Τοπικά

Αλματώδης αύξηση ενδοοικογενειακής βίας την τελευταία δεκαετία – Στοιχεία έρευνας παρουσιάζει η “Θ”

Η κ. Πένυ Πασπάλη, με μεταπτυχιακό δίπλωμα εξειδίκευσης στις Σπουδές Φύλου και υποψήφια διδακτόρισσα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, είναι ερευνήτρια στο ελληνικό τμήμα του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου για τη Γυναικοκτονία.

Το ελληνικό τμήμα που αποτελείται από πέντε ερευνήτριες (Αθανασία Κοντοχρήστου, Αθηνά Πεγκλίδου, Αναστασία Γκόνη – Καραμπότσου, Στέλλα Καψαμπέλη) ερευνά τα δεδομένα για τις γυναικοκτονίες στη χώρα, ενώ και από τις 25 Νοεμβρίου θα είναι διαθέσιμο και διαδικτυακό site (femicide.gr).
Στη «Θ» παρουσιάζει σήμερα στοιχεία που έχει συλλέξει το Παρατηρητήριο για τη γυναικοκτονία τα προηγούμενα δύο χρόνια στην Ελλάδα, ενώ καταγράφει την αυξητική τάση στα περιστατικά βίας την περίοδο της πανδημίας.
Μιλά για τη σημασία πρόληψης και εκπαίδευσης και τονίζει ότι η «η έμφυλη βία είναι ένα ζήτημα που αφορά την κοινωνία συνολικότερα. Πρέπει να μάθουμε να την αναγνωρίζουμε και να παρεμβαίνουμε».
Είναι ενδεικτικά τα στοιχεία της γενικής γραμματείας Δημογραφικής και Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας Φύλων για την περίοδο από τον Νοέμβριο 2020 έως τον Ιανουάριο 2021, όταν με τα μέτρα περιορισμού για την αντιμετώπιση της Covid-19, το επικρατέστερο είδος έμφυλης βίας ήταν η ενδο-οικογενειακή με ποσοστό 83% από το σύνολο των καταγραφών.

Αρχικά η ερευνήτρια Πένυ Πασπάλη εξηγεί ποια είναι τα χαρακτηριστικά της γυναικοκτονίας και τι μορφές μπορεί να πάρει…
Η γυναικοκτονία είναι η εκ προθέσεως δολοφονία γυναικών και κοριτσιών λόγω του φύλου τους, δηλαδή το φύλο τους αποτελεί κίνητρο για τη φυσική εξόντωσή τους και αποτελεί την πιο ακραία μορφή στο φάσμα της βίας κατά των θηλυκοτήτων. Σύμφωνα με το Καναδικό Παρατηρητήριο Γυναικοκτονίας, οι γυναίκες, παγκοσμίως, έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να υποστούν βιασμό ή να τις δολοφονήσουν νυν ή πρώην σύντροφοί τους, ενώ σε αυτές τις περιπτώσεις συνήθως υπάρχει ιστορικό άσκησης βίας από τον άνδρα.
Η πιο συνήθης μορφή γυναικοκτονίας στην Ελλάδα είναι η ενδο-συντροφική δολοφονία. Αναλύοντας τα δεδομένα που έχουμε συλλέξει στο Παρατηρητήριο, προκύπτει ότι το 2019 από τις 17 καταγεγραμμένες περιπτώσεις ως γυναικοκτονίες, οι 6 διαπράχτηκαν από σύζυγο, 2 από σύντροφο και 4 από πρώην σύντροφο/σύζυγο. Αντίστοιχα, το 2020 από τις 19 περιπτώσεις, οι 6 διαπράχθηκαν από συζύγους, 2 από συντρόφους και 2 από πρώην συντρόφους/συζύγους. Κυρίαρχο μοτίβο στην Ελλάδα αποτελεί και η γυναικοκτονία από πρώην ή εν διαστάσει σύντροφο ή σύζυγο, καθώς το διαζύγιο ή η απόφαση διακοπής σχέσης από τη γυναίκα αποτελούν ένα σύνηθες κίνητρο για γυναικοκτονία. Πρόσφατα τέτοια παραδείγματα, μεταξύ άλλων, για το 2021 είναι οι περιπτώσεις στη Μακρινίτσα και στα Γλυκά Νερά. Έτσι, το σύνθημα που ακούγεται στις φεμινιστικές πορείες της 25ης Νοέμβρη ή της 8ης Μάρτη τα τελευταία χρόνια «Οι γυναικοκτόνοι έχουν τα κλειδιά του σπιτιού μας», μην το θεωρείτε προβοκατόρικο.
