Πολιτισμός

Αγγελική Δαρλάση: Δεν επενδύουμε όπως θα οφείλαμε στα παιδιά, δηλαδή στο μέλλον

Η Αγγελική Δαρλάση είναι απόφοιτος του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών του The Royal Central School of Speechand Drama (MA in Performance Studies) και υποψήφια διδάκτορας (Δημιουργική Γραφή και Θέατρο) στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών-ΕΚΠΑ.

Έχει σκηνοθετήσει θέατρο, performances, παραστάσεις Devised theatre, μουσικές συναυλίες (Θέατρο Οδού Κεφαλληνίας-Β Σκηνή, Θέατρο Αμόρε, Τεχνοχώρος Υπό Σκιάν, Μετρό Σύνταγμα, SixDogs κ.ά.).
Από το 2000 γράφει συστηματικά θεατρικά έργα και πεζογραφία (για ενηλίκους και παιδιά – νέους). Βιβλία της έχουν εκδοθεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο και τις εκδόσεις Πατάκη.
ργα και βιβλία της έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, τουρκικά, κορεατικά, ισπανικά και κάποια προετοιμάζονται στα γαλλικά και ιταλικά. Βιβλία της έχουν διασκευαστεί για θεατρικές παραστάσεις, με πιο πρόσφατη την παράσταση «Το αγόρι στο θεωρείο» από το Εθνικό Θέατρο (2021-22), κουκλοθεατρικές παραστάσεις και κάποια βρίσκονται σε στάδιο παραγωγής για ταινίες animation – σε Ελλάδα κι εξωτερικό.
Συμμετείχε ως συν-συγγραφέα με ανάθεση σε συμπαραγωγή των κρατικών θεάτρων Καρλσρούης και Ουψάλας και Εθνικού Θεάτρου του Λουξεμβούργου (2021 & 2022) και της Union desThéâtres del’Εurope (2018). Θεατρικά έργα της έχουν παρουσιαστεί από σκηνές του ελεύθερου θεάτρου στην Αθήνα.
Έχει επανειλημμένως βραβευθεί και διακριθεί για το συγγραφικό της έργο (πεζογραφικό και θεατρικό).

Συνέντευξη
Χαριτίνη Μαλισσόβα

«Το παιδί και το άγαλμα του Άντερσεν», ο τίτλος του βιβλίου σας, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Θα μας δώσετε κάποια στοιχεία;
Η ιστορία του βιβλίου, όπως συχνά συμβαίνει με πολλά βιβλία μου, βασίζεται σ’ ένα πραγματικό γεγονός: Αυτό της βύθισης ενός αγάλματος του Άντερσεν στα νερά του λιμανιού του Όντενσε το 2011. Ο γλύπτης του, και ακτιβιστής, ο γνωστός Δανός Γιενς Κάλσιοτ θέλησε να διαμαρτυρηθεί με αυτό τον τρόπο στις επίσημες αρχές για την εγκατάλειψη, εξαιτίας της ευρωπαϊκής οικονομικής κρίσης, της δημιουργίας ενός μεγαλύτερου συμπλέγματος, μέρος του οποίου θα ήταν και το συγκεκριμένο άγαλμα. Έτσι λοιπόν το άγαλμα συνοδεία μιας μεγάλης πομπής βυθίστηκε στο λιμάνι και μόνο το στέρνο και το κεφάλι του ήταν ορατά. Οραματιζόταν μάλιστα ότι κάθε χρόνο στις 2 Απριλίου, στα γενέθλια του Άντερσεν, να γίνεται ένα τελετουργικό όπου το άγαλμα θα ανασύρεται, θα περιφέρεται στην πόλη κι έπειτα θα ξαναβυθίζεται. Ήταν μια είδηση, στην οποία στάθηκα κι επανερχόταν στον νου μου με διάφορες αφορμές. Ώσπου κάποια στιγμή φαντάστηκα ένα παιδί που απογοητευμένο από όλα όσα χαρακτηρίζουν τις κοινωνίες μας – τη βαθιά υποκρισία, την αλόγιστη κατανάλωση άνευ ουσίας πληροφοριών, αλλά και την αδιαφορία των μεγάλων για τον κόσμο που παραδίδουν στα παιδιά – να πιάνει κουβέντα με το άγαλμα. Κι εκείνο, μέσα από λόγια δανεισμένα από γνωστά ή λιγότερο γνωστά παραμύθια του Άντερσεν, να προσπαθεί να του συμπαρασταθεί και να το εμπνεύσει. Μέχρι που φτάνει και το βράδυ της επετείου των γενεθλίων του Άντερσεν…
Είναι ένα βιβλίο και λίγο φόρος τιμής σε όσα νιώθω και η ίδια ότι χρωστάω, τόσο ως αναγνώστρια, όσο και ως συγγραφέας, στον αγέραστο παραμυθά. Και το φτιάξαμε με μεγάλο μεράκι και αγάπη με τον εξαιρετικό εικονογράφο Βασίλη Κουτσογιάννη καταθέτοντας την καλύτερη τέχνη μας. Η εικονογράφησή του αναδεικνύει νομίζω πολύ ταιριαστά τόσο την ατμόσφαιρα, όσο και τα πολλά και διαφορετικά επίπεδα του κειμένου.

