Τοπικά

Ανάπλαση του Κοιμητηρίου Ταξιαρχών και μεταβολή του σε επισκέψιμο …με κήπους, πάρκο μνήμης και αμφιθέατρο

Ο μηχανικός του Δήμου Βόλου Γιάννης Πολυμενίδης κατέθεσε μελέτη για την νέα εικόνα που επιβάλλεται να αποκτήσει το Κοιμητήριο Ταξιαρχών, ώστε να καταστεί επισκέψιμο.  Οι κύριοι παράγοντες που συνηγορούν για την ανάπλαση του κοιμητηρίου και επιβάλλουν τη διάσωση και προστασία του είναι: · Η ιστορική, θρησκευτική και πολιτιστική αξία των ταφικών μνημείων είναι προφανής. Αποτελεί σημείο αναφοράς για τους κατοίκους του Βόλου, γιατί είναι άμεσα συνδεδεμένο με τις ιστορικές, θρησκευτικές και συναισθηματικές μνήμες τους. Η αισθητική, μορφολογική και ιστορική αξία των ταφικών μνημείων επιβεβαιώνεται από το ειδικό καθεστώς προστασίας τους από το ΦΕΚ 506/Β/1-7-96, γεγονός που δηλώνει τη σημασία τους και την ανάγκη διατήρησής τους.  Η μεγάλη συναισθηματική – ψυχική αξία που έχει το κοιμητήριο για τους πολίτες. Η ψυχολογική ταύτιση του κοιμητηρίου σαν φορέας της ιστορικής συνέχειας της πόλεως και σαν τόπος οικείος. Ο ιδιαίτερος αυτός ψυχικός σύνδεσμος, ιδιαίτερα από αυτούς που διατηρούν τους οικογενειακούς τάφους, είναι άξιος προσοχής.

ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΑΝΑΠΛΑΣΗΣ
Η γενική επιταγή προστασίας του μνημειακού και ιστορικού χαρακτήρα του κοιμητηρίου, θα βασιστεί στους τρεις κύριους άξονες που αναπτύχθηκαν παραπάνω, και
έχει ως άμεση συνέπεια τη δημιουργία ειδικών περιορισμών σε διάφορα επίπεδα. Το κοιμητήριο έχει διαμορφώσει λόγω γεωγραφικής θέσης και κοινωνικής σύνθεσης, αλλά και από παράδοση, έναν συγκεκριμένο ρόλο στο σύνολο του πολεοδομικού συγκροτήματος του Βόλου και της Ν. Ιωνίας. Ο ρόλος αυτός μπορεί να χαρακτηριστεί ως «κεντρική περιοχή πολιτισμού και ιστορικού χαρακτήρα». Είναι λοιπόν ανάγκη ο ρόλος αυτός να παραμείνει ο ίδιος και στο μέλλον, εμπλουτισμένος με τέτοιες χρήσεις, έτσι ώστε να μη χαθεί η έννοια της ιστορικής μνήμης του κοιμητηρίου.
Διατήρηση του χώρου του κοιμητηρίου
Διατήρηση του «ρυμοτομικού σχεδίου» και του οδικού δικτύου, δηλ. της βασικής του χάραξης ως προς τις διαστάσεις των οδών, σύμφωνα με το από το 1935
τοπογραφικό διάγραμμα.
Διατήρηση, αποκατάσταση και ανάδειξη των μνημείων στο κοιμητήριο με απόλυτο σεβασμό της ιστορικής του μορφής
Διατήρηση του υπάρχοντος καθεστώτος εντός του χώρου του κοιμητηρίου
(ηρεμία, έλλειψη κυκλοφορίας αυτοκινήτων, δυνατότητα περιπάτου και συναντήσεων).

