Τοπικά

Δικηγορικός Σύλλογος για το σχεδίου του νέου Ποινικού Κώδικα: Λάθος η μετατροπή σε πλημμέλημα η κατοχή-κατασκευή εκρηκτικών 

Εσφαλμένη κρίνεται από τον Δικηγορικό Σύλλογο Βόλου η προωθούμενη διάταξη του άρθρου 272, στο νέο Ποινικό Κώδικα, η οποία αναφέρεται στην κατοχή και κατασκευή εκρηκτικών υλών.

Η διάταξη αυτή προξενεί τη μετάπτωση της πράξης από κακούργημα σε πλημμέλημα, επισημαίνει μεταξύ άλλων σε ανακοίνωσή του ο ΔΣΒ και βρίσκεται σε πλήρη αναντιστοιχία με το κοινό αίσθημα, ενώ προκαλεί τον κίνδυνο της ενίσχυσης συμπεριφορών, οι οποίες συχνά έχουν σε επόμενο στάδιο, δηλαδή αυτό της χρήσης των υλών, τραγικά αποτελέσματα.
Ο ΔΣΒ επισημαίνει, αναφορικά με τη διαβούλευση για το νέο Ποινικό Κώδικα, ότι χαρακτηριστικό παράδειγμα για το εν λόγω άρθρο αποτελεί η πυρκαγιά που προκλήθηκε από ρίψεις μολότωφ στην τράπεζα Marfin στην Αθήνα, με αποτέλεσμα τον τραγικό θάνατο τριών προσώπων. Το αδίκημα αυτό θα πρέπει να διατηρήσει τον κακουργηματικό χαρακτήρα του.
Ο ΔΣΒ χαρακτηρίζει σημαντική παρέμβαση το σχέδιο Ποινικού Κώδικα και σημειώνει ότι πρόκειται για τη μεγαλύτερη σε έκταση και στόχους μεταρρύθμιση που επιχειρείται από την 01.01.1951, οπότε και τέθηκε σε ισχύ με το τότε περιεχόμενό του, ο ισχύων Ποινικός Κώδικας, αφού τουλάχιστον 170 από τα 463 άρθρα του καταργούνται και λιγότερα από 30 καινούργια προστίθενται.
Ωστόσο προστίθεται στην ανακοίνωση, πως «υπήρξε εν πολλοίς άδικη και καταχρηστική η αξίωση ολοκλήρωσης της διαβούλευσης μέχρι τις 14.04.2019, δηλαδή σε σύντομο χρονικό διάστημα, όταν η νομοπαρασκευαστική επιτροπή είχε την πολυτέλεια της πολυετούς ενασχόλησης, λαμβανομένου μάλιστα υπόψη ότι υπήρξε και (το με πολλές όμοιες προβλέψεις) παλαιότερο σχέδιο Π.Κ. από την νομοπαρασκευαστική επιτροπή του 2011, το οποίο δεν είχε τελικά ψηφιστεί».
Το νέο σχέδιο νόμου του Ποινικού Κώδικα εισάγει σειρά καινοτόμων ρυθμίσεων που μεταβάλλουν το τοπίο της ουσιαστικής ποινικής δικαιοσύνης, όπως το γνωρίζαμε έως σήμερα, ωστόσο ο ΔΣΒ κάνει παρατηρήσεις και εκφράζει αντιρρήσεις επί συγκεκριμένων άρθρων, που είναι:

Επί της διάταξης του άρθρου 159Α ΠΚ (δωροδοκία πολιτικών αξιωματούχων):

Απορία προξενεί η διαφοροποίηση της αντιμετώπισης του δωρολήπτη είτε αυτός είναι βουλευτής ή άλλο πολιτικό πρόσωπο σε σχέση με την αντιμετώπιση του δωρητή, που διαπράττει ενεργητική δωροδοκία. Ορθότερο θα ήταν να αντιμετωπιστεί ως κακουργηματικό αδίκημα και η ενεργητική δωροδοκία πολιτικού προσώπου, άλλως φέρεται να επιβραβεύεται αναλογικώς η προσπάθεια κάποιου να αποκτήσει παράνομο όφελος μέσω ενεργητικής δωροδοκίας κρατικού αξιωματούχου.

