Θ Plus

Αργυρόκαστρο: Η πόλη με τα χίλια σκαλοπάτια

Του Κυριάκου Παπαγεωργίου

1.- Το χαμένο στοίχημα

Καλοκαίρι του ’16. Ο Φίλιππας, ένας φίλος Βορειοηπειρώτης, που διαμένει μόνιμα στην Πάτρα και κατάγεται από τους Αγίους Σαράντα, με προσκαλεί τον Δεκαπενταύγουστο για ένα πενθήμερο στη γενέτειρά του προκειμένου να γνωρίσω την πόλη του, τι πα’ να πεί γνήσιο ηπειρώτικο γλέντι σ’ ένα ελληνικό χωριό (τους Βουλιαράτες) και να επισκεφτούμε το Αργυρόκαστρο.
Του ζητάω μια μέρα για το Βουθρωτό, μια για την Κονίσπολη προκειμένου να περιηγηθώ την αφιλόξενη σφηκοφωλιά των Τσάμηδων και μια για μια ολοκληρωμένη περιήγηση στο ορεινό συγκρότημα του Δέλβινου με επίσκεψη και περπάτημα στο Αργυρόκαστρο. Δε μου χάλασε το χατίρι. Για την επίσκεψή μου και το εξαντλητικό οδοιπορικό στο Βουθρωτό, όσο και την Κονίσπολη έχω γράψει παλιότερα. Ειδικά την περιπέτειά μου στην Κονίσπολη (Konispol) με τις άγριες διαθέσεις των Τσάμηδων που έβλεπαν τις ελληνικές πινακίδες δεν θα την ξεχάσω. Τώρα όμως ήρθε η ώρα ν’ αφηγηθώ τα παθήματά μου στο Αργυρόκαστρο.
*
Από τους Αγίους Σαράντα (Sarante) παίρνουμε τον οδικό άξονα που οδηγεί στην αρχαία Φοινίκη (Finig), μια πανέμορφη κοιλάδα με ποτάμια λίμνες και οργιαστική βλάστηση. Ύστερα από μια περιδιάβαση στο βουνό, διασχίζω την πεδιάδα της Φοινίκης (Finig), ανατολικά του Βουθρωτού και κατευθύνομαι στο ιστορικό Δέλβινο (Delvine). Aνηφορίζω, για να πέσω σε μια κλειστή λεκάνη, όπου είναι διασκορπισμένο το μεγάλο αυτό χωριό. Οι χάρτες δεν με βοηθούν και ουσιαστικά αναγκάζομαι να διασχίσω χωματόδρομους, περνώντας από την εύφορη πεδιάδα του Μεσοπόταμου (Μπιστρίτσα).
Όλη αυτή η λεκάνη, καθώς και το στενό της σιφόνι, αποτέλεσε μοναδικό πέρασμα για τις ιταλικές μεραρχίες, όταν αποβιβάστηκαν στους Αγίους Σαράντα (Sarande), προκειμένου να διαπεραιωθούν μέσω της κοιλάδας του Δρίνου στην Ελλάδα, προς το Καλπάκι.
Από εκεί ο Φίλιππας μου προτείνει δυο διαδρομές για το Αργυρόκαστρο. Μια μέσα από τα βουνά και την άλλη μέσω της πεδιάδας του Δρίνου.
Πρoτιμώ να πάμε από τον συντομότερο δρόμο για να έχουμε χρόνο στο Αργυρόκαστρο και στην επιστροφή περνάμε από τα ελληνικά χωριά της οροσειράς του Μιτζιέρε (Mi Gjerre). Το βουνό που σκαρφαλώνουμε στην αρχή είναι εντυπωσιακό και φέρνει το όνομα Κρόγγι, είναι γεμάτο από ελληνικά χωριά, με ζωντανούς πληθυσμούς και σπουδαίες εκκλησίες. Τα χωριά αυτά είναι η Μάλτσανη, η Τσερκοβίτσα και η Σωτήρα κι είναι χτισμένα στις βορειοδυτικές παρυφές της Μουργκάνας (Όρη Τσαμαντά).
Οδηγώντας σε δύσκολο οδόστρωμα και μετά από πολλές στροφές, σε ημιορεινό δίκτυο φτάνουμε σχετικά σύντομα στον άξονα που συνδέει την Κακαβιά με το Αργυρόκαστρο.
Από εκεί ακολουθούμε τον καινούργιο δρόμο που κινείται παράλληλα με το ποτάμι του Δρίνου για 22 περίπου χιλιόμετρα μέχρι να φτάσουμε στις παρυφές του Αργυρόκαστρου. Στο μεταξύ αριστερά μας όπως οδηγούμε προς τα βόρεια, ξεχωρίζουν ζωηρά ελληνικά χωριά, όπως η Γράψη, οι Τεριαχάτες, τα Σωφράτικα, η Δούβιανη, η Καλογορατζή, με τελευταία την εντυπωσιακή Δερβίτσανη.
Σημειωτέον ότι ο κεντρικός αυτός δρόμος που οδηγεί στο Αργυρόκαστρο, είχε κατασκευασθεί από τον Πύρρο, τον βασιλιά των Μολοσσών, για να διευκολυνθεί στον πόλεμο εναντίον των Ρωμαίων.
Στην είσοδο του Αργυρόκαστρου παρατηρούμε κάποια βενζινάδικα με ελληνικές πινακίδες κι επιγραφές. Αμέσως μετά ανηφορίζουμε κάπως απότομα μέχρι να φτάσουμε σε πλατεία – χώρο στάθμευσης, όπου αφήνουμε το αμάξι για επιδοθούμε σε περπάτημα.
Το Αργυρόκαστρο κρατάει μεγάλη ακόμη την αίγλη από το παρελθόν της κι είναι χάρμα να την περπατήσεις.