ΣΤΟΧΟΙ ΤΗΣ ΑΝΑΠΛΑΣΗΣ
Σκοπός της μελέτης, είναι η ανάπλαση του κοιμητηρίου με τον απαραίτητο σεβασμό, ως χώρος ιστορικής μνήμης, γιατί αποτελεί ένα σύγχρονο μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς, το οποίο φιλοξενεί γλυπτά γνωστών καλλιτεχνών και μεταλλοτεχνητών.
Έτσι, η ανάπλαση του, θα μπορούσε να αποτελέσει πηγή μνήμης για τις μετέπειτα γενιές.
Η μελέτη της ανάπλασης, έχει ως στόχους :
— την βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των κατοίκων της περιοχής και γενικότερα του
Βόλου.
— την προστασία της ανθρώπινης υγείας , ψυχικής ηρεμίας και γαλήνης.
— την αναβάθμιση της ποιότητας του τουρισμού.
— την ανάπτυξη της επισκεψιμότητας στο κοιμητήριο.
— την ενθάρρυνση της ενεργούς συμμετοχής του κοινού στην διαδικασία.
— την διατήρηση και ενίσχυση του χαρακτήρα του κοιμητηρίου ως τόπος μνήμης και τιμής
στους νεκρούς.
— την αναψυχή μέσω διαδραστικών επεμβάσεων προσέλκυσης επισκεπτών, προκειμένου να έλθουν σε επαφή με όλες τις δραστηριότητες που θα γίνονται στο
εσωτερικό του κοιμητηρίου. Θα πρέπει, όλοι οι επισκέπτες, μικροί και μεγάλοι, να εξοικιωθούν με τον χώρο, αλλά και με την έννοια του θανάτου, ώστε να σταματήσουν να το βλέπουν ωις μακάβριο και απόκοσμο και να αρχίσουν να συνηθίζουν στην ιδέα, ότι είναι κι’ αυτό ένα φυσικό στάδιο ψυχικής μετάβασης.

ΝΕΟΣ – ΠΑΛΑΙΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ
Το νέο γενικό σχέδιο για το κοιμητήριο χωρίζεται κατά κάποιο τρόπο σε δύο ζώνες.
Αυτή του δυτικού τμήματος, με τη μεγάλη πυκνότητα μνημάτων, στο οποίο η επέμβαση συνίσταται στην αποσαφήνιση των ορίων, τον καθαρισμό του χώρου και την
συμπλήρωση σε φωτισμό και αστικό εξοπλισμό και αυτή του ανατολικού τμήματος όπου συναντάμε τις μεγαλύτερες επεμβάσεις με νέες χρήσεις και κατασκευές και εκτενή
δενδροφύτευση. Με το νέο σχεδιασμό επιχειρείται να ενισχυθεί το ίχνος του ρυμοτομικού σχεδίου
του 1935, να δημιουργηθούν νέα σημεία στάσης και ενδιαφέροντος, κήποι, πλατείες και εκθεσιακοί χώροι, καθώς και να συμπληρωθεί το δίκτυο διαδρομών.

Το υφιστάμενο δίκτυο με διαδρομές σκληρών υλικών (τσιμεντοκονία και πλακόστρωση με πλάκες Πηλίου) περιορίζεται στον άξονα της οδού Αναπαύσεως, στις πρώτες κάθετες οδούς σε αυτή μπαίνοντας από την κεντρική είσοδο και στον περίβολο του ναού και κρίνεται ανεπαρκές σε έκταση και εξοπλισμό ενώ στην υπόλοιπη έκταση η
βλάστηση και η παραμελλημένη κατάσταση του κοιμητηρίου δυσχεραίνει την προσπέλαση. Έτσι σχεδιάζεται ένα συμπληρωματικό δίκτυο βασικών διαδρομών που συνδέει το δυτικό τμήμα με μία ενδιάμεση πλατεία μνήμης ( που περιβάλλεται από τα
ταφικά τετράγωνα 19,20,21,35,36, 48 49α & 49β ) και οδηγεί στις εκτεταμένες επεμβάσεις
στο ανατολικό τμήμα. Οι νέες αυτές βασικές διαδρομές έχουν δαπεδόστρωση από
τσιμεντοκονία και φέρουν τον απαραίτητο αστικό εξοπλισμό. Το υπόλοιπο δευτερεύον
δίκτυο διαδρομών γίνεται σαφές με την οριοθέτηση των ταφικών τετραγώνων ενώ
στρώνεται με καλά πατημένο χώμα, ώστε να είναι προσπελάσιμο και προστατευμένο από
την άναρχη βλάστηση και να λειτουργεί επικουρικά στην περιπλάνηση εντός του
κοιμητηρίου.

