Θ Plus

Αρχαία κάστρα στον Νομό Καρδίτσας – Από τον Ελληνόπυργο στο Ελληνόκαστρο

Του Κυριάκου Παπαγεωργίου

A’ Μέρος
Κάποτε περνώντας από τα Άγραφα ο Άγγλος περιηγητής Κρίστοφερ Γουέρντσγουορθ, μαγεμένος από τη μικτή ημιορεινή, ορεινή και αλπική ζώνη της περιοχής την αποκάλεσε «Ελβετία της Ελλάδας». Βέβαια ο Άγγλος κατάφερε να διασχίσει ολόκληρο το διχαστικό τόξο της οροσειράς, που και σήμερα θεωρείται δύσκολο έργο. Διχαστικό γιατί χωρίζει τ’ Άγραφα σε Ευρυτανικά και Καρδιτσιώτικα. Βόρεια και Νότια…
Προσωπικά πιστεύω ότι αδικεί την περιοχή με το να την αποκαλεί Ελβετία, όπως την αδικούν και όλοι όσοι έχουν μια κάποια μικρή ή μεγάλη σχέση με έναν συγκεκριμένο τόπο ή τοπίο των Αγράφων. Και τούτο διότι τα Άγραφα είναι ένας ενιαίος, ανεξάρτητος και πολυσχιδής ορεινός όγκος, συνέχεια βέβαια της οροσειράς της Πίνδου, με την οποία ωστόσο τη χωρίζει σημαντική ορογενετική σύσταση. Αν και τα δυο βουνά αναδύθηκαν από την ίδια Τάφρο, της Πίνδου, η οροσειρά των Αγράφων διαφοροποιήθηκε σημαντικά με αποτέλεσμα να αποσχιστεί σε ζώνες εντελώς διαφορετικές από αυτές της Πίνδου.

Το χωριό Ελληνόπυργος (παλιά ονομασία Γράλιστα)

