Τοπικά

Δύο Βολιώτες στις εγκληματικές ομάδες που δρούσαν από τη Λάρισα και διακινούσαν ηρωίνη

Και δύο Βολιώτες, χωρίς ωστόσο να έχουν καθοδηγητικό ρόλο, φέρονται να εμπλέκονται στις δύο εγκληματικές ομάδες, η δράση των οποίων εξακριβώθηκε ύστερα από πολύμηνη έρευνα του Τμήματος Δίωξης Ναρκωτικών της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Λάρισας. Οι δύο Βολιώτες φέρεται να περιλαμβάνονται στα 24 συνολικά μέλη των δύο οργανώσεων, που είχαν περιφερειακό ρόλο και ήταν χρήστες ναρκωτικών ουσιών και τα οποία δεν συνελήφθησαν, λόγω παρέλευσης του Αυτόφωρου. Οι δύο Βολιώτες φέρεται να έχουν απασχολήσει κι άλλες φορές στο παρελθόν τις Αρχές για υποθέσεις ναρκωτικών. Οι δύο εγκληματικές οργανώσεις δραστηριοποιούνταν στη διακίνηση μεγάλων ποσοτήτων ηρωίνης σε περιοχές της Θεσσαλίας και συγκεκριμένα σε Λάρισα, Καρδίτσα και Μαγνησία.

Στο πλαίσιο οργανωμένης αστυνομικής επιχείρησης που πραγματοποιήθηκε προχθές σε περιοχή του νομού Λάρισας, από αστυνομικούς της προαναφερόμενης Υπηρεσίας, συνελήφθησαν συνολικά πέντε άτομα – μέλη των εγκληματικών ομάδων, εκ των οποίων οι δύο ιθύνοντες των ομάδων. Ειδικότερα, όπως εξακριβώθηκε, κατά το χρονικό διάστημα από 14 Ιανουαρίου 2020 έως 6 Ιουλίου 2020, οι δύο εγκληματικές ομάδες είχαν οργανωθεί με σκοπό την προμήθεια, αποθήκευση και διακίνηση μεγάλων ποσοτήτων ηρωίνης σε περιοχές της Θεσσαλίας. Πιο συγκεκριμένα, διακριβώθηκε ότι ιθύνοντες των προαναφερόμενων εγκληματικών ομάδων ήταν άτομα, ηλικίας 38 και 41 ετών, αντίστοιχα, ενώ ταυτοποιήθηκε η συμμετοχή σε αυτές συνολικά 24 ακόμη ατόμων, τα οποία δεν συνελήφθησαν, διότι δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του Αυτόφωρου.
Σε βάρος των δραστών σχηματίστηκε δικογραφία για τα κατά περίπτωση αδικήματα της παράβασης του νόμου περί ναρκωτικών, της ληστείας, της κλοπής και της παράβασης του Τελωνειακού Κώδικα.

Κατά τις έρευνες που διενεργήθηκαν, βρέθηκαν συνολικά και κατασχέθηκαν τρία κιλά και 41,2 γραμμάρια ηρωίνης, σε στερεά μορφή (πλάκα), 77 ναρκωτικά δισκία, χωρίς την απαιτούμενη ιατρική συνταγή, τέσσερα Ι.Χ. επιβατικά αυτοκίνητα, δύο ζεύγη πινακίδων Ι.Χ. επιβατικών αυτοκινήτων, ένας ανιχνευτής μετάλλων, δέκα πακέτα τσιγάρων, χωρίς την ειδική ένσημη ταινία φορολόγησης, 17 κινητά τηλέφωνα και το συνολικό χρηματικό ποσό των 11.745 ευρώ. Επιπλέον, από την πρόοδο της αστυνομικής έρευνας εξιχνιάστηκε μία περίπτωση ληστείας σε βάρος ηλικιωμένης, που έλαβε χώρα την 16 Μαίου 2020 σε περιοχή του νομού Λάρισας, όπου οι δράστες, με την απειλή χρήσης βίας, αφαίρεσαν από την οικία της ηλικιωμένης χρηματικό ποσό και άλλα αντικείμενα. Παράλληλα, εξιχνιάστηκαν 17 περιπτώσεις κλοπών – διαρρήξεων από οικίες, τετελεσμένες και σε απόπειρα, οι οποίες διαπράχθηκαν κατά το χρονικό διάστημα από 23 Νοεμβρίου 2019 έως 05 Ιουνίου 2020 στην πόλη της Λάρισας και την ευρύτερη περιοχή αυτής. Σημειώνεται ότι, μέλη των ανωτέρω εγκληματικών ομάδων είχαν συλληφθεί τον Φεβρουάριο και τον Απρίλιο από το Τμήμα Δίωξης Ναρκωτικών της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Λάρισας, για παράβαση του νόμου περί ναρκωτικών.

