Τοπικά

Δυσοίωνο το μέλλον της κοινωνικής ασφάλισης στην Ελλάδα

 

Δυσοίωνο είναι το μέλλον της κοινωνικής ασφάλισης στην Ελλάδα, αν δεν αυξηθούν οι μισθοί και δεν υπάρξουν πλήρεις και μόνιμες θέσεις εργασίας, τονίστηκε μεταξύ άλλων στη χθεσινή ημερίδα της ΑΔΕΔΥ Μαγνησίας. Στην εκδήλωση παρουσιάστηκε και το προφίλ των δημοσίων υπαλλήλων στην Ελλάδα.
Ενημερωτική εκδήλωση για «Το μέλλον της κοινωνικής ασφάλισης στην Ελλάδα. Συνταξιοδοτικά ζητήματα δημοσίων υπαλλήλων» διοργανώσαν χθες το Ν.Τ. ΑΔΕΔΥ Μαγνησίας, με την ΕΛΜΕ Μαγνησίας και τον ΣΕΠΕ Μαγνησίας, στο Ξενία Βόλου.
Στην εκδήλωση παρευρέθηκαν αρκετοί δημόσιοι υπάλληλοι που θέλησαν να ενημερωθούν για τα συνταξιοδοτικά ζητήματα.
Ο κ. Δ. Μπράτης, μέλος ΕΕ της ΑΔΕΔΥ, είπε πως «αυτοί που βγάζουν τη χολή τους για το δημόσιο λόγω του δυστυχήματος στα Τέμπη, θα πρέπει να σκεφθούν ότι ο δημόσιος τομέας είναι αυτός που κράτησε όρθιος τη χώρα στην πανδημία. Οι υγειονομικοί στην πανδημία είχαν 30 νεκρούς, ενώ οι εκπαιδευτικοί έκαναν διαδικτυακά μαθήματα και διατήρησαν την εκπαιδευτική διαδικασία. Κάποιοι μάλιστα μιλούν για την αξιολόγηση. Τους λέμε αυτούς, λοιπόν, ότι η αξιολόγηση στο δημόσιο γίνεται με νόμο του 2016. Πρέπει, όμως, να πούμε και για το πρωτοφανές καθεστώς αναξιοκρατίας που υπάρχει στο δημόσιο με ευθύνη των κυβερνήσεων. Έχουν να γίνουν κρίσεις στελεχών στη δημόσια διοίκηση περίπου 20 χρόνια. Ο αποτυχών πολιτευτής κάθε φορά τοποθετείται πρόεδρος κάποιου οργανισμού. Για ποια αξιολόγηση αυτών των ανθρώπων μιλάμε; Η αξιολόγηση έχει να κάνει με την αξιοκρατία στον δημόσιο τομέα. Δεν μπορεί να κρίνει κάποιος κάποιον άλλο, αν ο πρώτος δεν έχει κριθεί. Για τις παθογένειες στη δημόσια διοίκηση οι ευθύνες ανήκουν διαχρονικά στις κυβερνήσεις, με μεγαλύτερο μερίδιο στην τωρινή που κυβερνά. Εμείς σαν ΑΔΕΔΥ με τη ΓΣΕΕ κάναμε κινητοποιήσεις με κύριο αίτημα να μην συγκαλυφθεί το έγκλημα και να πληρώσουν οι υπεύθυνοι όσο ψηλά και αν βρίσκονται».
Ο δικηγόρος – εργατολόγος Δ. Τεμπονέρας ανέφερε πως «η συζήτηση για το ασφαλιστικό στηρίζεται πάνω σε τρεις πυλώνες: Την οικονομία, την αγορά εργασίας και το δημογραφικό.
Στην Ελλάδα οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων είναι καθηλωμένοι εδώ και μια δεκαετία. Η χώρα μας από το 2012 έχει ανεβάσει το γενικό όριο ηλικίας συνταξιοδότησης στα 67 χρόνια. Η Ελλάδα για μια δεκαετία είχε ανεργία ποσοστό 15-20%.Έτσι αν ένας εκπαιδευτικός αρχίσει αν εργάζεται στα 35 έτη του, τότε το να βγει στη σύνταξη στα 62 έτη είναι πολύ δύσκολο, και έτσι θα περιμένει να πάει μέχρι και τα 67 έτη. Η Ελλάδα λόγω των μεγάλων ποσοστών ανεργίας, της εναλλαγής εργοδοτών και των χαμηλών αμοιβών έχει πιο οξύ πρόβλημα με το συνταξιοδοτικό. Χρειαζόμαστε την ενίσχυση του κοινωνικού κράτους, τις αυξήσεις μισθών και μόνιμες θέσεις εργασίας, διαφορετικά το μέλλον της κοινωνικής ασφάλισης είναι εξαιρετικά δυσοίωνο».
Ο πρόεδρος του Κοινωνικού Πολυκέντρου της ΑΔΕΔΥ Γ. Γιούλος παρουσίασε τη μελέτη για τον αριθμό των δημόσιων υπαλλήλων, τις αμοιβές και την αγοραστική τους δύναμη.
Σύμφωνα με τα στοιχεία η δημόσια απασχόληση στη χώρα κυμαίνεται στο 20-22% σε σχέση με το ποσοστό της συνολικής απασχόλησης και είναι σταθερή εδώ και 20 χρόνια, ενώ είναι κοντά στον μέσο όρο του ΟΟΣΑ.
Το τακτικό μόνιμο προσωπικό στο δημόσιο είναι 580.000 άτομα, ενώ το σύνολο των εργαζομένων με κάθε σχέση εργασίας αριθμεί 816.000 άτομα, από τους οποίους το 28% είναι χωρίς μόνιμη εργασία στο δημόσιο.
Το εισόδημα της μισθωτής εργασίας στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα ήταν το 2009 στα 84 δισεκατομμύρια ευρώ και το 2020 ήταν κοντά στα 65 δισεκατομμύρια ευρώ. Ανά χρόνο, λοιπόν είχαμε μια απώλεια κοντά στα 20 δισεκατομμύρια ευρώ από την εξαρτημένη μισθωτή εργασία.