Τα ταφικά τετράγωνα ορίζονται με χαμηλό κρηπίδωμα από corten, ενώ αναλόγως της πυκνότητας τάφων εντός αυτών αντιμετωπίζονται με δύο τρόπους. Στα μεν τετράγωνα με μεγάλη πυκνότητα τάφων, αυτά του κεντρικού τμήματος, καθαρίζονται από την άναρχη βλάστηση και τυχόν μπάζα, και το εσωτερικό τους στρώνεται με ψιλό γαρμπίλι σκούρου χρώματος έτσι ώστε να
αποφευχθεί η ανάπτυξη ανεπιθύμητης βλάστησης και να αναδειχθούν τα διατηρητέα
μνημεία. Στην δεύτερη περίπτωση ταφικών τετραγώνων, αυτών με την χαμηλή πυκνότητα τάφων, στρώνονται με χώμα φύτευσης και η βλάστηση αφήνεται να αναπτυχθεί ελεύθερα ενώ στο ανατολικό τμήμα όπου τα μνήματα είναι ελάχιστα προτείνεται φύτευση με εσπεριδοειδή, ελαιόδεντρα και φυλλοβόλα έτσι ώστε το κοιμητήριο να εμφανίζει
διαφορετική εικόνα με την πάροδο των εποχών, καθιστώντας συνειδητό στον επισκέπτη
τον χρόνο.

ΧΡΗΣΕΙΣ ΧΩΡΩΝ – ΚΤΙΡΙΩΝ
Στα υφιστάμενα κτίρια του ανατολικού τμήματος προτείνονται οι εξής χρήσεις:
Στα κτίρια εισόδου προτείνεται να λειτουργεί γραφείο φύλαξης του χώρου, γραφείο ενημέρωσης, πωλητήριο και εκθεσιακός χώρος.
Στο παλιό νεκροτομείο τοποθετούνται εκθεσιακοί χώροι και εγκαταστάσεις
υγιεινής. Στο παλιό πλυντήριο προτείνεται η λειτουργία μικρού εργαστηρίου παραγωγής θυμιαμάτων, το οποίο θα χρησιμοποιεί τα προϊόντα των νέων προτεινόμενων φυτεύσεων.
Στο WC γίνονται εργασίες ανακαίνισης και διατηρεί τη χρήση του.

Στον περίβολο του ναού γίνονται εργασίες συντήρησης ενώ συμπληρώνεται ο απαραίτητος αστικός εξοπλισμός με φωτισμό, καθιστικά και κάδους.
Στο μεσαίο τμήμα όπως προαναφέρθηκε τοποθετείται μία πλατεία μνήμης όπως ορίζεται από ασυνέχεια των ταφικών τετραγώνων στο παλιό ρυμοτομικό. Στο υλικό της
πλατείας ενσωματώνονται οι υφιστάμενοι διατηρητέοι τάφοι και τα ίχνη των
αποξηλωμένων που δεν ακολουθούν το ρυμοτομικό ενώ εντός αυτής τοποθετούνται και σπόλια, αποσπάσματα οικοδομικού υλικού που βρίσκονται διάσπαρτα στο κοιμητήριο.
Φυσικά η πλατεία διαθέτει τον απαραίτητο αστικό εξοπλισμό και έτσι δημιουργείται ένα ακόμη σημείο στάσης εντός του κοιμητηρίου.
Τέλος, στο ανατολικό τμήμα γίνεται εξωτερική επέκταση του οστεοφυλακίου η οποία ενσωματώνει και ένα υπερυψωμένο παρατηρητήριο. Πλάι του σχεδιάζεται ένας
κήπος μνήμης με φύτευση ενώ στις θέσεις των χωνευτηρίων τοποθετούνται ψηλές στήλες-οβελίσκοι. Σε επαφή σχεδόν και βορειότερα χωροθετείται υπόσκαφος
αμφιθεατρικός χώρος καθώς και στεγασμένος εκθεσιακός χώρος.

Η χρήση άμαξας συγκεκριμένα για την μεταφορά νεκρών εφαρμόζονταν σε παγκόσμιο επίπεδο, ενώ αποτελούσε μέσο αντικατοπτρισμού της κοινωνικής θέσης των ανθρώπων.
Για παράδειγμα, οι άμαξες με ένα άλογο και ελάχιστο στολισμό συμβόλιζε τις
κατώτερες τάξεις, ενώ άμαξες με δύο άλογα και στολισμό με φτερά (κατά την Βικτοριανή Περίοδο) συμβόλιζε τον πλούτο και τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα.

ΑΝΑΤΟΛΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Τα νέα στοιχεία ακολουθούν την χάραξη του υφιστάμενου οστεοφυλάκιου. Είναι άξονες παράλληλοι με την χάραξη της πόλης. Το οστεοφυλάκιο γίνεται αντιληπτό σαν μία νέα κατασκευή, οι νέες κατασκευές ακολουθούν το σχήμα του και με αυτή την κίνηση κατά κάποιο τρόπο το αστικό τοπίο
εισβάλει στον χώρο του κοιμητηρίου, διαντιδρά με τις χαράξεις και τα ίχνη του και σύντομα αφομοιώνεται σε αυτό συνεχίζοντας στις διαδρομές που οδηγούν στο κυρίως σώμα του.

