Πολιτισμός

Χρίστος Παπαγεωργίου:Ο κορωνοϊός επηρέασε τα μεγάλα σύνολα, ενίσχυσε τα μικρά και το «one man show»

Ο Χρίστος Παπαγεωργίου συγκαταλέγεται ανάμεσα στους διεθνώς καταξιωμένους Έλληνες μουσικούς της νέας γενιάς. Μέχρι σήμερα έχει να επιδείξει μια σειρά από διεθνή βραβεία, ενθουσιώδεις κριτικές στα εγκυρότερα έντυπα, καλλιτεχνική δραστηριότητα ως πιανίστας και ως συνθέτης στα μεγαλύτερα μουσικά κέντρα του κόσμου. Ως παραγωγός από το 2002 δημιούργησε τη μουσικολογική εκπομπή «Αναζητώντας την κυρία με τη Στρυχνίνη» της Κρατικής Ραδιοτηλεόρασης, το «ΟΜΜΑ στις Τέχνες» και πρόσφατα παρουσίασε το «Σταθμός Μέγαρον» της ΕΤ2, ξεπερνώντας συνολικά τις 100 τηλεοπτικές και 600 ραδιοφωνικές εκπομπές. Σήμερα μιλά στη «Θ» με αφορμή τη συμμετοχή του στο «Φεστιβάλ Αλώνι 2020» και συγκεκριμένα στον καθιερωμένο θεσμό «Piano στο Αλώνι», που διοργανώνεται στις 7 και 8 Αυγούστου, στον Άγιο Γεώργιο Νηλείας στο Πήλιο.

Πώς προέκυψε η συνεργασία σας με το «Φεστιβάλ Αλώνι 2020» και η εμφάνισή σας στο διήμερο φεστιβάλ πιάνου;
Το φεστιβάλ το γνωρίζω από την εποχή που ήμουν διευθυντής στο 3ο Πρόγραμμα. Μια πολύ ευγενική πρωτοβουλία, δυναμική θα έλεγα, δεδομένου ότι η ιδέα ήταν να φιλοξενηθούν νέοι πιανίστες. Αυτό που υιοθέτησε και το Μέγαρο Μουσικής για την επόμενη σεζόν, να εμφανίζονται δύο-δύο οι καλλιτέχνες. Μία πρόταση για να επιβιώσει η κλασική μουσική. Κάτι ιδιαίτερα πρωτότυπο και το υποστήριξα, μπαίνοντας στη διαδικασία να βοηθήσω τον κ. Τριανταφύλλου με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Φέτος όμως προέκυψε το φαινόμενο της πανδημίας και οι νέοι καλλιτέχνες δεν μπορούν να συμμετέχουν. Έτσι απευθύνθηκε σε μένα, ήταν μια κουβέντα που είχαμε κάνει και στο παρελθόν, αλλά δεν μπορούσα, λόγω υποχρεώσεων, ενώ ταυτόχρονα το προφίλ ακόμα έπρεπε να διατηρηθεί κατά τη γνώμη μου στο επίπεδο το μαθητικό και των νέων. Επίσης φέτος θα υπήρχε ένα νόημα, δεδομένου ότι θα εμφανιστούν και άλλοι τρεις καλλιτέχνες, οι οποίοι έχουν διαγράψει σημαντική πορεία στον χώρο της μουσικής και στο πιάνο.

Τι θα ακούσει το κοινό «ανεβαίνοντας» στο θέατρο Αλώνι εκείνο το διήμερο;
Ως επί το πλείστον θα ακούσει πρωτότυπα έργα. Δεν θα ακούσει για άλλη μια φορά τα ίδια αριστουργήματα του Μπετόβεν, του Σοπέν και του Σούμαν, τα οποία έχουν διαχρονική αξία, αλλά όσο να ’ναι υπάρχει η επανάληψη, που πολλές φορές καθιστά αυτές τις εκδηλώσεις λίγο ώς πολύ τυπικές. Τα έργα που θα ακουστούν, είναι σπάνια παιζόμενα. Ο Παναγιώτης Τροχόπουλος έχει ένα ρεπερτόριο με έργα που δεν παίζονται λόγω της δυσκολίας τους. Ο Δημήτρης Χρυσανθακόπουλος θα παίξει δικές του μεταγραφές, που είναι κάτι το διαφορετικό και έτσι θα γίνεται και στο μέλλον. Αυτοί που θα κάνουν καριέρα, θα είναι αυτοί που αφήνουν και το αποτύπωμά τους σε κάθε ερμηνεία, όπως γινόταν παλιά. Η Τζένη Μανουσάκη θα παίξει ένα έργο που δεν παίζεται στην Ελλάδα, η Φαντασία και η Φούγκα. Από την πλευρά μου θα παρουσιάσω ένα έργο που το έχω παίξει σε όλη την Ελλάδα και είναι οι στιλιστικές παραλλαγές πάνω στο «Περιγιάλι το κρυφό» του Θεοδωράκη.