Ταυτόχρονα, η γυναικοκτονία δεν αφορά μόνο δολοφονίες γυναικών στο πλαίσιο συντροφικής σχέσης. Αντίθετα είναι ένα σύνθετο έγκλημα με διάφορες μορφές και εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το πολιτισμικό πλαίσιο. Ενδεικτικά, μερικοί τύποι γυναικοκτονίας είναι ενδο-οικογενειακή γυναικοκτονία, δηλαδή η δολοφονία από μέλος της οικογένειας, όπως πατέρα ή γιο (βλ. περιπτώσεις Αγγελικής Πέτρου τον Ιανουάριο του 2019 στην Κέρκυρα που την δολοφόνησε ο πατέρας της και μιας γυναίκας στη Δράμα τον Οκτώβριο του 2020 που την δολοφόνησε ο γιος της), γυναικοκτονία λόγω μη συναίνεσης σε σεξουαλική πράξη, εκτός πλαισίου σχέσης, (βλ. περίπτωση Ελένης Τοπαλούδη τον Νοέμβριο του 2018 στη Ρόδο), γυναικοκτονία λόγω ανίατης ασθένειας ή προχωρημένης ηλικίας (βλ. τη φετινή περίπτωση δολοφονίας ηλικιωμένης με ανίατο νόσημα στην Αργολίδα), γυναικοκτονία με ρατσιστικό πρόσημο, λόγω δηλαδή εθνικής ή φυλετικής καταγωγής (βλ. κατά συρροή δολοφονίες γυναικών καταγόμενων από τις Φιλιππίνες στην Κύπρο το 2019) και γυναικοκτονία λόγω σεξουαλικότητας ή ταυτότητας φύλου (ομοφοβική και τρανς-γυναικοκτονία). Τέλος, γυναικοκτονία θεωρείται η μαζική δολοφονία γυναικών και κοριτσιών στο πλαίσιο ένοπλων συρράξεων και πολέμων, ενώ στο έγκλημα συγκαταλέγονται και οι αμβλώσεις επειδή το έμβρυο είναι θηλυκό, και οι δολοφονίες βρεφών επίσης λόγω του φύλου τους.

Συνεχής αύξηση της συντροφικής βίας από το 2012
Αποκαλυπτικά για την αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας την περίοδο της πανδημίας είναι και τα στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Δημογραφικής και Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας Φύλων που δέχεται σχετικές καταγγελίες…
Δεν γνωρίζουμε αν υπάρχει αυξητική τάση των γυναικοκτονιών τα τελευταία χρόνια ή κατά την περίοδο της καραντίνας, εξαιτίας της έλλειψης συστηματικής και στοχευμένης καταγραφής των γυναικοκτονιών ως συγκεκριμένης μορφής ανθρωποκτονίας από επίσημους φορείς και όργανα, όπως η αστυνομία. Σίγουρα, υπάρχει αύξηση της ενδο-οικογενειακής/ενδο-συντροφικής βίας λόγω της αναγκαστικής παραμονής με τους κακοποιητές συντρόφους (ή άλλα μέλη της οικογένειας όπως πατέρες και γιοι). Αυτό φαίνεται στην αύξηση των καταγγελιών κατά τη διάρκεια της πρώτης καραντίνας στην τηλεφωνική γραμμή SOS – 15900 (μαζί με την ηλεκτρονική διεύθυνση [email protected] της Γενικής Γραμματείας Δημογραφικής και Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας Φύλων δέχονται καταγγελίες για περιστατικά έμφυλης και ενδο-οικογενειακής βίας. Περισσότερες πληροφορίες: www.womensos.gr/.
Ενδεικτικά μερικά ποσοτικά στοιχεία: σύμφωνα με ενημερωτικό δελτίο της ΓΓΔΟΠΙΦ για την περίοδο από τον Νοέμβριο 2020 έως τον Ιανουάριο 2021, κατά την οποία η κυβέρνηση είχε επαναφέρει τα μέτρα περιορισμού για την αντιμετώπιση του Covid-19, το επικρατέστερο είδος έμφυλης βίας ήταν η ενδο-οικογενειακή με ποσοστό 83% από το σύνολο των καταγραφών.
