Άρθρα

Casa de… Βαβέλ

Tου Ι. Δ. Πασιά*

Αξιότιμε κομματικέ υποψήφιε δήμαρχε Βόλου,
διάβασα με προσοχή τις απόψεις σας όπως αποτυπώθηκαν στο δημοσιευμένο στις 23 Φεβρουαρίου 2019, άρθρο «Εκφασισμός της κοινωνίας και δημοτικές εκλογές». Θα ήθελα ως δημότης Βόλου να εκθέσω κάποιες δημιουργικές (θα ήθελα να πιστεύω) παρατηρήσεις επ’ αυτού.
Στο κείμενο αντιπαραβάλετε άκομψα τη δημιουργία της ηρωικής ΕΠΟΝ (1943) ως αντίδραση προς το θηρίο του φασισμού/ναζισμού με τη «θεωρία του κατευνασμού» προπολεμικά (1938) των αστικών ευρωπαϊκών καθεστώτων και προσγειώνεστε -συγγραφική αδεία- στη σημερινή εποχή για να κατηγορήσετε τις άλλες σημερινές, πολιτικές δυνάμεις που ακολουθούν (κατ’ εσάς) την ίδια πολιτική στην τρέχουσα ευρωπαϊκή ακροδεξιά πρόκληση των καιρών. Αγνοώντας «τη Ρόδο» στο ιστορικό σας άλμα, αφού επιδεικτικά αποφεύγετε να θίξετε τι ουσιαστικά σμίλεψε τον «εκφασισμό» του βολιώτικου πληθυσμού (και όχι μόνο)
Διερωτώμαι αν οι κυβιστήσεις και σε επίπεδο ιστορίας έχουν πλέον κατέβει την ιεραρχία της κομματικής πυραμίδας και χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο προβολής των υποψηφίων της τοπικής αυτοδιοίκησης για να «κρυφθεί το πρόβλημα» κάτω από το χαλί. Εύχομαι -για σας – να μην ακολουθήσει και η πρωθυπουργική «στήριξη» με αναφορές χαρακτήρων από το Casa de Papel (sic) ή με ρήσεις τύπου «και πού να δεις όταν θα τινάξει την μπάνκα», όπως συνέβη στην προσπάθεια διαφήμισης του αντίστοιχου κομματικού υποψήφιου δημάρχου στην Αθήνα…

Πριν συνεχίσω θα ήθελα να καταστήσω σαφές ότι συμφωνώ με την επισήμανση ότι η πόλη μας τα τελευταία 5 χρόνια έχει γίνει ο περίγελως της χώρας. Ας σημειωθεί ότι η περίπτωση Μπέου χρονικά προηγήθηκε ακόμη και της περίπτωσης Τραμπ! Αλλά και οι δύο καταστάσεις είναι επιφαινόμενα, η γενεσιουργός αιτία εκκολάφθηκε πολλά χρόνια πριν.
Κατ’ αρχάς θα σταθώ στους κοινωνιολογικούς όρους: «Εκφασισμός» είναι η σταδιακή επικράτηση φασιστικών αντιλήψεων και τάσεων στον κοινωνικό και πολιτικό βίο. Ο «φασισμός» αποτελεί ιδεολογία, κίνημα ή ολοκληρωτικό καθεστώς με βασικά χαρακτηριστικά τον φυλετικό εθνικισμό, την επεκτατική πολιτική, τον μιλιταρισμό και την άσκηση βίας. Ο φασισμός δεν είναι μόνο η ακραία μορφή του καπιταλισμού, που εμφανίζεται σε περιόδους μεγάλης οικονομικής κρίσης του αστικού κοινωνικού συστήματος. Είναι και ένα φαινόμενο μαζικής ψυχοπάθειας. Ο φασισμός είναι πρώτα απ’ όλα νοοτροπία, που εκφράζεται ποικιλοτρόπως καθημερινά. Μια νοοτροπία που στηρίζεται στην ομολογημένη ή ανομολόγητη αποδοχή της βίας. Για να επικρατήσει κοινωνικά χρειάζεται τον μακιαβελισμό των ηγετών, που μέσω του λαϊκισμού, τον βάζει στην υπηρεσία του. Ο φασισμός στηρίζεται στην ενδιάθετη στη μάζα και διάχυτη στην κοινωνία βία. Και η βία έχει τη βαθιά της ρίζα στον εγωισμό, που σαν άμεση συνέπεια των ιδιοκτητικών αισθημάτων, ενεργοποιεί τον κοινωνικό «συναγερμό» σ’ αυτούς που έχουν ισχυρά ανεπτυγμένο το αίσθημα της ιδιοκτησίας, δηλαδή στη μεταπολεμική πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Αμέτρητα τα περιστατικά βίας που δημοσιοποιούνται καθημερινά και απασχολούν ενοχλητικά τη δικαιοσύνη γιατί ο οποιοσδήποτε «διπλανός» επιβουλεύθηκε την ιδιοκτησία τους. Με δεδομένο το χαμηλό επίπεδο καλλιέργειας των πολιτών (στην Ελλάδα κυριαρχεί η ευγενής τάξη των βλακών), οι καταφερτζήδες εύκολα μπορούν να τους διαχειρισθούν κατάλληλα. Αυτοί που επικαλούνται την υψηλή κρίση του λαού, οι δημαγωγοί. Με ολέθρια αποτελέσματα αποτιμώντας την αμείλικτη πραγματικότητα της κατάστασης στη χώρα μας.
Δεν είδα στο άρθρο σας αναφορές στην πρόσφατη δημοτική μας ιστορία. Για την ανυπαρξία, την ηθική χρεοκοπία και την αστήρικτη υπεροψία των (κομματικοποιημένων) Δημοτικών Αρχών τα παγκοσμιοποιημένα χρόνια, που απροετοίμαστες -ήρθε και «καπάκι» το σχέδιο Καλλικράτη- απέτυχαν παταγωδώς να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων, «ρίχνοντας νερό στο αυλάκι» του λαϊκισμού.