Γι’ απλή ενημέρωση η χαρτογραφική απεικόνιση του στενού γεωγραφικού κύκλου, μέσα στα όρια του οποίου θα κινηθούμε, εμφανίζεται με απόλυτη ακρίβεια στους χάρτες της ΑΝΑΒΑΣΗΣ. Οι επιφάνειες του τμήματος αυτού εξεικονίζουν μια πολυδιάστατη καθ’ ύψος και κατά μορφή αναπαράσταση της γεωλογικής κλίμακας και βαθμίδας. Η υποτύπωση γίνεται με ανάλογη σμίκρυνση και καθορισμένη αναλογία που σημειώνεται με το σύμβολο της διαίρεσης.
Στον χάρτη των Αγράφων σημειώνονται και αναγράφονται όλα τα χρηστικά στοιχεία που αφορούν κι ενδιαφέρουν τον ταξιδευτή, τον πεζοπόρο ή ακόμη και τον ερευνητή του αρχαιολογικού πεδίου.
Η χρηστικότητα του χάρτη των Βορείων Αγράφων όσον αφορά στην επί μέρους κλιμακούμενη περιοχή και η βοήθεια που προσφέρει είναι τεράστια κι εμάς ειδικά μας εξυπηρέτησε σε όλο το υπό έρευνα υπόβαθρο και πεδίο, τόσο των αρχαιολογικών σημείων επιτομής, όσο και των διαβαθμισμένων κλιμάκων υψομετρικών διαστάσεων και υποστάσεων.
Χρησιμοποιήσαμε κλίμακα με μικρό παρονομαστή (1 προς 10.000), ώστε το έργο μας να γίνει ευχερέστερο και πιο αποκαλυπτικό.
*
Η ζώνη λοιπόν των Αγράφων, η οποία αρχίζει από το χάσμα του Πάμισου ποταμού, νότια του Κόζιακα και έχοντας όριο την κωμόπολη του Μουζακίου, αναπτύσσεται σταυροειδώς σχηματίζοντας πολλές, αλλά όχι μεγάλες κορυφές με ποικίλη και τροπική ορογένεση, γι’ αυτό και σήμερα οι περιβαλλοντολόγοι – σχεδιαστές ορεινού πεδίου τη χωρίζουν σε Βόρεια, Δυτικά και Νότια Άγραφα. Η ορεινή ζώνη των Αγράφων, σε γενικές γραμμές, κλείνεται από τέσσερα ποτάμια: Tον Αχελώο δυτικά, τον Αγραφιώτη νότια, τον Ταυρωπό ανατολικά και τον Πάμισο βόρεια. Ο Κόζιακας, μαζί με τις τρεις κορυφές της Νεράιδας που αποκαλούν βουνά της Νότιας Πίνδου, αποτελούν τις απολήξεις του Πινδαίου τόξου χωρίζοντας τις δυο ορεινές ζώνες (Αγράφων και Πίνδου) σε ζώνες διαφορετικής επικράτειας, δομής και σύστασης.
*
Η κίνησή μας, αυτή τη φορά, θα επικεντρωθεί στον βόρειο άξονα των Αγράφων με πύλη εισόδου το Μουζάκι και περιφερειακή διάσχιση ενός σχετικά άγνωστου ημιορεινού όγκου που δεν έχει κάποιο ξεχωριστό όνομα.
Αν άνοιγε κανείς τον χάρτη – αναλυτικό χάρτη – κι έβλεπε την περιοχή του Μουζακίου, θα παρατηρούσε ότι τα γνωστά και τονισμένα γύρω από αυτή σημεία είναι το χωριό Μαυρομάτι και η σπηλιά, στην οποία φέρεται ότι γεννήθηκε ο Καραϊσκάκης, το Φανάρι με το βυζαντινό κάστρο και ο ποταμός Πάμισος που διαρρέει τη χαράδρα του Μουζακίου. Άντε και η Μονή του Αγίου Γεωργίου, στην οποία εμόνασε η μάνα του ήρωα της επανάστασης πριν αποσυρθεί στο σπήλαιο έξω από το μοναστήρι για να ξεγεννήσει.
Αν πάλι έβλεπε το κλασικό ανάγλυφο της περιοχής όπως διαμορφώνεται με τις ισοϋψείς των ανώμαλων διαστάσεων ορεινής κλίμακας θα ήταν δύσκολο να παρατηρήσει δυο περίεργα ονόματα που πλαισιώνουν το ορεινό ανάγλυφο γύρω από το Μουζάκι.
Θα έπρεπε να είναι πολύ προσεκτικός και να δοκιμάσει τις αντοχές και δυνάμεις του σε μια μικρή περιπέτεια, ώστε να αποκαλύψει τη γεωφυσική ταυτότητα των δυο αυτών χωρικών ενοτήτων που φέρουν τα ονόματα Ελληνόπυργος και Ελληνόκαστρο.
Και οι δυο αυτοί Οικισμοί βρίσκονται σε χαρακτηριστικά σημεία του αντικρινού από το Μουζάκι ορεινού πρανούς, με τη διαφορά πως ο ένας προσανατολίζεται στο θεσσαλικό κάμπο, ενώ ο άλλος προσβλέπει στον ορεινό όγκο των Δυτικών Αγράφων. Κι όμως είναι τόσο κοντά ο ένας στον άλλον. Ωστόσο τα χωρίζει το δύσβατο Μέγα Ρέμα.
Το ιδιαίτερο βέβαια χαρακτηριστικό των δυο αυτών Οικισμών αφορά στις κορυφές των βουνίσιων λόφων τους που υψώνονται λίγο πάνω από αυτούς με επιβλητικά κυκλώπεια βράχια που τα ’χουν στοιβιάξει εκεί κάποιοι ανώνυμοι γίγαντες της κλασικής ελληνικής περιόδου… Άγνωστο για ποιο λόγο…
Ακούγεται πάντως παράξενο, μα είναι ακόμη πιο παράξενο, αλλά σημαντικό να περπατήσεις ένα τόσο δύσβατο, βραχώδες και σκληροτράχηλο ανάγλυφο για να τ’ ανακαλύψεις.
Κι αυτό σ’ έναν τόπο επιβλητικά θεαματικό και ξεχωριστά συναρπαστικό. Πού; Mα στο Μουζάκι Καρδίτσας, λίγο έξω από την όμορφη αυτή καρδιτσιώτικη πύλη των Αγράφων.
Ο Ελληνόπυργος είναι ένα εντυπωσιακό χωριό χωμένο στις δασωμένες υπώρειες του βουνού Καψούνα. Που ενώ δεν φαίνεται από πουθενά, αντικρίζει τη θεσσαλική λεκάνη, ενώ το Ελληνόκαστρο, εξίσου εντυπωσιακό ορεινό χωριό είναι επίσης κρυμμένο στην πίσω πλευρά του ίδιου ορεινού εξάρματος που βλέπει την οροσειρά των Αγράφων. Στις βραχώδεις κορυφές των δυο χωριών είναι απλωμένα λίγα από τα τείχη των αρχαίων πύργων που έδωσαν το όνομά τους στα δυο χωριά. Ελληνόπυργος το ένα, Ελληνόκαστρο το άλλο.
*