Ταυτόχρονα, στην 1η ετήσια έκθεση για τη Βία κατά των Γυναικών της ΓΓΔΟΠΙΦ, (με περίοδο αναφοράς 2012-2019, δηλαδή πριν τον Covid-19 και τους αναγκαστικούς περιορισμούς) αναφέρεται ότι το 2012 καταγράφηκαν στην αστυνομία 1.630 περιπτώσεις συντροφικής βίας, οι οποίες αυξάνονταν ανά έτος, μέχρι το 2019, που καταγράφηκαν 4.171 περιπτώσεις, ενώ το προηγούμενο έτος, 2018, είχαν καταγραφεί 3.815.

Μια «κλωστή» διαπερνά όλες τις περιπτώσεις γυναικοκτονιών…
Στη συνέχεια η ερευνήτρια των γυναικοκτονιών εξηγεί πώς τα αίτιά τους χρειάζεται να τα βλέπουμε κατά περίπτωση.
Πρέπει να κοιτάμε την κάθε περίπτωση ξεχωριστά, προκειμένου να μπορούμε να βρούμε τα ιδιαίτερα οικονομικά, γεωγραφικά, διαφυλετικά, κοινωνικά και πολιτισμικά στοιχεία της. Παρόλα αυτά, υπάρχει μια «κλωστή» που διαπερνά όλες τις περιπτώσεις. Θα το αναλύσω ξεκινώντας από τη βία, ως μέσο ελέγχου και συμμόρφωσης. Είναι ένα «εργαλείο», μαζί με τον φόβο, προκειμένου να θέτει κάποιος υπό πλήρη έλεγχο ένα άλλο άτομο. Έχει διάφορες μορφές, όπως σωματική, σεξουαλική, λεκτική, ψυχολογική, οικονομική, ενώ ασκείται σε ιδιωτικά, όπως το σπίτι, και σε δημόσια περιβάλλοντα (εργασιακός χώρος, μέσα μαζικής μεταφοράς κ.λπ.). Η έμφυλη βία είναι καταπάτηση θεμελιωδών ανθρώπινων δικαιωμάτων και δείχνει με τους πιο σκληρούς όρους τι σημαίνει έμφυλη ανισότητα. Πρέπει να έχουμε κατά νου ότι οι γυναικοκτονίες δεν είναι εγκλήματα που συμβαίνουν σε «κενό χρόνο», δεν είναι δηλαδή ξαφνικές «κακές στιγμές» όπως συνήθως παρουσιάζονται, αλλά αποτέλεσμα κλιμακούμενης βίας. Η ενδο-οικογενειακή βία, η οποία στη χώρα μας αποτελεί ποινικό αδίκημα, είναι μία από τις πιο συνηθισμένες μορφές έμφυλης βίας παγκοσμίως. Σε αυτές τις πράξεις βλέπουμε τη συμπύκνωση έμφυλων στερεοτύπων, που έχουν σωματοποιηθεί και φυσικοποιηθεί σαν να ήταν βιολογικά χαρακτηριστικά. Βλέπουμε μια ευρύτερη γενεαλογία αν θέλετε, πολιτισμικών, ιστορικών, κοινωνικών, πολιτικών σχέσεων και διαδικασιών, που ορίζουν τους διακριτούς ρόλους γυναικών και ανδρών. Η γυναικοκτονία δεν είναι τίποτα άλλο τελικά, από την επιβεβαίωση της ανδρικής κυριαρχίας πάνω στο θηλυκό σώμα, η οδυνηρή επιβεβαίωση, δηλαδή, του ότι ο κόσμος που ζούμε είναι πατριαρχικός. Αυτό είναι το κοινό χαρακτηριστικό των γυναικοκτονιών, αν μπορούμε να το θέσουμε έτσι. Τα φεμινιστικά κινήματα το έχουν υπογραμμίσει αυτό στο σύνθημά τους «Τα χέρια των γυναικοκτόνων τα όπλισε η πατριαρχία». Στην Ελλάδα η εκδίκαση της υπόθεσης της γυναικοκτονίας της Ελένης Τοπαλούδη τον Μάιο του 2020 έφερε έντονα στο προσκήνιο το ζήτημα της έμφυλης βίας, της κουλτούρας του βιασμού και των γυναικοκτονιών, παρόλο που 3 χρόνια μετά τη δολοφονία της ο όρος ακόμη δεν γίνεται ευρέως αποδεκτός.

