Τοπικά

Aβέβαιο μέλλον για τις εκδόσεις βιβλίων

Πίσω από τις εκδόσεις «Ήβη», που φέτος διανύουν το έβδομο έτος λειτουργίας τους, βρίσκεται ο Χρήστος Αγιώτης. Ο Βολιώτης επιχειρηματίας, ο οποίος ηγείται του μοναδικού ανεξάρτητου εκδοτικού οίκου στην περιοχή μας, μίλησε για τις τελευταίες εξελίξεις στον χώρο του βιβλίου, κυρίως μετά την κρίση που προέκυψε από την πανδημία του κορωνοϊού.
Τρέφει ιδιαίτερη αγάπη για το βιβλίο λειτουργώντας το βιβλιοπωλείο «Ήλιος» σε κεντρικό σημείο του Βόλου από το 2001, αλλά και την τυπογραφική τέχνη που έχει εξελιχθεί σε… οικογενειακή υπόθεση εδώ και μισό αιώνα (το πρώτο κατάστημα Αγιώτη άνοιξε το 1969). Παράλληλα, όμως, ο πρόεδρος του Συλλόγου Βιβλιοπωλών, Χαρτοπωλών και Εκδοτών Μαγνησίας επιδεικνύει μεγάλο μεράκι για τις εκδόσεις, έχοντας μέχρι στιγμής στο ενεργητικό του αρκετούς τίτλους με καλαίσθητα και προσεγμένα βιβλία.
Οι συνθήκες που επικράτησαν τις προηγούμενες εβδομάδες και η αναστολή λειτουργίας των εκδοτικών επιχειρήσεων, δημιούργησαν αντίξοο κλίμα για τον κλάδο, με τον κ. Αγιώτη να λέει: «Στην ουσία η παραγωγή των μεγάλων εκδοτών «πάγωσε» για τις 45 ημέρες που ήμασταν κλειστά. Τα εκδοτικά προγράμματα δεν άλλαξαν. Απλώς καθυστέρησε η παραγωγή τους. Είτε για λόγους ασφαλείας, αν και ο κλάδος των τυπογράφων δεν «κλείδωσε» όπως τα εμπορικά καταστήματα, είτε για λόγους οικονομίας, κάποιοι τίτλοι έμειναν πίσω, αφού οι εκδότες δεν είχαν σίγουρη την προώθησή τους».

Στη συνέχεια ο ιδιοκτήτης των εκδόσεων «Ήβη» αναφέρθηκε στους εκδοτικούς οίκους της επαρχίας, αλλά και τα νέα δεδομένα στη μετα-κορωνοϊού εποχή: «Απ’ όλο αυτό που συνέβη επηρεάστηκαν εξίσου και οι εκδότες στην περιφέρεια, που έχουν και μία μικρότερη παραγωγή και εννοώ από έναν μέχρι 20-25 τίτλους σε ετήσια βάση. Κάποιοι σταμάτησαν να παίρνουν βιβλία προς έκδοση, γιατί ήταν αβέβαιο το μέλλον. Και εξακολουθεί να είναι αβέβαιο, για τους εξής λόγους: Δεν επιτρέπονται οι παρουσιάσεις βιβλίων. Υπάρχει πρόβλημα με την προώθηση και δεν μπορείς να συγκεντρώσεις κόσμο σε ανοικτό ή κλειστό χώρο, ως μέτρο πρόληψης κατά της διασποράς του ιού. Αυτό σημαίνει ότι μία πρώτη μαζική πώληση του βιβλίου καθίσταται αδύνατη. Θα πορευθείς μόνο με τις διαφημιστικές καταχωρήσεις στον Τύπο ή στα social media. Ένας μικρός εκδότης βγάζοντας ένα τιράζ π.χ. τριακοσίων αντιτύπων από έναν ντόπιο συγγραφέα ή με υπόθεση τοπικού ενδιαφέροντος, ένας υπολογίσιμος αριθμός θα πωλούνταν στην πρώτη παρουσίαση. Επιπλέον δεν έχουμε καμία πληροφόρηση ακόμη για το πώς το κράτος θα μας επιτρέψει να κινηθούμε».

Ο κ. Αγιώτης σχολίασε επίσης τις ηλεκτρονικές πωλήσεις και κατά πόσο βοήθησαν το βιβλίο εν μέσω πανδημίας: «Είναι μία καινούρια πραγματικότητα. Όμως, το γεγονός ότι δοκιμάστηκε σκληρά το ηλεκτρονικό εμπόριο τις 45 ημέρες του lockdown, έδειξε και τα τρωτά σημεία του. Ιδίως οι διανομείς δεν μπορούσαν να ανταπεξέλθουν στον όγκο της δουλειάς που προέκυψε. Ένα δέμα που έφευγε από τον εκδότη κανονικά, έφτανε στον παραλήπτη του έπειτα από 10-15 ημέρες. Επακόλουθο των καθυστερήσεων ήταν να υπάρξει μείωση του τζίρου».
Κλείνοντας, μίλησε για έναν ακόμη παράγοντα που αναμένεται να επηρεάσει σημαντικά τον χώρο των εκδόσεων. «Η εισαγωγή χαρτιού είναι κάτι που δεν πρέπει να το παραβλέπουμε. Δεν ξέρουμε κατά πόσο θα γίνεται στα ίδιο ομαλό πλαίσιο, όπως μέχρι πρότινος. Π.χ. στην Ιταλία που λειτουργεί η Favini/Fabriano, μία από τις μεγαλύτερες παραγωγούς χαρτιού στην Ευρώπη, αναγκάστηκε να σταματήσει κάποια εργοστάσια. Ορισμένες χώρες με πιο αδύνατη οικονομία, όπως η Ελλάδα, όταν έρθει η ώρα να παραγγείλουν χαρτί, ενδεχομένως να το κάνουν με νέους, δυσμενέστερους όρους. Έτσι η εκδοτική παραγωγή που θα σχεδιαστεί από τον προσεχή Σεπτέμβριο, μπορεί να είναι μικρότερη σε όγκο», υπογράμμισε.
«Γενικότερα στην παρούσα φάση στον εκδοτικό κλάδο δεν μπορείς να αποτιμήσεις τη ζημιά που προκάλεσε το λουκέτο. Κανείς δεν έχει ενημέρωση. Βαδίζουμε κι εμείς βήμα-βήμα, όπως ισχύει για όλον τον εμπορικό κόσμο. Εάν με τον κορωνοϊό επαναληφθεί κάτι αντίστοιχο και τον χειμώνα, οι πιο σώφρονες εκδότες δεν θα κάνουν ανοίγματα, παρά θα περιοριστούν σε επίπεδα συντήρησης. Και τέλος, δεν γνωρίζουμε ακόμη πώς θα κινηθεί το φροντιστηριακό βιβλίο, που μας ενδιαφέρει πιο άμεσα, λόγω της αβεβαιότητας με τα σχολεία», κατέληξε.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το