Άρθρα

Ανάγκη για μια νέα, ενεργητική και πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική

Του Γιώργου Κατρούγκαλου*

Δεν είναι μυστικό ότι η Τουρκία το τελευταίο διάστημα ακολουθεί μία ιδιαίτερα επιθετική τακτική απέναντι στη χώρα μας. Η επί μήνες παραβίαση των κυριαρχικών δικαιωμάτων στην υφαλοκρηπίδα μας το καλοκαίρι του 2020 είναι χωρίς προηγούμενο. Το ερώτημα είναι ποια είναι η στρατηγική της Ελλάδας απέναντι στην τακτική αυτή; Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν απέτυχε μόνον να αποτρέψει την παραβίαση των δικαιωμάτων μας αυτών. Απέτυχε να εξασφαλίσει ουσιαστικές ευρωπαϊκές κυρώσεις, που θα απέτρεπαν την επανάληψή της στο μέλλον και που θα ανάγκαζαν την Τουρκία να καθίσει με σοβαρότητα στο τραπέζι του διαλόγου. Ακόμη χειρότερα, δεν είχε ουσιαστική συμβολή ούτε στη διαμόρφωση της θετικής ευρωτουρκικής ατζέντας. Η Ελλάδα αντί να πρωτοστατεί στην τελευταία προτιμά να μιλά δι’α αντιπροσώπων – μέσω της Γερμανίας και της ηγεσίας της ΕΕ.

Καθιερώθηκε μεν στο τελευταίο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Μαρτίου -ουσιαστικά ερήμην μας- ένα πλαίσιο ευρωτουρκικών σχέσεων, αλλά όχι απλώς απουσιάζει οποιοσδήποτε μηχανισμός κυρώσεων, αλλά και η ίδια η λέξη απουσιάζει από τα Συμπεράσματα. Ακόμη και η Έκθεση Μπορέλ (που δεν υιοθετήθηκε στην ολότητά της στα Συμπεράσματα) καθιστά σαφές ότι όποια -αβέβαια- μελλοντικά ευρωπαϊκά μέτρα θα ενεργοποιηθούν μόνο ως αντίδραση σε τουρκικές ενέργειες που παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο. Με τη διαφορά ότι σύμφωνα με την Έκθεση ούτε το τουρκολιβυκο μνημόνιο ούτε οι έρευνες του Oruc Reis χαρακτηρίζονται παράνομα και αντίθετα με το διεθνές δίκαιο. Ούτε λόγος για αναφορά σε casus belli ή παραβιάσεις εναερίου χώρου. Άλλωστε ούτε το State Department στην έκθεση που παρουσίασε πρόσφατα στο πλαίσιο του EastMed Act, πήρε θέση για τις τελευταίες.

Η κυβέρνηση εκμεταλλεύεται επικοινωνιακά τα όσα -ορθώς- είπε πρόσφατα ο Ν. Δένδιας στην Άγκυρα, βάζοντας όμως όλα τα προβλήματα στη γυάλα, θεωρώντας, από ό,τι φαίνεται, ότι ουσιαστικός διάλογος με την Τουρκία μπορεί να υπάρξει μόνο στα θέματα οικονομίας και εμπορίου. Πρόκειται για ιδιαίτερα επικίνδυνη επιλογή. Η Άγκυρα επιδιώκει να αξιοποιήσει τη στασιμότητα στο Κυπριακό για την αλλαγή του πλαισίου της διαπραγμάτευσης, στα δε διμερή, για να κερδίσει χρόνο για να περάσει τον κάβο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Ιουνίου και να δει πώς θα χειριστεί τη νέα αμερικανική προεδρία στη συνάντηση Ερντογάν-Μπάιντεν στο ΝΑΤΟ. Η επιλογή, επομένως, της αποφυγής ουσιαστικού διαλόγου είναι λανθασμένη και επικίνδυνη. Εάν δεν δημιουργηθούν στέρεοι διμερείς και ευρωτουρκικοί δίαυλοι ουσιαστικής επικοινωνίας, η πορεία είναι προδιαγεγραμμένη: Η Άγκυρα ή θα επανέλθει στις επιθετικές κινήσεις ή θα διεξάγει διάλογο για τα δικά μας θέματα με τρίτους. Άρα η λογική ότι διεξάγουμε έναν μη-διάλογο με την ελπίδα ότι θα αποφευχθεί η ένταση, αποτελεί αυταπάτη.

