Τοπικά

Δημήτρης Παπαδάμ: «Ζωντανά» τα έθιμα των Φώτων στο Βελεστίνο

O Δημήτρης Παπαδάμ, 56 ετών, από το Βελεστίνο, είναι ένας άνθρωπος που αγαπά την παράδοση του τόπου του. Ασχολείται με την καταγραφή των εθίμων της γενέτειράς του και διασώζει έτσι συνήθειες του παρελθόντος, που έδιναν ξεχωριστό «χρώμα» στην ευρύτερη περιοχή. Ο Βελεστινιώτης ακτινολόγος μίλησε για τα έθιμα των Θεοφανίων, με τα οποία ολοκληρώνεται η εορταστική περίοδος του Δωδεκαημέρου.

H χρονική περίοδος των δώδεκα ημερών από τα Χριστούγεννα στις 25 Δεκεμβρίου μέχρι και την αυριανή ημέρα, που είναι η παραμονή των Θεοφανίων, περιλαμβάνει πληθώρα εθίμων για όσους είναι από το Περιβόλι Γρεβενών κι έχουν βλάχικη καταγωγή και τα οποία στο παρελθόν κορυφώνονταν με τις επισκέψεις μπουλουκιών με μεταμφιεσμένους μικρούς και μεγάλους στις γειτονιές του Βελεστίνου. Ο κ. Παπαδάμ, ο οποίος μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1990 ήταν πρόεδρος στον μέχρι σήμερα δραστήριο Σύλλογο Περιβολιωτών Μαγνησίας, αναφέρθηκε στους λόγους που τον ωθούν στην πρακτική αυτή: «Μ’ αρέσει η παράδοση. Έχω συζητήσει με παλαιότερους και κατέγραψα τις συνήθειες που επικρατούσαν κάποτε στο Βελεστίνο. Ψάχνω να βρω τις ρίζες των εθίμων, γιατί τη σημερινή εποχή δεν τα τηρούμε όπως παλιά».

Τα έθιμα στο Βελεστίνο προέρχονται, ως επί το πλείστον, από Βλάχους Περιβολιώτες, σύμφωνα με τον 56χρονο ακτινολόγο: «Όλα όσα γίνονται κατά τη διάρκεια των Θεοφανίων δανείζονται στοιχεία από τα έθιμα των Βλάχων στη Μακεδονία κυρίως. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι τα λεγόμενα «Λιγουτσάρια» ή «Ρουγκατσάρια». Κάθε παραμονή των Φώτων, ομάδες μέχρι και 20 ατόμων, τα λεγόμενα μπουλούκια, κυκλοφορούσαν στους δρόμους, κραδαίνοντας μεγάλες κουδούνες, που είχαν κρεμασμένες και προσπαθούσαν έτσι να διώξουν τους καλικάντζαρους. Το έθιμο επιβιώνει και στις μέρες μας, αλλά όχι με τη ζωντάνια που είχε μέχρι και πριν 30-40 χρόνια».
Οι ρίζες από τα «Ρουγκατσάρια» χάνονται στην εποχή της Τουρκοκρατίας, σύμφωνα με τον κ. Παπαδάμ, ο οποίος τόνισε: «Η μία εκδοχή αναφέρει ότι οι ήχοι των κουδουνιών έδιωχναν τα κακά πνεύματα. Όμως, ο κύριος σκοπός του εθίμου ήταν εθνικός, αφού οι σκλαβωμένοι Έλληνες μπορούσαν έτσι να συναθροίζονται, δίχως να προκαλούν υποψίες στους Τούρκους. Έτσι, χρησιμοποιούσαν τις μεταμφιέσεις, για να έρχονται σε επαφή μεταξύ τους».

Πέρα από τους ρόλους που υποδύονταν οι μασκαρεμένοι, όπως ήταν οι γενίτσαροι, οι παπάδες, οι γιατροί, οι σαλοί που έβαζαν στα πρόσωπά τους δέρματα ζώων, οι αρκουδιάρηδες με τις αρκούδες που φορούσαν μεγάλες κάπες, τις οποίες μάλιστα ο κ. Παπαδάμ είναι ο τελευταίος που κατασκευάζει μέχρι σήμερα στο Βελεστίνο και ασχολείται μ’ αυτή τη μορφή λαϊκής τέχνης, εξίσου μεγάλο ενδιαφέρον παρουσίαζε το ρεπερτόριο των τραγουδιών που επιλέγονταν, κατά τη διάρκεια των επισκέψεων στα σπίτια του Βελεστίνου.
Άλλα τραγούδια λέγονταν στον κτηνοτρόφο, άλλα στον γεωργό ή στους άγαμους νέους, ενώ υπήρχε κι ένα τραγούδι που φανέρωνε τον καημό των Ελλήνων για τη σκλαβωμένη Κωνσταντινούπολη και το οποίο έλεγαν στο σπίτι του ιερέα του χωριού, με τον κ. Παπαδάμ να μνημονεύει τους στίχους του: «Εδώ σ’ ετούτες τις αυλές τις μαρμαροστρωμένες/εδώ κοιμάται ο Δέσποτας με το χαρτί στον κόρφο/κι η παπαδιά του έλεγε κι η παπαδιά του λέει/σήκω επάνω Δέσποτα και μη βαριά κοιμάσαι/σημαίνει ο Θεός, σημαίνει η γη, σημαίνουν τα ουράνια/σημαίνει και η Αγιά-Σοφιά μέσα από την Πόλη/με 400 σήμαντρα και 62 καμπάνες».

Όσο για το πώς τέλειωναν τα «Λιγουτσάρια»; «Με έναν μεγάλο χορό στο κέντρο του Βελεστίνου», κατέληξε ο Δημήτρης Παπαδάμ, ο οποίος κλείνοντας αναφέρθηκε στον καθαγιασμό των υδάτων στο Κεφαλόβρυσο ανήμερα των Θεοφανίων, στο ράντισμα των εικονισμάτων από τις νοικοκυρές στην Υπέρεια Κρήνη, αλλά και στα φιλέματα που δίνονταν στα παιδιά, όπως ήταν τα κουλουκούσια, μικροί άρτοι που μοιράζονταν καθώς έλεγαν τα κάλαντα των Φώτων.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το