Ο επάνω μαχαλάς στο Αργυρόκαστρο

*
Η ιστορία της πόλης ξεκινάει από τα βυζαντινά χρόνια και συγκεκριμένα από το 1318, όταν με χρυσόβουλο του Ανδρόνικου αναγνωρίστηκε ως πρωτεύουσα της περιοχής. Η εξουσία της κρατάει μέχρι το 1770 οπότε η έδρα της τοπαρχίας μετατίθεται στο Δέλβινο.
Η ονομασία του Αργυρόκαστρου συνδέεται με θρύλους που επικράτησαν για πολλά χρόνια σύμφωνα και με τις λαϊκές παραδόσεις.
Η πρώτη ονομαστική πηγή κρατάει από τη θρυλική βυζαντινή αρχόντισσα Αργύρω, τη Μονοβύζα. Η ίδια φέρεται να έχει κτίσει την πόλη στην οποία βασίλεψε. Η δεύτερη προέλευση της ονομασίας της ανάγεται στους Αργυρίνους, αρχαίο Ηπειρωτικό φύλο. Μια τρίτη σχετίζεται με τον Πτολεμαίο που λέει πως εκεί βρισκόταν η αρχαία Ηπειρωτική πόλη Εκατόμπεδον και μια τελευταία που λέει ότι προήλθε από την αργυρή αντανάκλαση του φωτός πάνω στο κάστρο, που οφείλεται στη σύσταση των λίθων, οι οποίοι χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή του.
Επί τουρκοκρατίας αποκαλούνταν Έργερι και σήμερα Γκιροκάστρε ή Γκινοκάστρε.
Η πόλη είναι χτισμένη στα ανατολικά αντερείσματα του βουνού Μακρύκαμπος (M.j Gierre), ενώ απέναντι στο βάθος, και πάνω από την κοιλάδα του Δρίνου, διακρίνονται πολύ καθαρά δυο οροσειρές, αυτής της Πλατυβούνας (M. I. Lunxherise), αλλά κι εκείνης της Νεμέρτσικας.
*
Το Αργυρόκαστρο είναι η πόλη που γεννήθηκε και έζησε ο Εμβέρ Χότζα, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει, καθώς η σχέση του με την πόλη πυροδότησε αντιφατικές εκδοχές του προνομίου αυτού. Το Αργυρόκαστρο φέρει ανεξίτηλα τα ίχνη της παρακμής. Και να σκεφτεί κανείς ότι η πόλη αυτή όχι μόνο ευημερούσε, αλλά και γνώρισε πολύ μεγάλη άνθηση και πολιτιστική και οικονομική.
Σήμερα το Αργυρόκαστρο, η πόλη με τα Χίλια σκαλοπάτια, όπως αποκαλείται αποζητάει με αγωνία τη χαμένη ταυτότητα και αίγλη, για ν’ αποκτήσει γόητρο μια και την ομορφιά την έχει.
O ταξιδευτής που έρχεται πρώτη φορά στο Αργυρόκαστρο, θα πρέπει να είναι φορτωμένος αντισώματα, για να ξεπεράσει το σοκ που αφήνει στο διάβα του η νοοτροπία που κληροδότησε στους νεότερους Αλβανούς τόσο ο Ενβέρ Χότζα, όσο και ο Σάλι Μπερίσα.
Η στέρηση, η φτώχεια κι η μιζέρια διακρίνονται στα πρόσωπα όλων των κατοίκων του Αργυροκάστρου. Οι ξαφνικές ελευθερίες που τους έδωσε το νέο αλβανικό κράτος, τους κατέστησαν καχύποπτους και ασύδοτους.
Όμως όλη η περιοχή που αρχίζουμε να περπατάμε είναι πέρα για πέρα ελληνική. Τα κτίρια, οι δρόμοι, οι τεχνικές οικοδόμησης, τα καλντερίμια, τα σαχνισιά, οι στέγες κι οι εκκλησίες φυσικά, αποπνέουν έντονη ελληνικότητα και σαφή ιστορική και θρησκευτική παράδοση.
Η πόλη χωρίζεται σε δώδεκα συνοικίες, τις παρακάτω: Μανουλιάτη, Δοφάκα, Παλιορτό, Άνω και Κάτω Ντουναβάτι, Πλάκα, Βαρόσι (ο κλασικός ελληνικός συνοικισμός), Σκάλητος, Παλιοπάζαρο, Ασμουράτι, Τσετεμέλι και Μετζίτι. Από αυτές η συνοικία Βαρόσι είναι εξ ολοκλήρου ελληνική και στολίζεται από τον ωραιότατο ναό των Ταξιαρχών. Ελληνική συνοικία είναι και το Παλιοπάζαρο, με τον μητροπολιτικό ναό της Ζωοδόχου Πηγής.
Ανάμεσά τους υψώνεται το βυζαντινό φρούριο του Αργυρόκαστρου, το οποίο θα βρούμε σε μια περίεργη και λανθάνουσα κατάσταση. Διαθέτει πύλες αρκετές, πύργους, μπεντένια, μπουντρούμια, αίθουσες βασανιστηρίων, εκθετήρια όπλων, σιδερικών και οργάνων βασανισμού και φυσικά μια ωραία ταράτσα, με εκπληκτική θέα και πολλά κειμήλια από τον ελληνοϊταλικό πόλεμο…
Στο αίθριο του φρουρίου γίνονται εκδηλώσεις με παραστάσεις και συναυλίες.
Το παλιό αυτό βυζαντινό φρούριο ανακατασκεύασε το 1812 ο Αλή Πασάς, όταν κατέλαβε την πόλη.