Η ανακοίνωση της αστυνομίας

Διακριβώθηκε έπειτα από πολύμηνη, μεθοδική και εμπεριστατωμένη έρευνα της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Λάρισας η δράση εγκληματικής ομάδας, η οποία ενέχεται στη συστηματική διάπραξη απατών, σε βάρος επιχειρήσεων.
Εξιχνιάσθηκαν συνολικά (46) περιπτώσεις απάτης, τετελεσμένες και σε απόπειρα που διαπράχθηκαν σε διάφορες περιοχές της ελληνικής επικράτειας.

Για τις υποθέσεις αυτές, ταυτοποιήθηκαν δύο από τα τρία βασικά μέλη της ομάδας, ένα εκ των οποίων συνελήφθη χθες (07-07-2020) το πρωί από αστυνομικούς της προαναφερόμενης Υπηρεσίας σε περιοχή της Αττικής, δυνάμει σχετικού εντάλματος σύλληψης.
Παράλληλα, προέκυψε η συμμετοχή ως συνεργών τους στις απάτες, ακόμη (21) ατόμων, τα οποία δεν συνελήφθησαν, διότι δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του αυτοφώρου.
Σε βάρος όλων των εμπλεκομένων σχηματίστηκε δικογραφία για τα κατά περίπτωση αδικήματα της απάτης και της πλαστογραφίας.

Ειδικότερα, τα δύο βασικά μέλη της ομάδας μαζί με ακόμη ένα άγνωστο μέχρι στιγμής συνεργό τους, τουλάχιστον από τα τέλη του μηνός Οκτωβρίου του 2019 έως τα τέλη του μηνός Απριλίου του 2020 είχαν ενωθεί μεταξύ τους με σκοπό τη συστηματική διάπραξη απατών σε βάρος επιχειρήσεων σε διάφορες περιοχές της ελληνικής επικράτειας.

Πιο συγκεκριμένα, ως προς τον τρόπο δράσης τους, οι τρεις προαναφερόμενοι δράστες, επικοινωνούσαν τηλεφωνικά με τους ιδιοκτήτες των επιχειρήσεων και παρουσιαζόμενοι ως επιφανή πρόσωπα (ιατροί, φαρμακοποιοί, μέλη τοπικής αυτοδιοίκησης κ.α.) των περιοχών, όπου εδρεύουν οι επιχειρήσεις, εκδήλωναν ενδιαφέρον για αγορά προϊόντων.
Στη συνέχεια, προκειμένου να πείσουν τα υποψήφια θύματά τους για τη φερεγγυότητά τους, τους απέστελναν μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή άλλων δικτυακών εφαρμογών επικοινωνίας πλαστά αποδεικτικά μεταφοράς χρημάτων (εμβάσματα), στα οποία εμφαίνονταν μεγαλύτερα χρηματικά ποσά από τα συμφωνηθέντα αντίτιμα των αγοραπωλησιών, ως καταβληθείσες προκαταβολές σε λογαριασμούς των επιχειρήσεων.
Ακολούθως, οι δράστες μετά από εκ νέου τηλεφωνική επικοινωνία που είχαν με τους παθόντες, τους έπειθαν ότι είχαν καταβάλλει λανθασμένα περισσότερα χρήματα από την αξία των προϊόντων που αγόραζαν και ζητούσαν να τους επιστραφεί η υποτιθέμενη χρηματική διαφορά σε τραπεζικούς λογαριασμούς των συνεργών τους, αποσπώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο διάφορα χρηματικά ποσά.
Από την πρόοδο της αστυνομικής έρευνας, εξακριβώθηκε ότι τα μέλη της ομάδας προέβησαν συνολικά σε (46) περιπτώσεις απάτης σε βάρος επιχειρήσεων, από τις οποίες οι (30) τετελεσμένες και οι (16) απόπειρες, αποκομίζοντας συνολικά παράνομο περιουσιακό όφελος που ανέρχεται στις (136.653) ευρώ.

Κατά τις νομότυπες έρευνες που διενεργήθηκαν σε οικίες αλλά και σε οχήματα των δραστών, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν πλήθος κινητών τηλεφώνων, στελεχών καρτών sim, αποδείξεις ανάληψης μετρητών, χειρόγραφες σημειώσεις με ονόματα και χρηματικά ποσά, κάρτες και βιβλιάρια τραπεζών, παραστατικά ανάληψης χρημάτων, καθώς και το χρηματικό ποσό των (1.960) ευρώ, ως προερχόμενο από την παράνομη δραστηριότητά τους.
Ο συλληφθείς θα οδηγηθεί αρμοδίως.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το