Τοπικά

«Δεν μας ένοιαζε τι ώρα μας πήραν τηλέφωνο ή πότε θα σχολάσουμε» – Ο αρχιφύλακας Αριστείδης Μαντάς από τους πρώτους τα ξημερώματα στα Τέμπη

Ο αναπληρωτής γραμματέας της Ένωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων Μαγνησίας, αρχιφύλακας Αριστείδης Μαντάς, ήταν από τους πρώτους σχεδόν, που μαζί με συναδέλφους του, ενημερώθηκε στις 4 τα ξημερώματα της Τετάρτης να μεταβεί στο σημείο της τραγωδίας του σιδηροδρομικού δυστυχήματος στα Τέμπη.
Υπηρετεί στην Αστυνομία από το 1998, είναι πολύτεκνος, πατέρας τεσσάρων παιδιών και έχει υπηρετήσει τέσσερα χρόνια στην ΕΚΑΜ και 12 χρόνια στην ΟΠΚΕ Μαγνησίας.
Ο κ. Μαντάς μιλώντας στη «Θ» μετέφερε την εμπειρία του, δηλώνοντας μεταξύ άλλων ότι «Έζησα καταστάσεις στη Μόρια και σε άλλα συμβάντα. Κάτι τέτοιο ήταν πρωτόγνωρο». Να σημειωθεί ότι ο αδερφός του αρχιφύλακα, εδώ και τέσσερα χρόνια έπαιρνε το τρένο για να τη Θεσσαλονίκη όπου σπούδαζε φαρμακοποιός, καθώς πλέον είναι απόφοιτος κι ασκεί το επάγγελμα.

Ο ίδιος, δεν κρύβει τη στενοχώρια, τη θλίψη και την αγανάκτησή του για το συμβάν, σκεπτόμενος μάλιστα και το γεγονός ότι ο αδελφός του μετακινούνταν με το τρένο από τον Βόλο στη Θεσσαλονίκη, όταν σπούδαζε. «Λόγω της φύσης της δουλειάς μας δεν χωράνε συναισθηματισμοί. Καλούμαστε να ανταπεξέλθουμε στο καθήκον μας και σε οποιαδήποτε συνθήκη που μπορεί να φαίνεται δύσκολη για έναν απλό πολίτη» δήλωσε μεταξύ άλλων.

Όπως ο ίδιος εξηγεί στη «Θ» «Οι βραδινές περιπολίες που αστυνόμευαν στον Βόλο σχεδόν όλες, περίπου στις 1.30, λάβανε εντολή να μεταβούν στο σημείο της τραγωδίας. Στις 4 τα ξημερώματα ενημερωθήκαμε κι εμείς να μεταβούμε άμεσα στο σημείο για ενίσχυση των εκεί δυνάμεων και προς ενίσχυση ή αντικατάσταση των βραδινών συναδέλφων».
Ο κ. Μαντάς με συναδέλφους του βρίσκονταν στο σημείο της τραγωδίας κι αντίκρισε μια εικόνα από έντονους καπνούς, έντονη μυρωδιά από καμένα πλαστικά, διάσπαρτα προσωπικά αντικείμενα των επιβατών, βαλίτσες, χειραποσκευές. «Βρισκόμασταν στα ενδεδειγμένα σημεία, προκειμένου να εξασφαλίσουμε και το έργο των πυροσβεστών, διασωστών και της ΕΜΑΚ, αλλά και των δημοσιογράφων, προκειμένου να γίνεται η δουλειά όλων με σεβασμό στο συμβάν και να μην προσεγγίζουν τον χώρο άσχετοι με το συμβάν» ανέφερε μεταξύ άλλων.
Μάλιστα, ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στον άμεσο συντονισμό όλων των εμπλεκομένων υπηρεσιών που υπήρξε κι όπως είπε «Όλη Θεσσαλία έχει αποστείλει περιπολικά κι αστυνομικές δυνάμεις όλο το 24ωρο. Είναι εντυπωσιακό η άμεση και γρήγορη ενεργοποίηση πέραν από την Αστυνομία και των υπηρεσιών της Πυροσβεστικής, της ΕΜΑΚ, του ΕΚΑΒ. Υπήρχε απόλυτη οργάνωση. Υπήρχαν άτομα της πολιτικής προστασίας με φορτηγά που μεταφέρανε τις αποσκευές και ο καθένας έκανε τη δουλειά του, με σεβασμό στο έργο των υπολοίπων».

Οι αστυνομικοί που βρίσκονταν στο σημείο της τραγωδίας, όπως τόνισε ο κ. Μαντάς «Δε μας ένοιαζε τι ώρα θα σχολάσουμε ή τι ώρα μας πήραν τηλέφωνο. Κάναμε το καθήκον μας» και συνεχίζει μεταφέροντας την εικόνα ενός διασώστη, ο οποίος μέσα στις στάχτες, προσπαθούσε να εντοπίσει κάποιο στοιχείο, ή κάποιο δείγμα dna για να μπορέσει να γίνει ταυτοποίηση.
Σκεπτόμενος τα όσα έζησε ο κ. Μαντάς σχολιάζει μεταξύ άλλων με αφορμή και την απόρριψη της χρηματικής αποζημίωσης που είχαν καταθέσει οι γονείς και ο αδερφός του του αδικοχαμένου αρχιφύλακα της Ελληνικής Αστυνομίας Γεωργίου Καραπαναγιώτη, που είχε βρει τον θάνατο σε τροχαίο δυστύχημα, την Παρασκευή 10 Ιουλίου 2015, εκτελώντας περιπολία για άμεση μετάβαση κι εντοπισμό ύποπτου οχήματος, «Μετά από κάποιες ώρες που συζητάς και μιλάς διαπιστώνεις και βλέπεις ότι, δεν πρέπει να γίνονται εκπτώσεις στη δουλειά και σε ό,τι έχει να κάνει με την ασφάλεια. Κάνουμε τη δουλειά μας και θέλουμε να γυρίζουμε στα σπίτια μας ασφαλείς».
Από την πλευρά του ο πρόεδρος της Ένωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων Μαγνησίας Αργύρης Διχτάς σχολίασε «Πραγματικά κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες, οι συνάδελφοι με πόνο ψυχής, αλλά κι αυταπάρνηση ανταποκρίθηκαν άμεσα και προσπάθησαν να βάλουν στην άκρη τα δύσκολα συναισθήματα και να βοηθήσουν τις οικογένειες των θυμάτων και των τραυματιών με σεβασμό και ταπεινότητα».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το