ζητούσε να αποκηρύξει το Κομμουνιστικό Κόμμα. Κάτι που εκείνος δεν δεχόταν, αφού ποτέ άλλωστε δεν είχε υπάρξει μέλος του. Όμως, πάντοτε αψηφούσαν κάθε δυσκολία που ορθωνόταν μπροστά τους. Οι δυο τους έζησαν ευτυχισμένοι ο ένας δίπλα στον άλλον για περισσότερα από 65 χρόνια, μέχρι που το 2010 ο θάνατος χώρισε το ζευγάρι, αφού η σύζυγος του Βολιώτη αγωνιστή της Αντίστασης «έφυγε» από ανακοπή καρδιάς, σε ηλικία 84 ετών. Εκείνη τη χρονιά μάλιστα, η απίστευτη ιστορία τους κυκλοφόρησε σε βιβλίο με τίτλο «Σ’ όποια γλώσσα κι αν το πεις», από τη συγγραφέα Δέσποινα Λάππα-Κόντου (η πρώτη αναφορά στο ζευγάρι έγινε από τη Νίτσα Κολιού στο έργο της «Άγνωστες πτυχές Κατοχής και Αντίστασης 1941-‘44»). Η «Θεσσαλία» εκφράζει τα θερμά της συλλυπητήρια στην οικογένεια του Νίκου Σαμούρη, καθώς ο θάνατος του 97χρονου πατριώτη αφήνει ένα μεγάλο κενό στην τοπική κοινωνία.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το