Γιατί αγνοήσατε να κάνετε απολογισμό της τελευταίας δημοτικής αναμέτρησης, όπου γελοιοποιήθηκε το λεγόμενο «προοδευτικό» τμήμα της κοινωνίας μας;
Γιατί δεν αναφερθήκατε στο πώς η ντόπια «συντηρητική» παράταξη απροκάλυπτα αγνόησε τον δικό της υποψήφιο -βέβαια Αθηνοκεντρικά κομματικά επιλεγμένο- και ανερυθρίαστα στήριξε ακόμη και με «ένεση» ανθρώπινου δυναμικού μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα; Όμως κομματικά, Αθηνοκεντρικά επιλεγμένοι, είστε κι εσείς οι σημερινοί διεκδικητές: Δεν πήραν το μήνυμα για μια ακόμη φορά τα πολιτικά κόμματα στην Αθήνα… Ας επισημανθεί ότι και η δική σας επιλογή-σίριαλ πέρασε από 4-5 στάδια αμφιταλαντευόμενης κομματικής επώασης μεταξύ Βόλου και Αθηνών.
Πώς, λοιπόν, ο «εκφασισμένος» (όπως διατείνεσθε) δημότης να δει ξαφνικά το φως και να ανταποκριθεί στο ενωτικό κάλεσμα που του απευθύνετε, όταν έχετε φροντίσει στο άρθρο σας να το αυτο-ακυρώσετε αποκλείοντας καταγγελτικά, απειλητικά ίσως, «ένα σύνολο ομάδων, υποτίθεται αυθεντικών εκφραστών των λαϊκών ανησυχιών, που αναγνωρίζουν μία και μόνη αλήθεια, τη δική τους»; Μήπως, όμως, επειδή «όλοι παροικούμε στην Ιερουσαλήμ», αυτές οι ομάδες πολιτών δεν είναι πρώην δικοί σας «απείθαρχοι» σύντροφοι, (sorry) συναγωνιστές; Αυτοί, όμως, δεν είναι που με την ανυποχώρητη ακτιβιστική τους δράση ουσιαστικά σηκώνουν τον «Σταυρό του Μαρτυρίου» για όλες τις προκλητικές δράσεις της Δημοτικής Αρχής (όπως με τη «βιομηχανία μηνύσεων»), αλλά και της Περιφέρειας (αδιαφορία εφαρμογής των νόμων);
Αξιότιμε κομματικέ υποψήφιε του ΣΥΡΙΖΑ, αφού έως τώρα και εσείς και οι υπόλοιποι (κομματικά επιλεγμένοι, δυστυχώς, για μένα) υποψήφιοι αδυνατείτε να συνεργασθείτε για την «αποφασιστοποίηση» των Βολιωτών ψηφο-φόρων, είστε άξιοι της μοίρας σας. Κυριολεκτικά παίζετε με κατεβασμένα τα χέρια το παιγνίδι της παρούσης Δημοτικής Αρχής και θα υποστείτε (υποστούμε) πανωλεθρία. Η «θεωρία του κατευνασμού» έμμεσα είναι πρακτική, ιστορικά αποδεδειγμένα, όλων των καθεστωτικών συστημάτων. Και εσείς ως Σύριζα (ή πρωτο-δεύτερη φορά αριστερά), μια καθεστωτική ουσιαστικά διακυβέρνηση, έχετε κυνικά τα τελευταία χρόνια αποδείξει το του Τζ. Αννιέλι (FIAT) ρηθέν «ότι κάποιες φορές υπάρχει μια αριστερά που παίζει τον ρόλο που της υποδεικνύεται αποτελεσματικότερα και χωρίς κόστος από οποιαδήποτε δεξιά διακυβέρνηση»…
Είχα εναποθέσει κάποιες αμυδρές ελπίδες στο ότι με δεδομένο τον πεντάχρονο αυτοδιοικητικό εφιάλτη νωπό θα υπήρχε καθολική πολιτική αντίδραση ενότητας, μια απόδειξη «πολιτικής φιλίας» κατά τον Αριστοτέλη, μια χειρονομία συνταγματικής φιλίας, μια «ουσιαστική ενότητα του λαού» (τιμώντας τον αείμνηστο Ανδρέα Λεντάκη)… Τζίφος! Αποδεικνύεται για μια ακόμη φορά το «λίγο» της αρτηριοσκληρωτικής μεταπολεμικά κομματίλας με τον διχασμό ως απάντηση στις απαιτήσεις της καθημερινότητας.