Η υφιστάμενη είσοδος επί της οδού Παρασκευοπούλου ανοίγει και σηματοδοτείται με αψίδα και δίφυλλη θύρα από κόρτεν. Μπαίνοντας κανείς στο χώρο του κοιμητηρίου αντικρίζει ευθεία και αριστερά τον κήπο μνήμης, ακριβώς μπροστά του αιωρείται η απόληξη του υπερυψωμένου παρατηρητηρίου και ξεκινά η διαδρομή με ράμπες που τον οδηγεί στο υπόσκαφο αμφιθέατρο. Το ελεύθερο οπτικό πεδίο του επιτρέπει να παρατηρήσει τις διαδρομές που φεύγουν και οδηγούν στο εσωτερικό του κοιμητηρίου,
ενώ η νέα φύτευση πλαισιώνει το κάδρο και διαφοροποιεί το τοπίο από τα κωνοφόρα που
βρίσκονται παραπέρα. Ξεκινώντας από το οστεοφυλάκιο, όπως ήδη ειπώθηκε κρίνεται ανεπαρκές πόσο
μάλλον με τις προβλεπόμενες εκταφές.

Για τον λόγο αυτό σχεδιάζεται εξωτερική διώροφη επέκταση με μεταλλική κατασκευή που εφάπτεται σε αυτό στο βόρειο τμήμα του. Η προσθήκη είναι ημϊυπαίρθρια στο σύνολο της, με μεταλλικό σκελετό, μπετονένια πλάκα και στηθαίο από κόρτεν. Στο επίπεδο του εδάφους δημιουργείται στοά σε συνδυασμό με το υφιστάμενο οστεοφυλάκιο ενώ η πρόσβαση στο πάνω επίπεδο γίνεται από το δυτικό άκρο, πλάι στην είσοδο του οστεοφυλακίου με σκάλα ανόδου. Η προσθήκη σχεδιάζεται
σαν ένας διάδρομος όπου στο πρώτο του τμήμα αναρτώνται προθήκες για την φύλαξη των οστεοθηκών, η επιφάνεια προς το βορρά έχει ανοίγματα και καλύπτεται με
αναρριχώμενα φυτά. Το δεύτερο τμήμα επεκτείνεται ανάμεσα στο αμφιθέατρο και τον
κήπο και λειτουργεί σαν παρατηρητήριο με θέα το γύρω χώρο και την ανατολή.

ΠΑΡΚΟ ΜΝΗΜΗΣ 

Αξονικά με το οστεοφυλάκιο σχεδιάζεται το πάρκο μνήμης το οποίο χωρίζεται σε τρία
τμήματα.
Το πρώτο μικρότερο τμήμα, σε επαφή με το οστεοφυλάκιο στρώνεται με κυβόλιθο, επιτρέποντας την βλάστηση στις σχισμές του και τοποθετούνται έξι παρτέρια, σε
αντιστοιχία με τα παράθυρα του κτίσματος, υπερυψωμένα από κόρτεν και φυτεμένα με αρωματικά φυτά, όπως συμβαίνει και στην περίπτωση των αφαιρούμενων τάφων.
Το δεύτερο ενδιάμεσο τμήμα ορίζεται από τέσσερις στήλες στη θέση των χωνευτηρίων, ο κορμός τους είναι από μπετόν και η στέψη τους από κόρτεν. Στο κέντρο
σχεδιάζεται στρόγγυλο παρτέρι με ελαιόδεντρο και περιμετρικά αυτού χτιστό καθιστικό
από μωσαϊκό ενώ στο έδαφος έχουμε τετράγωνες πλάκες τραβερτίνου. Το σύνολο έχει
μνημειακό χαρακτήρα και λειτουργεί κεντρικά στη νέα σύνθεση.
Στο τρίτο μέρος, αυτό που βλέπει κανείς μπαίνοντας από την θύρα, έχουμε
δαπεδόστρωση με μπετόν, σκληρό υλικό, στο οποίο γίνεται εμφανής η χάραξη του
ρυμοτομικού με στοιχεία από κόρτεν και στρόγγυλα παρτέρια σε κάναβο.
Στο σύνολο του πάρκου σημαντικό ρόλο παίζει ο φωτισμός που γίνεται με χωνευτά
στο έδαφος φωτιστικά ενώ παράλληλα με τον τοίχο που διαχωρίζει το εβραϊκό
νεκροταφείο τρέχει παρτέρι φύτευσης. Στον τοίχο έχουμε επίστρωση με τσιμεντοκονία
ώστε να καθαριστεί και κατάλληλες διατάξεις για την ανάρτηση αναρρίχώμενων φυτών.
Παράλληλα με το πάρκο τρέχει δαπεδόστρωση με πλάκες ενοποιώντας τον χώρο και τις
κινήσεις με τις παρακείμενες κατασκευές.

