Άρθρα

Αναγκαία βήματα

του Παντελή Προμπονά

Προσπαθώ επίμονα να καταλάβω τι συμβαίνει γύρω μου, άλλωστε αυτό είναι περίπου και το job description για τους κοινωνικούς επιστήμονες. Βεβαίως αυτού του είδους η κατανόηση δεν εμπίπτει στους χρονικούς και θεματολογικούς κανόνες της εκάστοτε συγκυρίας, στην περίπτωσή μας προεκλογικής, και σαφώς δεν έχει την ίδια απεύθυνση με τις δημοσιογραφικές αναλύσεις που έχουν εγκατασταθεί στον δημόσιο λόγο την τελευταία εικοσαετία ενώ συχνά δε μπορούν να είναι και περιπτωσιολογικές. Όσο οδυνηρή μπορεί να αποδειχθεί η επικράτηση το τάδε ή του δείνα υποψηφίου, συνδυασμού ή κόμματος η αναγωγή του σε γενικό κανόνα λειτουργεί εν πολλοίς συσκοτιστικά.
Γράφει ο Καζαντζάκης στην Ασκητική του τη γνωστή φράση περί ευθύνης «ν’ αγαπάς την ευθύνη, να λες εγώ, εγώ μονάχος μου θα σώσω τον κόσμο. Αν χαθεί, εγώ θα φταίω». Συμφωνώ με τη διάσταση της κοινωνικής ενεργοποίησης που υπονοεί ωστόσο η σωτηρία του κόσμου δε μπορεί να είναι ατομική υπόθεση, οι άνθρωποι δε συμφωνούν σε μια οικουμενική ερμηνεία της σωτηρίας τους και κυρίως η πολιτική, ιδεολογική, ταξική, έμφυλη ταυτότητά τους διαμορφώνεται πολιτισμικά και συνεπώς χρειάζεται να κατανοηθεί πριν συζητηθεί στο πλαίσιο μιας ευθύνης. Τα γράφω αυτά διότι τα τελευταία χρόνια παρατηρώ από διάφορες πλευρές του πολιτικού χάρτη, αναλόγως του -εκλογικού συνήθως- αποτελέσματος, μια συμπεριφορά Μαρίας Αντουανέττας. Μια μεταφυσική της μετάθεσης ευθυνών και γενική επίκληση επιθετικών προσδιορισμών για τη νοητική κατάσταση, το ιδιοτελές συμφέρον, την πολιτισμική συγκρότηση του λαού, των πολιτών.

Η εκλογική και εν γένει η πολιτική συμπεριφορά των ανθρώπων δεν μπορεί να εμπίπτει στη μεταφυσική αν θέλουμε να πιστεύουμε πως μπορεί να διαφοροποιηθεί. Δίχως να γράφω κάποια ιδιαίτερη σοφία, μοιράζομαι μαζί σας ορισμένες σκέψεις ανάμεσα σε δύο κρίσιμες κατά τη γνώμη μου εκλογικές αναμετρήσεις κυρίως για κάποια κατά τη γνώμη μου αναγκαία και άμεσα ζητούμενα βήματα που πρέπει ως κοινωνία να βαδίσουμε.
Πρώτο η δραστική αντιμετώπιση της γενίκευσης του ανορθολογισμού. Δικαιώνεται το σύνθημα γνωστής αμερικανικής σειράς πως «ζουν ανάμεσά μας». Για μια σειρά λόγους έχουν εγκατασταθεί στη δημόσια σφαίρα θεωρίες συνομωσίας, κρυφά ομόλογα τρισεκατομμυρίων, ιδιόχειρες επιστολές του Ιησού, τσαρλατάνοι παντός είδους οι οποίοι στη χώρα του «ό,τι δηλώσεις είσαι» παίζουν με το μαλακό υπογάστριο ανθρώπων έτοιμων να υποδεχτούν, να πιστέψουν, ακόμα και να δράσουν υπέρ των φορέων τους. Τα κόμματα εξουσίας οφείλουν να τραβήξουν μια κόκκινη γραμμή στις υπαρκτές σχέσεις τους με τον χώρο αυτό. Αλλά κυρίως απαιτείται η ενεργοποίηση της κοινωνίας και των φορέων της, των καλλιτεχνών, των διανοουμένων, των ακαδημαϊκών, των καθηγητών σε ένα σχέδιο μορφωτικού διαφωτισμού στην καρδιά της εποχής της πληροφορίας.
Δεύτερο βήμα η συγκρότηση και υπεράσπιση ενός χώρου λογοδοσίας του πολιτικού που να προστατεύεται, κατά το δυνατόν, από τα παντός είδους συμφέροντα. Πιο δημοφιλές παράδειγμα οι δημοσιογράφοι που εξαργυρώνουν την πολυετή έκθεσή τους στην εκλογιμότητα ενός κομματικού ψηφοδελτίου. Και το πρόβλημα δεν έγκειται στην απόφαση ενός δημοσιογράφου να πολιτευθεί, αυτό είναι δικαίωμά του. Ωστόσο δε μπορεί ο εργασιακός του βίος να αποτελεί προϋπηρεσία κομματικής προπαγάνδας και δυστυχώς ιδιαιτέρως την τελευταία δεκαετία αυτή η πρακτική εξελίσσεται σε μάστιγα κατά της ελευθεροτυπίας.