Οι μικτές αποδοχές των μόνιμων δημοσίων υπαλλήλων ήταν το 2021 στα 1.153 ευρώ το μήνα, ενώ αντίστοιχα το 2019 ήταν στα 1.263 ευρώ. Στην περίοδο 2008-2020 είχαμε μείωση του μέσου μεικτού μηνιαίου μισθού κατά 26%. Στην ευρωζώνη όλη αυτή την περίοδο υπήρχε μια αύξηση των αποδοχών στο δημόσιο κατά 21%. Και η Κύπρος που πέρασε τα μνημόνια είχε αύξηση 6% στους μισθούς, ενώ στην Πορτογαλία ήταν 7%.
Μάλιστα η μείωση των μισθών δεν ήταν ίδια σε όλους τους κλάδους του δημοσίου, καθώς η υψηλότερη ήταν στην εκπαίδευση. Το 80% των δημοσίων υπαλλήλων είχε μικτές μηνιαίες αποδοχές το 2020 μέχρι 1.300 ευρώ, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό το 2010 ήταν 60%.
Για την ακρίβεια τονίστηκε πως μόνο από την αύξηση των τιμών οι δημόσιοι υπάλληλοι χάνουν έναν μισθό.
Συμπεράσματα τα μελέτης είναι τα εξής:
-Εκτεταμένη απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα.
-Σύγκλιση προς το χειρότερο των εργασιακών καθεστώτων της μισθωτής εργασίας σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα.
-Σύγκλιση προς τα κάτω του επιπέδου των αμοιβών.
-Στρατηγική επιλογή χαμηλών αμοιβών για την εργασία στο δημόσιο.
-Μεγάλη επέκταση τη μη τυπικής εργασίας και στο δημόσιο.
-Επιπτώσεις στην ποιότητα και παροχή των δημόσιων και κοινωνικών αγαθών.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το