Ο Μ. Θεοδωράκης είχε πει όταν άκουσε το «Περιγιάλι το κρυφό» πως πρόκειται για ένα αριστούργημα που θα μείνει στην ιστορία.
Αν θα κρατήσω μία κριτική από τις πάμπολλες που έχει πάρει αυτό το έργο σε Ελλάδα και εξωτερικό, θα κράταγα μόνο αυτή, δεδομένου ότι ο Μ. Θεοδωράκης είναι μια μορφή, η οποία μπορείς να πεις ότι είναι αξιόπιστη ανά πάσα στιγμή και πέρα από τη βαρύτητα την κοινωνική που έχει, έχει και καλλιτεχνική. Εννοείται πως είναι ένας πολύ αυστηρός κριτής και πολύ απαιτητικός. Όταν το άκουσε πρώτη φορά, νομίζω ότι ήταν και τα γενέθλιά του, δέκα χρόνια πριν που πήγα στο σπίτι του, μου είπε: «Χρίστο αυτό ήταν το ωραιότερο δώρο που μου έχουν κάνει στη ζωή μου. Δεν θα μπορούσες να μου κάνεις καλύτερο δώρο». Η αλήθεια είναι ότι αυτές οι παραλλαγές είναι μία πάρα πολύ κουραστική εργασία. Δεν είναι δηλαδή απλώς ένας αυτοσχεδιασμός, ούτε τόσο διασκεδαστικό, όσο τελικά είναι στο άκουσμα. Φυσικά είναι διασκεδαστικό, διότι αρχίζει και σου θυμίζει τη μία Μότσαρτ, την άλλη Μπετόβεν, την άλλη Σούμπερτ, την άλλη ΚιθΤζάρεντ, μετά ροκ εν ρολ κ.τ.λ. Τις μεταμορφώσεις αυτές βέβαια για να τις παίξει κάποιος και για να τις γράψει είναι μια διαδικασία γέννησης επίπονη, αλλά και ευχάριστη, γιατί ουσιαστικά τι προσπαθώ να δώσω με αυτό; Την παγκοσμιότητα της μουσικής, τη βαθύτερη σκέψη και το νήμα που ενώνει τη μουσική μέσα στον χρόνο, που είναι το τραγούδι, το οποίο όλοι μας το έχουμε είτε το καλύπτουμε είτε το θολώνουμε είτε το αλλοιώνουμε. Στην πραγματικότητα όλοι οι άνθρωποι αντλούμε από την ίδια πηγή, που είναι το τραγούδι. Πρόκειται τέλος πάντων για ένα από τα ωραιότερα, αν όχι το ωραιότερο τραγούδι του Μίκη κατά τη γνώμη μου, το οποίο είναι τόσο απλό, που πραγματικά μπορείς να το μεταμορφώσεις και να είναι κατανοητό σε όλες τις μεταμορφώσεις.

Τελικά ποιο υπερισχύει; Συνθέτης, πιανίστας ή ραδιοτηλεοπτικός παραγωγός;
Στη δική μου την περίπτωση, όλα ξεκινάνε από τη σύνθεση. Παίζω πιάνο, γιατί θέλω να είμαι καλύτερος συνθέτης, γιατί με βοηθάει να συνθέτω. Δυστυχώς ή ευτυχώς, στη ζωή που ζούμε και με τις συνθήκες που ζούμε, έχω μεγάλη δυσκολία να πω «δεν παίζω». Και έτσι έχω και μια παράλληλη καριέρα, την οποία όμως πολύ διστακτικά την ακολουθώ, παρά ταύτα όμως χαίρομαι γιατί με ζητάνε σαν πιανίστα. Είμαι κατά κάποιο τρόπο διχασμένος σαν προσωπικότητα. Προέκταση της μουσικής μου υπόστασης είναι και οι εκπομπές, τις οποίες ξεκίνησα, γιατί τις βρήκα ενδιαφέρουσες και ένα ωραίο παιχνίδι, αλλά κατέληξαν να είναι απαραίτητες για τον κόσμο. Όλα αυτά που φαινομενικά είναι διαφορετικά μεταξύ τους, πηγάζουν από τη μία και αρχική συνθετική σκέψη που έχω και την επιθυμία τη δημιουργική. Αυτό που με θρέφει και θα ήθελα να κάνω σε όλη μου τη ζωή, αν θα ήθελα να κάνω ένα πράγμα μόνιμα, θα ήταν να γράφω μουσική. Δεν μπορείς να ζήσεις με αυτό στην Ελλάδα, δηλαδή είναι αδύνατο να ζεις στην Ελλάδα και να θρέφεσαι και να επιβιώνεις ως συνθέτης. Ακόμη και αν γράφεις λαϊκά τραγούδια. Ακόμα και αν γράφεις επιτυχίες. Και πάλι δεν μπορείς να επιβιώσεις, είναι πολύ δύσκολο.

Κατά πόσο έχει επηρεάσει όλη αυτή η κατάσταση με τον κορωνοϊό τη δουλειά σας;
Γενικώς τη δουλειά των μουσικών την έχει επηρεάσει, διότι ένα πολύ μεγάλο έσοδο, αλλά ταυτόχρονα και ένας λόγος ύπαρξης του μουσικού, είναι η ζωντανή επικοινωνία. Αυτό που έχει επηρεαστεί πολύ, είναι τα μεγάλα σύνολα. Κάτι που από την άλλη όμως έχει ενισχύσει κυρίως τα μικρά σύνολα και το «one man show». Αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση για πολύ, θα εστιάζουμε στις μονάδες και όχι στις συνεργασίες. Προσωπικά, επειδή έχω μία κατά κάποιον τρόπο ιστορία, μπορώ να πω ότι μ’ έχει βρει αρκετά απασχολημένο. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είναι η πάγια αρχή για τη μουσική πράξη στην Ελλάδα και πιστεύω ότι θα πρέπει κανονικά να είναι απλώς μία μεταβατική περίοδος, ένα διάλειμμα δηλαδή, μέσα απ’ το οποίο εγώ κάνω αυτό που ήξερα πάντα. Το να μπορώ να στέκομαι και μόνος μου και με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, οπότε πιστεύω ότι και άλλοι καλλιτέχνες θα μπορέσουν να το αξιοποιήσουν με αυτό τον τρόπο.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το