Τρίτο η αντιμετώπιση της νεο-ολιγαρχίας. Προφανώς δεν διατηρώ κάποια αυταπάτη για το πως λειτουργεί ο καπιταλισμός ωστόσο δε μπορεί να αντιμετωπίζεται ως αυτονόητη εξέλιξη η καταστροφή των μηχανισμών διαμεσολάβησης ανάμεσα στην οικονομία, την πολιτική, τα μέσα ενημέρωσης, τον αθλητισμό. Η κατάργηση των έστω και συμβατικών διαχωριστικών γραμμών παράγει νέου τύπου εξαρτήσεις, ευνοιοκρατία και εν τέλει εγκαθιστά ως κανονική μια νέου τύπου μεταπολιτική κατάσταση που εξυμνεί το αποτέλεσμα (κατά τη φιλελεύθερη αυταξία) αδιαφορώντας για τα κίνητρα ή τα μέσα επίτευξής του.
Τέταρτο η επανακατοίκηση του συλλογικού. Όχι ως νοσταλγία του παρελθόντος αλλά ως εικόνα από το μέλλον. Πρέπει να επινοήσουμε εκ νέου χώρους και μορφές που μπορούν να εκφράζουν τα συμφέροντα της θιγόμενης κοινωνικής πλειοψηφίας, ένα πρόγραμμα σύνθεσης καθόλου απλό και αυτονόητο. Βλέπετε μια σειρά τέτοιων δομών έγιναν εφαλτήριο προσωπικής ανέλιξης προέδρων και προνομιακός συνομιλητής όσων υποτίθεται πως αντιμάχονταν, ρίζωσαν στο νομικό σύστημα και την κρατική γραφειοκρατία κι άντε να τα ξεριζώσεις…

Πέμπτο η επιθετική μετατόπιση του δημόσιου λόγου προς τα αριστερά. Την τελευταία δεκαετία στο έδαφος της κρίσης ο δημόσιος λόγος συντηρητικοποιείται συνεχώς. Τα πολιτικά κόμματα προσπαθούν να προσποριστούν κομματικά οφέλη εμβαπτιζόμενα σε ρατσιστικές και ξενοφοβικές θέσεις, υιοθετώντας την πατριαρχική ρητορική της εθνικής αναπαραγωγικής διακινδύνευσης, ανάγοντας σε κατάκτηση το μη χείρον βέλτιστον στα υλικά δικαιώματα των εργαζομένων και αδυνατώντας να αντισταθούν στον αυξανόμενο ρυθμιστικό ρόλο της οικονομίας και του χρηματοπιστωτικού συστήματος, μετατρέποντας σε mainstream ιδεολογία τον εθνικισμό με αποκορύφωμα το Μακεδονικό. Αυτή η εκτροπή πρέπει να σταματήσει καθώς οδηγεί στον κοινωνικό κανιβαλισμό: Μην πάτε μακριά, παρατηρήστε τα σχόλια στα κοινωνικά δίκτυα που χρησιμοποιείτε. Όταν το γήπεδο που στρώνεται είναι αυτό του μίσους, της εξαίρεσης και της έντασης τότε τα αποτελέσματα του θα είναι ανάλογα. Μη συγχέουμε όμως τα αποτελέσματα με τις αιτίες τους.

[email protected]

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το