«Οι μεγάλοι δεν δίνουν σημασία ούτε στα αγάλματα ούτε στα παιδιά ούτε στα παραμύθια», μας πληροφορεί το οπισθόφυλλο. Πώς μπορεί ένα βιβλίο να το ανατρέψει;
Η φράση του οπισθόφυλλου είναι δανεισμένη από την ίδια την ιστορία έτσι όπως μας την αφηγείται εκείνο το μυστηριώδες παιδί… Νομίζω πως κανένα βιβλίο δεν γράφεται με πρόθεση να δώσει λύσεις ή και ν’ ανατρέψει κάτι. Γενικά μιλώντας η τέχνη, εκτός αν πρόκειται φυσικά για στρατευμένη, δεν έχει σκοπό να καθοδηγήσει, να κατευθύνει. Να θέσει ερωτήματα, να ευαισθητοποιήσει, να προβληματίσει, να ξεβολέψει κι ενίοτε να προκαλέσει θέλει. Είναι βαθύ πιστεύω μου ότι ως κοινωνίες δε δίνουμε σημασία (ή δίνουμε σημασία με λανθασμένο τρόπο) στα παιδιά – και ειδικά στη χώρα μας (κι έρχεται μάλιστα και μια πρόσφατη έρευνα της Unicef να πιστοποιήσει το ότι η Ελλάδα είναι η χειρότερη χώρα της Ε.Ε. για να είσαι παιδί!). Όπως δεν δίνουμε τη δέουσα σημασία και στις Τέχνες. Και φυσικά δεν αξιολογούμε ανάλογα – κι αυτό το αποδεικνύουν περίτρανα τα προγράμματα σπουδών των σχολείων μας – τον ουσιαστικό και καθοριστικό ρόλο που μπορεί να ασκήσει η όποια μορφής τέχνης στις ζωές των παιδιών, στην ουσιαστική παιδεία και την καλύτερη ψυχοκοινωνική τους ανάπτυξη. Δεν επενδύουμε όπως θα οφείλαμε στα παιδιά, δηλαδή στο μέλλον. Και αυτό, εκτός του ότι είναι βαθιά απογοητευτικό και προβληματικό, θα έπρεπε να μας προβληματίζει εμάς τους ενηλίκους και κατ’ επέκταση να μας κινητοποιεί. Αν, λοιπόν, το βιβλίο μας καταφέρει μεταξύ άλλων να προβληματίσει πάνω σε αυτά τα θέματα και να ανατρέψει έστω και στο ελάχιστο τον τρόπο σκέψη μας θα ήταν ευχής έργον.

