Άρθρα

Απαραίτητη η παιδαγωγική κατάρτιση των εκπαιδευτικών

Tου Νίκου Λυχναρόπουλου,
καθηγητή Παιδαγωγικών και Φιλοσοφίας

Αφορμή για τη συγγραφή του παρόντος άρθρου μου έδωσαν δύο παλιότερα δημοσιεύματα στο ΒΗΜΑ του γνωστού καθηγητή Γλωσσολογίας και πρώην πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Γεωργίου Μπαμπινιώτη με τίτλους: α) «Η κατάρτιση των εκπαιδευτικών μας» και β) «Η εκπαίδευση των εκπαιδευτικών», δασκάλων Δημοτικού Σχολείου και καθηγητών Β/θμιας Εκπαίδευσης, όπου ο αξιόλογος καθηγητής λέγει ότι «για τα επόμενα χρόνια το πρόβλημα της ελληνικής Εκπαίδευσης θα είναι κυρίως το πρόβλημα των εκπαιδευτικών. Ακριβέστερα: η εκπαίδευση των εκπαιδευτικών». Ο κ. Μπαμπινιώτης τονίζει ότι « Σε μια τέτοια εκπαίδευση ό,τι θετικό έχει επιτευχθεί και επιτυγχάνεται οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στο δυναμικό των Εκπαιδευτικών μας» και προσθέτει: «Εν αντιθέσει προς ό,τι συμβαίνει σε όλες τις προηγμένες χώρες, στον τόπο μας η εκπαίδευση των εκπαιδευτικών δεν έχει μελετηθεί συστηματικά, με εξαίρεση τις παλιότερες και πολύτιμες για τον τόπο Παιδαγωγικές Ακαδημίες που, συνειδητά και οργανωμένα (παρά τις ελλείψεις τους σε προσωπικό και σε υψηλό επιστημονικό επίπεδο) εκπαίδευαν πραγματικά δασκάλους για τα σχολεία». Από όσα γράφει ο κ. Μπαμπινιώτης συνάγεται ότι εκτός από τις Παιδαγωγικές Ακαδημίες, οι Πανεπιστημιακές Σχολές στο παρελθόν δεν ενδιαφέρονταν για την παιδαγωγική κατάρτιση των φοιτητών.

Όμως επειδή πολλοί απόφοιτοι των σχολών αυτών γίνονται εκπαιδευτικοί, επιβάλλεται να έχουν παρακολουθήσει προηγουμένως ένα πρόγραμμα μαθημάτων, σχετικών τόσο με το μέρος των γνωστικών τους αντικειμένων, όσο και με τους τρόπους διδασκαλίας αυτών σε μαθητές. Επομένως, οι μέλλοντες εκπαιδευτικοί πρέπει α) να έχουν καλή επιστημονική συγκρότηση: να γνωρίζουν καλά τα γνωστικά τους αντικείμενα: Ελληνική γλώσσα, Ιστορία, Φυσική, Μαθηματικά, Ξένες Γλώσσες κ.λπ., να γνωρίζουν δηλαδή το τι της διδασκαλίας, και β) να έχουν αποκτήσει γνώσεις ψυχολογίας και μεθοδολογίας, δηλαδή να γνωρίζουν το πώς της διδασκαλίας, για να μπορούν να επιτύχουν ως δάσκαλοι. Εδώ θα ήθελα να αναφέρω κάτι σχετικό με τα ανωτέρω, το οποίο βίωσα κατά την εποχή των μεταπτυχιακών παιδαγωγικών μου σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης. Το πρώτο έτος, ως υπότροφος του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών, φοίτησα στο Τμήμα που οδηγούσε στην απόκτηση του «Πτυχίου Παιδαγωγικής» («Diploma in Education»). Μαζί μου φοιτούσαν κι άλλοι δύο Έλληνες εκπαιδευτικοί. Όμως τα μαθήματα αυτά εμείς οι Έλληνες, τα παρακολουθούσαμε μαζί με πολλούς Βρετανούς φοιτητές, οι οποίοι κατά τις παραδόσεις γέμιζαν το αμφιθέατρο. Όλοι εκείνοι ήταν απόφοιτοι πανεπιστημίου (φιλόλογοι, φυσικοί, μαθηματικοί κ.λπ.), οι οποίοι, φυσικά, κατείχαν τα γνωστικά τους αντικείμενα, αλλά δεν είχαν κάνει παιδαγωγικές σπουδές. Βάσει κάποιου νόμου της Σκωτίας, οι πτυχιούχοι πανεπιστημίου που επιθυμούσαν να διδάξουν σε σχολεία της Χώρας τους έπρεπε απαραίτητα να έχουν και Πτυχίο Παιδαγωγικών.