Το αρχαίο κάστρο του Ελληνόπυργου

Τι μας έκανε να τα προσέξουμε και να τα επεξεργαστούμε; Η παρακάτω αναφορά του ερευνητή και συγγραφέα Δημήτρη Φωτιάδη στη βιογραφία του Καραϊσκάκη:
«Η μάνα του (του Καραϊσκάκη), ως φαίνεται, πέθανε άμα ήταν οχτώ χρονών. Οι ξένοι καταφρόνεσαν το παιδί πιότερο από ποτέ και γύρευαν μ’ αδιάκοπη δούλεψη να τους πληρώνει το ξεροκόμματο που του δίναν να φάγει. Και τότε (ο Καραϊσκάκης) παίρνει την πρώτη μεγάλη απόφαση. Παρατάει τους Σαρακατσαναίους, φεύγει από το Μαυρομάτι και τραβάει για τη Γράλιστα, που βρίσκεται ίσαμε πέντε ώρες δρόμο από τη σημερινή Καρδίτσα. Κι εκεί, λίγο πιο κάτω από το χωριό, στη σπηλιά του Λώλου, στήνει το πρώτο λημέρι του. Είχε τη γη για στρώμα, προσκέφαλο την πέτρα… Μεγάλωνε σαν αγρίμι, ανάμεσα στ’ άλλα τ’ αγρίμια…».
Ποια είναι η Γράλιστα και πού βρίσκεται η περιβόητη σπηλιά του Λώλου; Tα δυο αυτά ερωτήματα μπήκαν στον τροχό της έρευνας κι απαντήθηκαν σχεδόν αμέσως! Γράλιστα λεγόταν παλιά το χωριό Ελληνόπυργος και η σπηλιά του Λώλου είναι λίγο χαμηλότερα από το χωριό, που όμως ήθελε ψάξιμο…
Έτσι μπήκαμε στον τορό και χορέψαμε. Αλλά πώς; Τι μας έλαχε παραπάνω από τη γεωφυσική έρευνα που κάναμε και ποιες ήταν οι δικές μας ανακαλύψεις με τα ιστορικά στοιχεία και δεδομένα που σχετίζονται με τους δυο πιο πάνω Οικισμούς;
*
Σάββατο 30 του Μάη ξεκινήσαμε από τον Βόλο για να πάμε στον Ελληνόπυργο. Είδαμε πρώτα το γεωφυσικό ανάγλυφο και ένα μαύρο πυργάκι να ξεχωρίζει στον χάρτη της «Ανάβασης», σε κάμποση απόσταση ψηλότερα από τον Οικισμό. Αποφασίσαμε να ανεβούμε στο βυζαντινό κάστρο του Φαναρίου, από όπου θα μπορούσαμε να εκτιμήσουμε καλύτερα την όλη γεωμορφολογία κι απ’ όπου ευελπιστούσαμε πως θα είναι ορατή η πλαγιά κι ενδεχόμενα η θέση του Ελληνόκαστρου και της γύρω περιοχής του. Δεν πέσαμε έξω. Από το ωραιότατο κάστρο του Φαναρίου αποκαλύφθηκε το χωριό του Ελληνόκαστρου κι οι αλλεπάλληλες κορυφές των υπερυψωμένων λόφων που το πλαισίωναν.
Ευκαιρία λοιπόν να γνωρίσουμε έναν ορεινό όγκο, που συνήθως αδιάφορα προσπερνάμε.

Το βυζαντινό κάστρο του Φαναρίου του 13ου αιώνα

Κατεβήκαμε, παίρνοντας τον δρόμο για Χάρμα κι έπειτα για Καππά. Από κει ανηφορίσαμε για πέντε χιλιόμετρα, παράλληλα με το βαθύ ρέμα του Γραλιστιώτη, ώς να πιάσουμε τα πρώτα σπίτια του Ελληνόπουργου. Αφήσαμε το χωριό στα αριστερά μας, χτισμένο σε μια ωραία πλαγιά με προσανατολισμό καλό κι ανηφορίσαμε αφού το οδόστρωμα συνέχιζε ασφαλτοστρωμένο. Τραβερσάροντας τις βόρειες πλαγιές του βουνού στρίψαμε τέλος εγκάρσια στο εσωτερικό μιας βραχώδους πλαγιάς μέχρι να δούμε στα δεξιά μας μικρή πινακίδα που έγραφε «Προς Αρχαίο Κάστρο». Εκεί ξεπεζέψαμε και πήραμε το αχνό χωμάτινο δρομάκι που διέσχιζε ευχάριστο δρυόλογγο για χίλια οκτακόσια μέτρα, όσα έγραφε κι η πινακίδα. Στο τέρμα του δρομίσκου, όπου υπήρχε πλάτωμα αποκαλύφθηκε μια έξοχη κι ίσως μοναδική εικόνα του μικτού αγραφιώτικου και πινδώου τοπίου. Το εκπληκτικό πανόραμα των αργιθεάτικων κορφών, του Κόζιακα και της οροσειράς της Νότιας Πίνδου. Αλλά εκείνο που αποκάλυπτε η θέση του πλατώματος αυτού ήταν η μοναδική λήψη του συνόλου της ακραίας λεκάνης του κάμπου με το Μουζάκι και την Πύλη να δεσπόζουν και να συνδέονται άρρηκτα το ένα δίπλα στο άλλο…
Την άλλη Κυριακή το Β’ Μέρος.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το