Ποιο ήταν – και για ποιους λόγους – το δικό σας αγαπημένο παραμύθι του Άντερσεν;
«Η βασίλισσα του χιονιού». Όπως και «Το γέρικο φανάρι του δρόμου» και το «Τι διηγείται ο λαιμός ενός μπουκαλιού». «Η βασίλισσα του χιονιού» πάντα με γοήτευε για το ότι η Γκέρντα ήταν ένα δυναμικό κορίτσι που δεν δίστασε να μπει σε περιπέτειες προκειμένου να ξανακερδίσει τον αγαπημένο της φίλο. Με γοήτευε επιπλέον κι η αίσθηση του φόβου που μου ασκούσε ο μαγικός καθρέφτης και η επιβλητική μορφή της Βασίλισσας του χιονιού. Ο συνδυασμός δυναμικής ηρωίδας, περιπέτειας και αγωνίας είναι ιδανικός σε αυτή την ιστορία. Στα δυο άλλα παραμύθια που προανέφερα άψυχα αντικείμενα γίνονται πρωταγωνιστές ιστοριών, επιβεβαιώνοντας αυτό που λέει ο Άντερσεν, ότι κάθε τι που βλέπεις και αγγίζεις έχει μια ιστορία να σου πει. Είναι μια οπτική που σε «αναγκάζει» να βλέπεις μια διαφορετική μαγεία στη ζωή: Τη μαγεία της καθημερινότητας. Και ταυτόχρονα τη δύναμη που πάντα κρύβουν οι καλές ιστορίες.

Έχετε γράψει πολλά βιβλία για παιδιά ή και νέους κι ενήλικες με αφορμή και την Ιστορία. Σε ποιο βαθμό το βιβλίο βοηθά στην εμπέδωση ή συμπληρώνει τις γνώσεις που παίρνει το παιδί από το σχολείο;
Νομίζω ότι αν κάπου μπορεί να βοηθήσει η λογοτεχνία που εφορμάται και από την Ιστορία είναι ότι φέρνει στο προσκήνιο μια ανθρωποκεντρική θεώρησή της. Βοηθά να συνειδητοποιήσουμε πόσο τελικά μας αφορά η Ιστορία. Ότι δηλαδή πάντα πίσω από τα ιστορικά γεγονότα κρύβονται πραγματικοί άνθρωποι και οι δικές τους ιστορίες. Η λογοτεχνία μπορεί να παίρνει το μικρό και τοποθετώντας το κάτω από τον δικό της μεγεθυντικό φακό να το μεγεθύνει με τέτοιο τρόπο ώστε να το υψώνει πάνω από το συγκεκριμένο και ατομικό και ν’ αναδεικνύει την πανανθρώπινη διάστασή του. Και κάπως έτσι είναι που μέσα από τη συναισθηματική και διανοητική ταύτιση με τον εκάστοτε ήρωα ή ηρωίδα μιας ιστορίας ζωντανεύει και η εποχή και πιθανότατα όλα όσα χρειάζεται εν τέλει να γνωρίζουμε. Κατανοώντας ίσως πως ναι, τελικά, η Ιστορία μπορεί και να είναι ζώσα μνήμη και το να τη γνωρίζουμε το οφείλουμε πρωτίστως στον εαυτό μας.

Αποτελεί το διαδίκτυο ανατρεπτικό παράγοντα στην ανάγνωση βιβλίων για το παιδικό αναγνωστικό κοινό;
Νομίζω πως ώς έναν βαθμό το διαδίκτυο και οι ώρες που αφιερώνουμε σ’ αυτό μας έχει επηρεάσει όλους. Πάντα υπήρχαν, θεωρητικά, ανατρεπτικοί παράγοντες ώστε να μη διαβάζουμε – κάθε τεχνολογική ανάπτυξη έφερε και φέρει και το δικό της μερίδιο… ευθύνης υπαρκτό και πλασματικό. Και φυσικά δεν μπορούμε ν’ αμφισβητήσουμε ότι ζούμε στην εποχή των εικόνων. Παρ’ όλα αυτά, όμως, το μεγαλύτερο πρόβλημα παραμένει πως η ελληνική κοινωνία δεν είχε και δυστυχώς εξακολουθεί να μην έχει, και μοιάζει να μην ενδιαφέρεται να έχει, αναγνωστική κουλτούρα. Είμαστε μια χώρα με πολύ χαμηλό ποσοστό αναγνωστών, ίσως και το χαμηλότερο της Ε.Ε. Άρα τα παιδιά μας είναι και πιο εύκολα επιρρεπή στο διαδίκτυο αφού εμείς οι ίδιοι δεν έχουμε εμπράκτως ν’ αντιπροτείνουμε και κάτι άλλο.