Ο διχασμός είναι πολιτική τέχνη, δηλαδή η τέχνη των πολιτικών να ελέγχουν τη συνείδηση των πολιτών. Η δύναμη του διχασμού απορρέει από το ερώτημα: Ή μ’ εμάς, ή με τους άλλους.
Η εγκληματική πολλές φορές ιδιωτεία του ελληνικού λαού τον οδηγεί από το ένα ιστορικό σφάλμα στο άλλο. Ανάγλυφα παραδείγματα της ιστορικής συνέχειας αποτελούν: Οι μαυραγορίτες, τα ΕΑΣΑΔ, οι ταγματα-αλήτες, προκλητικές συμπεριφορές όπως της ΚατωΛεχωνίτικης κοινωνίας στη δολοφονία της οικογένειας Τοπάλη (διαιωνιζόμενης έως και σήμερα!). Τότε (και τώρα) η πλέον πολυάριθμη, η παραγνωρισμένη, η βουβή τρίτη παράταξη, ούτε δεξιά, ούτε αριστερά, είναι αυτή με τους εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς της πείνας. Μ’ αυτούς που σφαγιάσθηκαν από αδελφούς χωρίς καλά-καλά να καταλαβαίνουν τον λόγο. Μ’ αυτούς που πέθαναν κατά τη διάρκεια του εμφυλιο-πολεμικού ολέθρου (με ανεπούλωτα ακόμη τα τραύματα) από τη ναζιστική θηριωδία και από τη μεταπολεμική φτώχεια. Με τον προδομένο λαό από τους ξένους προστάτες, αλλά κυρίως από τους εγχώριους ηγέτες.
Μήπως ποια ήταν η συμπεριφορά του πολιτικού κόσμου τα πρόσφατα μνημονιακά χρόνια, όταν ο έως τότε επαναπαυμένος στη νιρβάνα της τεχνητής ευημερίας τα πρώτα χρόνια της παγκοσμιοποίησης Έλληνας πολίτης βίαια απώλεσε ακόμη και το δικαίωμα να ελπίζει; Ποια ήταν η αυτοκριτική του πολιτικού κόσμου; Τι εισέπραξε ο απλός άνθρωπος; Μόνο το παχυδερμικό «όλοι μαζί τα φάγαμε». Και φρούδες, ανολοκλήρωτες υποσχέσεις. Με άστοχους εξυπνακισμούς του τύπου της «ολιγαρκούς αφθονίας», όταν δεν υπάρχει καν εξασφαλισμένο το ελάχιστο όριο αξιοπρέπειας. Η ανθρώπινη λεία της ιστορικής αυτής περιόδου έχει γίνει πλέον εύκολο θήραμα για τον προικισμένο λαϊκιστή, είτε τοπικά, είτε πανελλήνια…
Η ανεπάρκεια της πολιτιστικής καλλιέργειας του πληθυσμού είχε ξεκινήσει με το ξερίζωμα της παράδοσης, με την εφαρμοσμένη αστυφιλία, την αισθητική της δικτατορίας, την εισαγωγή και την αχώνευτη επικράτηση της κουλτούρας των ξένων. Η παγκοσμιοποίηση συνάμα με την «προίκα» της πολιτιστικής φτήνιας του ’80 και του ’90 δημιούργησε (φυσικά και τοπικά) ένα υβρίδιο-πολίτη, εξοπλισμένο με τελευταίας τεχνολογίας κινητό ανά χείρας, αλλά με τερματισμένες τις πιστωτικές του κάρτες, αενάως διαδικτυομένου στη λάσπη των fake-news, βουτηγμένου στην άχρηστη υπερ-πληροφόρηση, εκτεθειμένου άνευ όρων στην 24ωρη πλύση εγκεφάλου της καταστροφικής τηλεμετάδοσης. Με την καταναλωτική υστερία, τη δηθενιά, την επένδυση στο «φαίνεσθαι», την κατάργηση των κανόνων κοινωνικής και ατομικής συμπεριφοράς, την υποταγή αμαχητί στην έξωθεν επιβαλλόμενη τάση προτίμησης της αγοράς. Με την ηχηρή «αλαλία» των «ες αεί» απόντων (!) πνευματικών ταγών…