Η χώρα μας πρέπει να ξεφύγει από το υφιστάμενο κενό στρατηγικής της Νέας Δημοκρατίας και να επιδιώξει ο διμερής διάλογος να έχει ουσία και να επικεντρωθεί στα κρίσιμα θέματα. Η αναγκαία ένταξη της ελληνοτουρκικής διαφοράς στο πλαίσιο των ευρωτουρκικών σχέσεων πρέπει να εξειδικευθεί με συγκεκριμένες προτάσεις. Ειδικότερα, πρέπει να επιδιώξουμε, σε αυτήν τη συγκυρία που η Τουρκία επιχειρεί να επανατοποθετηθεί στο διεθνές πλαίσιο, προσβλέπει στη συνάντηση με τον Αμερικανό πρόεδρο τον Ιούνιο και ευελπιστεί σε ένα θετικό αποτέλεσμα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, να προωθήσουμε τα ζητήματά μας. Εάν η Τουρκία επιστρέψει στον δρόμο της επιθετικότητας και της έμπρακτης ή ρητορικής αμφισβήτησης του διεθνούς δικαίου, οι αυστηρές κυρώσεις είναι μονόδρομος. Εάν, αντιθέτως, επιλέξει τον δρόμο της βελτίωσης των σχέσεων της με την ΕΕ, ζητώντας αναβάθμιση της Τελωνειακής Ένωσης, η χώρα μας πρέπει να απαιτήσει η διαδικασία αυτή να έχει ως προϋπόθεση τη συμφωνία της να παραπεμφθεί η διαφορά για τις οικονομικές θαλάσσιες ζώνες στη Χάγη.

Τη νέα στρατηγική αυτή περιέγραψε αδρά πρόσφατα ο Αλέξης Τσίπρας στο Φόρουμ των Δελφών. Στο ίδιο φόρουμ, περιγράφοντας αναλυτικότερα την πρόταση, έκανα λόγο για «Ελσίνκι plus». Κρατάμε, δηλαδή, αυτό που ήταν θετικό από το Ελσίνκι, την προσπάθεια να υπάρξει μια ενεργητική διπλωματία κίνησης και όχι ακινησίας, χωρίς τις «σκιές» του, την αναφορά σε «συνοριακές διαφορές». Η παραπομπή στο Διεθνές Δικαστήριο θα αφορά αυστηρά το νομικό θέμα οριοθέτησης ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας, σύμφωνα με το δίκαιο της θάλασσας, αποκλείοντας οποιαδήποτε συζήτηση για δήθεν γκρίζες ζώνες ή αποστρατιωτικοποιημένα νησιά.

Οι αρχές της εξωτερικής μας πολιτικής, η προσήλωση της χώρας μας στην ειρήνη και στην επίλυση των διαφορών με διάλογο και σεβασμό στο διεθνές δίκαιο, είναι διαχρονικές και γενικής αποδοχής από όλα τα κόμματα. Το ζητούμενο όμως είναι η ενεργητική προώθηση τους. Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ εξακολουθεί να έχει το ίδιο στίγμα πατριωτικής ευθύνης στην εξωτερική πολιτική ως κυβέρνηση και ως αντιπολίτευση. Επιδιώκουμε να προωθήσουμε τα εθνικά συμφέροντα με μια πολιτική ενεργητική, όχι απλώς να κλωτσήσουμε το ντενεκεδάκι παραπέρα. Θα επιμείνουμε με προτάσεις όπως αυτή, για να επανέλθει η χώρα μας στην ενεργητική και πολυδιάστατη διπλωματία που έχει ανάγκη.

*Ο Γιώργος Κατρούγκαλος είναι καθηγητής Δημοσίου Δικαίου, τομεάρχης Εξωτερικών ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το