Να μάθουμε να παρεμβαίνουμε
Ποιες συμβουλές θα έδινε σε κορίτσια και γυναίκες, ώστε να αντιμετωπιστούν έγκαιρα βίαιες συμπεριφορές; Ποια άλλα μέτρα είναι αναγκαίο να ληφθούν από την πολιτεία; Ποιος ο ρόλος της οικογένειας και του σχολείου στον τομέα της πρόληψης και της καθοδήγησης των σχέσεων σε πιο υγιείς καταστάσεις; Είναι μερικά ακόμη από τα ερωτήματα στα οποία δίνει απαντήσεις.
Είναι κρίσιμο να καταλάβουμε το εξής: Οι επιζώσες έμφυλης και ενδο-συντροφικής ή ενδο-οικογενειακής βίας παραμένουν συχνά σε κακοποιητικές σχέσεις ή τοξικά περιβάλλοντα και δεν καταγγέλλουν, όχι γιατί είναι «αδύναμες», αλλά γιατί μπορεί να μη λαμβάνουν πάντα στήριξη από το στενό ή και ευρύτερο περιβάλλον τους, να μην έχουν πόρους, να ελέγχονται σε τέτοιο βαθμό που να μην μπορούν να καταγγείλουν. Είναι μια σύνθετη απόφαση. Οπότε, συμβουλές, όπως το «να μιλάτε» ή το «να φεύγετε» δεν είναι απαραίτητα πάντα ενδυναμωτικές, κυρίως επειδή εμμέσως ρίχνουν την ευθύνη στο θύμα και υπονοούν ότι είναι απολύτως στον έλεγχό της η απόφαση να φύγει ή να μείνει. Ταυτόχρονα, απενοχοποιεί τους κακοποιητικούς συντρόφους και ενισχύει την παθολογικοποίηση της κακοποιητικής συμπεριφοράς τους ως ψυχική ασθένεια, ότι δηλαδή, αντιμετωπίζουν ψυχολογικά ζητήματα και για αυτόν τον λόγο είναι κακοποιητικοί (ένα πολύ «δημοφιλές» επιχείρημα στον δημόσιο λόγο, το οποίο είναι επιστημονικά μη ορθό γιατί αποτελεί υπεραπλουστευμένη γενίκευση στιγματίζοντας την ψυχική ασθένεια και την ψυχοδιαφορετικότητα). Φυσικά, δεν εννοώ ότι δεν πρέπει να αναπτύσσονται ενδυναμωτικές και χειραφετητικές πρακτικές προκειμένου να μιλούν οι επιζώσες και έχουν υπάρξει σχετικές καμπάνιες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης. Προκειμένου να ενθαρρύνεται ένα άτομο που υφίσταται βία ή μια επιζώσα κακοποιητικής συμπεριφοράς, θα πρέπει να υπάρχει ένα πλαίσιο, το οποίο θα παρέχει ουσιαστική προστασία και υποστήριξη.
Ο «απεγκλωβισμός» από ένα κακοποιητικό περιβάλλον δεν είναι ένα πρόβλημα, που περιορίζεται στην ιδιωτική σφαίρα του σπιτιού ή του κλειστού συστήματος μια οικογένειας ή μιας συντροφικής σχέσης. Στην πραγματικότητα, η έμφυλη βία είναι ένα ζήτημα που αφορά την κοινωνία συνολικότερα. Πρέπει να μάθουμε να την αναγνωρίζουμε και να παρεμβαίνουμε. Ας θυμηθούμε το παράδειγμα στην περίπτωση της γυναικοκτονίας στη Δάφνη, όπου γειτόνισσα του θύματος είχε καλέσει την αστυνομία για να καταγγείλει περιστατικό ενδο-οικογενειακής βίας σε γειτονικό της διαμέρισμα με παρουσία ανηλίκου, περίπου 20 μέρες πριν τη γυναικοκτονία. Η γυναίκα έπραξε όπως όφειλε, η διαχείριση της αστυνομίας, ωστόσο, ήταν εγκληματική. Ή ακόμη ας θυμηθούμε την περίπτωση στην Ηλιούπολη, όπου η σερβιτόρα στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων και δεν θεώρησε ότι δεν όφειλε να ασχοληθεί, αλλά στήριξε τη νεαρή γυναίκα που ήταν εγκλωβισμένη σε κύκλωμα διακίνησης.