Επί των εγκλημάτων κατά της δημοσίας τάξης (δεύτερο βιβλίο – έκτο κεφάλαιο):

Εντύπωση προκαλούν οι προωθούμενες διατάξεις των άρθρων 187 και 187Α, που αφορούν στο δίκαιο της εγκληματικής και της τρομοκρατικής οργάνωσης. Είναι σαφές ότι δεν είναι δυνατή η κατάργηση της αρχηγικής ιδιότητας στη νομοθετική πρόβλεψη, και η αντικατάστασή της από διακριτό αδίκημα σε επιβαρυντική περίσταση, αντιμετώπιση η οποία ουσιαστικά εξομοιώνει τον επικεφαλής της εγκληματικής και τρομοκρατικής οργάνωσης, με όσους εντάσσονται και συμμετέχουν σε αυτή.

Επί της κατάργησης των διατάξεων 202 – 206 ΠΚ:

Εντύπωση προκαλεί η προωθούμενη άκριτη κατάργηση των διατάξεων, που αφορούν στα εγκλήματα που ανάγονται στη στρατιωτική υπηρεσία και στην υποχρέωση για στράτευση. Είναι σαφές ότι η απειλή, ιδίως εξ ανατολών, δεν έχει εκλείψει για την Ελλάδα, όπως διαπιστώνεται καθημερινά από πληθώρα παραβιάσεων του εθνικού εναέριου χώρου και προκλήσεις μικρών αλλά σημαντικών επεισοδίων με τη γείτονα Τουρκία. Επομένως, θα πρέπει να διατηρηθούν σε ισχύ και να μην καταργηθούν οι διατάξεις αυτές. Είναι δυνατόν η ρύθμιση για την παράνομη αποδημία να καταστεί ελαστικότερη και να παρασχεθεί δυνατότητα εξαγοράς της θητείας υπέρ του ελληνικού Δημοσίου, ώστε με το κατάλληλο χρηματικό αντίτιμο να εξασφαλιστεί η πρόσληψη στις ένοπλες δυνάμεις, μόνιμου προσωπικού, με επαγγελματική κατάρτιση.

Επί της διάταξης του άρθρου 237 ΠΚ:

Το άρθρο 237 ΠΚ προβλέπει την τιμωρία των προσώπων, που εμπλέκονται σε δωροδοκία δικαστικού λειτουργού. Φρονούμε ότι θα πρέπει η ποινική αντιμετώπιση του δωροδοκηθέντος να εξομοιώνεται με την ποινική αντιμετώπιση του προσώπου που δωροδοκεί ενεργητικά, όπως και ανωτέρω στη διάταξη 159Α ΠΚ. Η αντιμετώπιση του ενεργούντα τη δωροδοκία ως αδικούντα σε βαθμό πλημμελήματος δεν συντείνει στην ορθή αξιολόγηση αυτών των αξιόποινων συμπεριφορών, διότι δεν θα πρέπει να αποθαρρύνεται μόνο αυτός, που τείνει να δωροδοκηθεί, αλλά και αυτός που επιχειρεί να δωροδοκήσει.

Επί της διάταξης του άρθρου 302 ΠΚ (ανθρωποκτονία από αμέλεια):

Η μεταρρύθμιση του άρθρου 302 ΠΚ από την οποία απαλείφεται η πρόβλεψη της παραγράφου 2, νομίζουμε ότι είναι εσφαλμένη. Θα έπρεπε η πρόβλεψη σχετικά με την απαλλαγή ποινής, εάν ο υπαίτιος της πράξης είναι πρόσωπο οικείο του θύματος. Επιπροσθέτως, πιστεύουμε ότι ορισμένες υποθέσεις του δικαίου της αμέλειας, όπου μία πολλαπλή ανθρωποκτονία εξ αμελείας αντιμετωπίζεται ως απλή ανθρωποκτονία εξ’ αμελείας, με όριο ποινής τα πέντε (5) έτη, θα πρέπει να εξειδικευθούν προς αποφυγή επικίνδυνων νομικών κατασκευών, όπως αυτές της εισαγωγής του στοιχείου του ενδεχόμενου δόλου σε ποινικές υποθέσεις, στις οποίες υπήρξαν πολυάριθμα θύματα, όπως η υπόθεση του τροχαίου ατυχήματος στα Τέμπη Λάρισας.