Ιδού ο μηχανισμός του «εκφασισμού» και πού αυτός καταλήγει, υποψήφιε κύριε δήμαρχε.
Δεν είδα καμία νύξη για την αντικοινωνική συμπεριφορά των οδηγών όλων των ειδών στη πόλη μας ως προς το χύδην παρκάρισμα, την απουσία σεβασμού προς τους πεζούς και τους κανόνες του ΚΟΚ, την ανεπάρκεια αντίδρασης στην κατάληψη των πεζοδρομίων και στη μετατροπή των πεζοδρόμων σε διαρκές 12μηνο παζάρι, την αγελαία συμμετοχή σε αλήστου μνήμης εκδηλώσεις με τις… καλλίφωνες play-back τραγουδίστριες του χώρου επιρροής του δημάρχου, την αδιαμαρτύρητη αποδοχή της σκύλευσης της Αργούς, την υποτονική αντίδραση στο μείζον πρόβλημα της αερορρύπανσης και της επιδιωκόμενης γενίκευσης καύσης σκουπιδιών (με την ηχηρή αποδοχή και της κεντρικής κυβέρνησης) ή στο πρόστυχο χιούμορ που αναβλύζει από τις ανακοινώσεις του «γραφείου Τύπου», στην εγκατάλειψη της ΔΕΥΑΜΒ στην κακορίζικη νομική της τύχη, τη «χωρίς λόγια» ατμόσφαιρα των συνεδριάσεων του δημοτικού συμβουλίου… που φέρνει στον νου δυστυχώς αντίστοιχες ζοφερές κοινοβουλευτικές συνεδριάσεις. Αναρίθμητα τα παραδείγματα, θλιβερές οι διαπιστώσεις με κοινό παρονομαστή τη συμπεριφορά των «πολιτών», την απουσία αντίστασης, τη γενικευμένη παθητικότητα, την εκκωφαντική αναξιοπρέπεια…
Αυτό που χρειάζεται, υποψήφιε κύριε δήμαρχε, είναι αυτοκριτική και παρρησία από τους διεκδικητές της εξουσίας. Εσείς οι πολιτικοί εκπρόσωποι θα έπρεπε να δίνετε το καλό παράδειγμα πρώτα απ’ όλους, να αποδίδετε πιστά την πραγματικότητα, να προσφέρετε την αλήθεια ανεπιτήδευτη και να μη συναγωνίζεσθε στο «χάιδεμα των αυτιών των ψηφοφόρων», υπακούοντας δουλικά και αναντίρρητα στις εντολές της κεντρικής εξουσίας: Πρέπει να τα «τραβάτε κιόλας»…
Μόνο έτσι υπάρχει ελπίδα με τη συνεργασία όλων να επιτευχθεί σταδιακά η «αποφασιστοποίηση».

*ιατρού

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το