Αναφορικά με τους τρόπους πρόληψης της γυναικοκτονίας συγκεκριμένα, θα πρέπει να γίνεται συστηματική και λεπτομερής καταγραφή των γυναικοκτονιών και να εξετάζονται τα επιμέρους χαρακτηριστικά της καθεμίας, προκειμένου να μπορούν να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα για τα κοινωνικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά τους και, ως εκ τούτου, να σχεδιαστούν ανάλογες πολιτικές πρόληψης του εγκλήματος. Ένας σαφής ορισμός της γυναικοκτονίας στο ελληνικό δίκαιο θα διευκολύνει σημαντικά τη στατιστική καταγραφή των γυναικοκτονιών σε ποσοτικό και ποιοτικό επίπεδο. Αναγνωρίζοντας το έγκλημα ως την πιο ακραία μορφή στο φάσμα της έμφυλης βίας, η νομική θεσμοθέτησή του ως διακριτού εγκλήματος, θα συμβάλει σημαντικά στον σχεδιασμό πολιτικών και πρακτικών πρόληψης και αντιμετώπισής του. Έτσι, θα έχουμε στοχευμένες πολιτικές αρωγής και προστασίας των ατόμων που έχουν υποστεί έμφυλη και ενδο-οικογενειακή/ενδο-συντροφική βία και οι καταγγελίες για ενδο-οικογενειακή βία στην αστυνομία θα αντιμετωπίζονται με τη βαρύτητα και τη σοβαρότητα που πρέπει. Η Ελλάδα έχει υπογράψει τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης και δεσμεύεται να λαμβάνει μέτρα προστασίας των δικαιωμάτων των γυναικών και κοριτσιών, καθώς και μέτρα για την αντιμετώπιση της έμφυλης και ενδο-οικογενειακής βίας.
Σε ένα άλλο επίπεδο, εξίσου σημαντική είναι η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση και η συνολική εκπαίδευση επί των ζητημάτων του φύλου και των ανθρώπινων δικαιωμάτων, τόσο σε παιδιά, όσο και σε γονείς και εκπαιδευτικούς. Θεσμοί και φορείς κοινωνικοποίησης, όπως οικογένεια και σχολείο, είναι βαθιά διαμορφωτικοί των τρόπων, με τους οποίους μαθαίνουμε να συναναστρεφόμαστε και να δημιουργούμε σχέσεις, καθώς μέσα από αυτά τα περιβάλλοντα «μαθαίνουμε το φύλο μας» και κατά συνέπεια του ρόλους που οφείλουμε να έχουμε και τα έμφυλα στερεότυπα που αναπαράγουμε. H επανεκπαίδευση της κοινωνίας συνολικά είναι κρίσιμης σημασίας, αν θέλουμε να μιλάμε σοβαρά για ισότητα όλων των φύλων.
Κοιτώντας την 25η Νοέμβρη, Παγκόσμια Ημέρα κατά της Βίας κατά των Γυναικών, επιτρέψτε μου ένα τελευταίο σχόλιο: Αν ισότητα για την πολιτεία και την κοινή γνώμη σημαίνει ίση πρόσβαση στα δικαιώματα, τότε ίσως να πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας σε εκείνα τα άτομα και τις κατηγορίες ατόμων (όπως γυναίκες, θηλυκότητες, ΛΟΑΤΚΙ άτομα, αλλά και μετανάστες/ριες, πρόσφυγες/προσφύγισσες κ.λπ.), των οποίων η πρόσβαση στα δικαιώματα στη ζωή, την ασφάλεια, την αυτοδιάθεση του σώματος και την αυτενέργεια στις επιλογές είναι καθημερινός αγώνας και διεκδίκηση, και όχι αυτονόητα ή κεκτημένα. Να ανοίγουμε τα αυτιά μας δηλαδή, στο τι σημαίνουν «Ποτέ μην ξεχαστεί τι κάναν στην Ελένη, καμία άλλη δολοφονημένη» και «Η πατριαρχία γυναικοκτονεί».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το