Ποια αξία θεωρείτε υπέρτατη;
Την ελευθερία όπως και την εντιμότητα.

Τι θεωρείτε εξέλιξη για έναν συγγραφέα παιδικού βιβλίου;
Ό,τι θεωρώ εξέλιξη για έναν οποιοδήποτε δημιουργό: Να πειραματίζεται συνεχώς, να αναζητάει εμπνευσμένους και ταιριαστούς κάθε φορά καλλιτεχνικούς τρόπους, να τολμάει να πάει ένα βήμα παραπέρα, να ξεβολεύεται. Επιπλέον θα προσέθετα το να αφουγκράζεται τις νέες γενιές, να τολμάει να συνομιλήσει με τα θέματα που τις απασχολούν, για θέματα δύσκολα ή και γι’ αυτά που ως πρόσφατα θεωρούσαμε «ταμπού». Και πάντα να το πράττει με ειλικρίνεια κι εντιμότητα – κι όχι χάριν μιας μόδας ή ενός εύκολου και ρηχού εντυπωσιασμού.

Ποιο βιβλίο διαβάσατε πρόσφατα και σας εντυπωσίασε;
Τελείωσα πριν λίγο καιρό το «Ο Γορίλας του δολοφόνου» του Wegewlius Jakob στην εξαιρετική μετάφραση των Μαρίας Αγγελίδου και Άγγελου Αγγελίδη. Δεν είναι μόνο η μορφή αυτού του θηλυκού γορίλα που αναδεικνύεται σε μια εξαιρετική ηρωίδα που αν και δεν είναι άνθρωπος καταφέρνει να συναισθάνεται τόσο σε βάθος τους ανθρώπους. Είναι και ο τρόπος αφήγησης που αν και, ή ίσως κι εξαιτίας αυτού, παραπέμπει σε αναγνώσματα κλασικής λογοτεχνίας του 19ου αιώνα και καταφέρνει να σε γοητεύσει βυθίζοντάς σε στην ατμόσφαιρα μιας άλλης εποχής, απολαυστικής για τη φαντασία μικρών και μεγάλων.

Ασχολείστε με τη συγγραφή κάποιου νέου βιβλίου;
Πρόσφατα τελείωσα το νέο βιβλίο της σειράς «Οι Μεγάλοι…μικροί» με τίτλο «Οι Μουσικοί» όπου, μεταξύ άλλων, βλέπουμε τους Σκαλκώτα, Χατζιδάκι, Ξυλούρη, Δόμνα Σαμίου και Κάλλας ως παιδιά και το μικρό ή μεγάλο πρόβλημα που είχαν ν’ αντιμετωπίσουν. Αυτό τον καιρό δουλεύω πάνω στο νέο μου μυθιστόρημα που είναι βασισμένο σε μια ιδέα του μικρότερού μου γιου, την οποία βρήκα εξαιρετικά ενδιαφέρουσα. Όμως, δεν είμαι σε θέση να αποκαλύψω ακόμη πολλά περισσότερα.

Θέλετε να στείλετε ένα μήνυμα σε γονείς και εκπαιδευτικούς με αφορμή την ημέρα παιδικής λογοτεχνίας;
Να διαβάζουν. Είναι βαθιά υποκριτικό να λέμε ότι οι νέες γενιές δεν διαβάζουν όταν εμείς οι μεγάλοι δεν έχουμε εντάξει στην καθημερινότητά μας την ανάγνωση. Εμείς είμαστε το καλύτερο ή το χειρότερο παράδειγμα. Αν αγαπάμε το διάβασμα να είμαστε σίγουροι και σίγουρες ότι αυτή η αγάπη αργά ή γρήγορα μπορεί ν’ αποδειχθεί… μεταδοτική.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το