Το γεφύρι του Δρίνου κάτω από τη Δερβίτσανη

*
Ο περίπατος στο παραδοσιακό τμήμα της πόλης είναι όχι μόνο απολαυστικός μα και διερευνητικός. Μη νομιστεί πως το Αργυρόκαστρο είναι μόνο η ομορφιά που βλέπουμε, όσο περπατάμε μέσα στα στενά ανηφορίζοντας και κατηφορίζοντας και μάλιστα πολύ απότομα κι εκνευριστικά.
Θα περπατήσουμε και στην παλιά και στην καινούργια πόλη. Για την καινούργια ας μη μιλάμε. Αλλά όσο θα τρυπώνουμε στις λότζες των πανύψηλων και πανέμορφων σπιτιών θα αντικρίζουμε εξαιρετικής κατασκευής οικοδομές, με ιδιαίτερα τυπολογικά χαρακτηριστικά που τα έχουν όλα. Οντάδες, χαγιάτια, υπερυψωμένες βάσεις, αλλά και αστικούς πύργους. Καθόσον αφορά στους πύργους αυτούς, πρέπει να πούμε ότι χτίζονταν έτσι, ώστε να προσφέρουν στους ενοίκους τους προστασία και ασφάλεια, με ισχυρή δόση αμυντικής οργάνωσης.
Όμως στις άλλες συνοικίες που περπατήσαμε, τα πυργόσπιτα είχαν εξαφανιστεί. Αλλά και μέσα στη συνοικία απ’ το Βαρόσι, πολύ κοντά στα πλούσια αυτά μεγαθήρια, έβλεπα χαμόσπιτα κι άθλιες παράγκες, απ’ τις οποίες έβγαιναν γριούλες στεκάμενες μα ύφος λοιδορίας, περαστικοί, μεροκαματιάρηδες και μαγαζατόροι, δίχως να γυρίσουν να σε δουν, ακόμη και παιδιά που τρέχαν κι όλο τρέχαν δίχως ποτέ τους να παίζουν.
Ο κεντρικός καλντεριμωτός δρόμος που αναρριχιέται σαν φίδι στα ψηλώματα, είναι γεμάτος κόσμο, αλλά τα μαγαζιά, εκτός από μερικά βασικά είδη, δεν έχουν τίποτα να προσφέρουν.
*
Η εικόνα που θα πάρουμε φεύγοντας θα κατασταλάξει τη γενική αίσθηση ότι επισκεφτήκαμε μια ωραία ελληνική πόλη με ξεπεσμένη αρχοντιά. Τα παλιά ελληνικά διδακτήρια, τα περίφημα Ζωγράφεια και τα παρθεναγωγεία δεν υπάρχουν πια. Σώζονται όμως αρκετές εκκλησίες. H κυανόλευκη που κυμάτισε το 1913 και από τον Δεκέμβρη του ’40 μέχρι τον Απρίλη του ’41, με βάση το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας, έπαψε να γαλαζώνει τον ουρανό του Αργυρόκαστρου.
Ας όψονται οι Μεγάλες Δυνάμεις.

Μακρινή άποψη του Αργυρόκαστρου
Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το