Επί των διατάξεων των άρθρων 363 – 364 ΠΚ (συκοφαντική δυσφήμιση, δυσφήμιση ανώνυμης εταιρείας):

Η διάταξη του άρθρου 363 ΠΚ πρέπει κατά τη γνώμη μας να διαμορφωθεί έτσι, που να περιέχει και νομικά πρόσωπα, διότι με το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφημίσεως είναι δυνατό να πληγεί και νομικό πρόσωπο, ανεξαρτήτως αν αυτό αποτελεί ν.π.ι.δ. ή ν.π.δ.δ. (φερ’ ειπείν Δήμος ή Περιφέρεια). Εάν αυτό δεν γίνει, τότε τουλάχιστον δεν θα πρέπει να καταργηθεί η διάταξη του άρθρου 364 ΠΚ, που αφορά στις ανώνυμες εταιρείες. Πάντως με την τρώση της φήμης, της αξιοπιστίας και γενικώς της κοινωνικής και οικονομικής εικόνας, είναι δυνατό να πληγεί και το νομικό πρόσωπο από το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφημίσεως.

Επί των αδικημάτων προσβολής ατομικού απορρήτου και επικοινωνίας:

Η μεταρρύθμιση των διατάξεων των άρθρων 370 επ. ΠΚ, έχει σαν κεντρικό σημείο της την μετάπτωση των κακουργηματικής φύσεως διατάξεων σε πλημμεληματικής φύσεως διατάξεις. Κατά τη γνώμη μας θα πρέπει να διατηρηθεί ο κακουργηματικός χαρακτήρας των αδικηματικών πράξεων που έχουν σχέση με τα προσωπικά δεδομένα των ηλεκτρονικών και τηλεφωνικών επικοινωνιών. Και τούτο διότι αυτού του είδους τα αδικήματα μπορούν να προκαλέσουν τεράστια κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά προβλήματα, αφού οι πληροφορίες αυτές είναι δυνατό συχνά, αν δημοσιοποιηθούν, να προξενήσουν πλήρη διατάραξη του κοινωνικού αγαθού.

Επί των αδικημάτων κατά των περιουσιακών αγαθών:

Προβληματισμό προκαλεί η απαίτηση για την κατ’ έγκληση δίωξη αδικημάτων περιουσιακής φύσεως, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 405 παρ. 1 ΠΚ. Η προωθούμενη διάταξη βρίσκεται σε αναντιστοιχία με το κοινό περί δικαίου αίσθημα, αφού τα περιουσιακά αδικήματα εξομοιώνονται με αδικήματα περί της τιμής, ενώ τα δεύτερα αμβλύνονται με την πάροδο του χρόνου που σηματοδοτεί, αν παρέλθει άπρακτη, την ήσσονος σημασία προσβολή του αντίστοιχου κοινωνικού αγαθού. Επιπροσθέτως, θα δημιουργηθούν πλείστα όσα προβλήματα δικονομικής φύσεως, αφού τα δικαστήρια θα καλούνται να διαπιστώσουν σε ποιο χρόνο ο παθών πληροφορήθηκε τα περιστατικά που απαρτίζουν την πράξη, ώστε να άρχεται εντεύθεν η προθεσμία υποβολής της εγκλήσεως. Θα πρέπει τα αδικήματα αυτά να διώκονται επομένως αυτεπαγγέλτως και όχι κατ’ έγκληση, ανεξαρτήτως αν – ως επί τω πλείστον – οι υποθέσεις αυτές έχουν αφετηρία συνήθως σε εμπεριστατωμένη μήνυση του παθόντος.

 

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το