Σχετικά με τα ανωτέρω, ως παλιός καθηγητής, έχοντας διδάξει παιδαγωγικά μαθήματα επί είκοσι δύο χρόνια σε Ανώτερες Παιδαγωγικές και Επιμορφωτικές Σχολές της Χώρας μας (Παιδαγωγικές Ακαδημίες, ΣΕΛΔΕ, ΣΕΛΜΕ, ΠΕΚ) κι έχοντας κάνει τριετείς και πλέον μεταπτυχιακές σπουδές και μετεκπαιδεύσεις σε πανεπιστήμια της Βρετανίας και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, θα ήθελα να παρουσιάσω μερικές μου σκέψεις, που αφορούν στην κατάρτιση των εκπαιδευτικών για τη διδασκαλία των μαθημάτων: Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να έχουν επιστημονικές γνώσεις, να κατέχουν καλά το γνωστικό τους αντικείμενο. Όμως δεν φτάνει αυτό. Πρέπει να έχουν και ψυχοπαιδαγωγική κατάρτιση, η οποία συνίσταται στην απόκτηση γνώσεων Ψυχολογίας (Γενικής Ψυχολογίας, Ψυχολογίας του Παιδιού και του Εφήβου, Ψυχολογίας Προσωπικότητας, Ψυχολογίας Ατομικών Διαφορών). Εκείνο όμως που είναι απαραίτητο για τους εκπαιδευτικούς είναι η γνώση Παιδαγωγικής και Γνωστικής Ψυχολογίας. Επί μέρους θέματά τους, όπως «γνωστική δομή», «οργανωτές μάθησης», «μάθηση εννοιών», «μάθηση με νόημα», «μάθηση με ανακάλυψη», «βραχυπρόθεσμη», και «μακροπρόθεσμη μνήμη», «μεταφορά μάθησης», είναι δυνατόν να βοηθήσουν τον εκπαιδευτικό στην εξεύρεση των κατάλληλων μεθόδων διδασκαλίας των μαθημάτων.

Κατά τη διδασκαλία, ο εκπαιδευτικός μεταδίδει στους μαθητές του κυρίως γνώσεις, οι οποίες οδηγούν και στην απόκτηση πνευματικών δεξιοτήτων. Σχετικά με τη μετάδοση των γνώσεων, ο εκπαιδευτικός πρέπει να δίνει έμφαση στην κατανόηση των διδασκομένων κι όχι στην απομνημόνευσή τους, στην παπαγαλία. Σκοπός πρέπει να είναι η οργάνωση των γνώσεων στο μυαλό των μαθητών. Ο διάσημος βρετανός παιδαγωγός A. Χουάιτχεντ (A. Whitehead) στο βιβλίο του «Οι σκοποί της αγωγής» (The aims of education) λέγει ότι πρέπει να αποφεύγεται η μετάδοση «αδρανών ιδεών» (inert ideas), ιδεών που λαμβάνονται από το μυαλό των μαθητών, χωρίς να μπορούν αυτές να χρησιμοποιηθούν ή να ελεγχθούν ή να οδηγήσουν σε νέους συνδυασμούς. Ο παιδαγωγός αυτός τονίζει τη σημασία της οργάνωσης των γνώσεων λέγοντας: «Μη διδάσκετε πάρα πολλά θέματα» και «ό,τι διδάσκετε να το διδάσκετε σε βάθος».
Τη χωρίς κατανόηση πολυμάθεια κατέκριναν και οι Αρχαίοι Έλληνες. Ο Ηράκλειτος έλεγε: «Πολυμαθίη νόον ου διδάσκει» και ο Δημόκριτος: «Πολυνοΐην ου πολυμαθΐην ασκέειν χρη».

Την αξία της κατανόησης των γνώσεων (με τον όρο σοφία), τονίζει και ο βραβευμένος με Νόμπελ Λογοτεχνίας Άγγλος ποιητής Τ.Σ. Έλιοτ (T.S.Eliot), ο οποίος στα «Χορικά από τον βράχο» λέγει:
– Πού είναι η σοφία που τη χάσαμε μέσα στη γνώση;
– Πού είναι η γνώση που τη χάσαμε στις πληροφορίες;
Τη χωρίς βάθος πολυμάθεια επικρίνει και στο δοκίμιό του «Μετέωρη γνώση» ο νεοέλληνας συγγραφέας Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος. Παραθέτουμε ένα απόσπασμα: «Όλοι επιθυμούν να είναι καλά πληροφορημένοι… Όλοι βιάζονται να μάθουν τα πάντα, να αιχμαλωτίσουν τα πάντα, να μη βρεθούν απληροφόρητοι, να μη θεωρηθούν καθυστερημένοι. Και η επιφάνεια παίρνει τη θέση της ουσίας. Το βάθος γίνεται πλάτος. Η έκταση μεγαλώνει, αλλά δεν παρακολουθείται από την εσωτερική κατεργασία, που επιτρέπει στον αποδέκτη πλουσιότερα να αισθανθεί το αντικείμενο της γνωστικής του δίψας και πλουσιότερος ο ίδιος να γίνει. Όλα προσφέρονται έτοιμα, καθώς τα ρούχα, καθώς τα παπούτσια. Αν έρχονται σε κάποιους φαρδιά και σ’ άλλους στενά δεν πειράζει. Και είναι πολύ λίγοι εκείνοι που νιώθουν πως με τούτον τον τρόπο η γενική καλλιέργεια, όσο πλατύτερη τόσο και ρηχότερη γίνεται, που μόλις κατορθώνει να καλύψει την επιφάνεια και που εύκολα ραγίζει και σπάζει».

Από όσα αναφέραμε πιο πάνω, φαίνεται καθαρά ότι για να επιτύχει ο εκπαιδευτικός στο διδακτικό του έργο, εκτός από τις επιστημονικές γνώσεις χρειάζεται και γνώσεις ψυχοπαιδαγωγικής. Αυτές πρέπει να τις αποκτά κατά τη διάρκεια των πανεπιστημιακών του σπουδών, αλλά και να τις φρεσκάρει και κατά τον χρόνο της επαγγελματικής του εργασίας, μέσω κάποιας περιοδικής επιμόρφωσης. Εξοπλισμένος με όλες αυτές τις γνώσεις αλλά και με διδακτικές δεξιότητες, θα μπορεί να επιτελεί αποτελεσματικά το εκπαιδευτικό του έργο και να έχει την ικανότητα να κρίνει το διδακτικό αξίωμα ενός ξένου παιδαγωγού που λέγει: «Όταν η διδασκαλία αποτύχει, το σφάλμα είναι στη διδασκαλία».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το