ΥΠΟΣΚΑΦΟ ΑΜΦΙΘΕΑΤΡΟ

Βορειότερα το σύνολο ολοκληρώνεται με το υπόσκαφο αμφιθέατρο και τον κλειστό εκθεσιακό χώρο. Η ανάγκη για την δημιουργία του χώρου αυτού προκύπτει για τη
στέγαση ενός βασικού αντικειμένου που είναι στην ιδιοκτησία του δήμου, μία ξύλινη ιππήλατη άμαξα-νεκροφόρα του περασμένου αιώνα η οποία φυλάσσεται σε
προστατευμένο χώρο στην Διεύθυνση Νέου Κοιμητηρίου Βόλου ‘Κούκος’ ώσπου να μπει
στην τελική της θέση. Ο υπόσκαφος εκθεσιακός χώρος ουσιαστικά λειτουργεί σαν
προθήκη για το βασικό αυτό έκθεμα ενώ προτείνεται να πλαισιωθεί με οθόνες με διαδραστικό περιεχόμενο και πληροφορίες για το κοιμητήριο, επιτρέποντας έτσι την
συνεχή αλλαγή της παρεχόμενης πληροφορίας και γλυπτικά αντικείμενα που βρίσκονται
διάσπαρτα εντός του κοιμητηρίου. Ο υπόσκαφος χώρος είναι ανοιχτός με τζαμαρία προς
το αμφιθέατρο και έχει επίσης μεγάλο φωταγωγό στην οροφή. Η πρόσβαση στον χώρο γίνεται είτε με ράμπες προσβάσιμες από ΑΜΕΑ είτε από
τις κλίμακες εκατέρωθεν των διαζωμάτων του αμφιθεάτρου. Οι ράμπες, κατασκευασμένες από εμφανές μπετό, ορίζονται από ψηλούς τοίχους με ανοίγματα στα σημεία όπου τέμνονται με το ρυμοτομικό και λεπτομέρειες από κόρτεν. Μεταλλικοί χειρολισθείρες και
χωνευτά φωτιστικά ολοκληρώνουν την κατασκευή. Στο χώρο του αμφιθεάτρου οι κάθετες επιφάνειες καλύπτονται με πλάκες τραβερτίνου ενώ στα καθιστικά έχουμε το μωσαϊκό
που συναντάμε και στον υπόλοιπο χώρο. Δύο κάθετα στοιχεία από κόρτεν ορίζουν διαζώματα και πλατεία ενώ στις σκάλες τοποθετείται φωτισμός και περιμετρικά του
αμφιθεάτρου μεταλλικό προστατευτικό κάγκελο.

Η ομάδα μελέτης
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΟΛΥΜΕΝΙΔΗΣ
Αγρ. & Τοπογράφος μηχανικός
Υπ. Διδάκτωρ Πολεοδομίας, Χωροταξίας Π.Θ.
Μ.Δ.Ε. Πολεοδομίας – Χωροταξίας Π.Θ.
Αν. Προϊστάμενος Διεύθυνσης Κοιμητηρίων Δήμου Βόλου
άμισθος τεχνικός σύμβουλος
ΜΙΧΑΛΗΣ ΠΟΛΥΜΕΝΙΔΗΣ
Αρχιτέκτονας μηχανικός
άμισθοι συνεργάτες
ΔΗΜΗΤΡΑ ΝΙΑΣΟΥΔΗ
φ.τμ.Πολεοδομίας Χωροταξίας, Πολυτεχνικής Σχολής Π.Θ.
ΣΤΕΛΛΑ ΚΥΡΙΑΖΙΔΗ
φ.τμ.Πολεοδομίας Χωροταξίας, Πολυτεχνικής Σχολής Π.Θ.
τοπογραφική αποτύπωση
ΝΙΚΟΣ ΧΑΤΖΗΠΑΡΑΣΙΔΗΣ
Αγρ. & Τοπογράφος μηχανικός
Υπάλληλος Δνσης Τεχνικών Υπηρεσιών Δήμου Βόλου

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το