Τοπικά

Άγχος, φόβο και μειωμένη γνωστική ανάπτυξη έφερε η τηλεκπαίδευση

Μείωση φυσικής άσκησης και σωματικής δραστηριότητας, απουσία κοινωνικοποίησης και επίδραση στη γνωστική ανάπτυξη είναι μερικές από τις συνέπειες της πανδημίας στους μαθητές, όπως τις καταγράφουν εκπαιδευτικοί της Μαγνησίας. Μετά από έναν χρόνο κορωνοϊού οι εκπαιδευτικοί σχολείων περιγράφουν την εμπειρία τους από την ξαφνική μετάβαση στην τηλεκπαίδευση μέχρι τη δύσκολη προσαρμογή των μαθητών στα νέα δεδομένα, αλλά και τα εναλλάξ μαθήματα ανάμεσα στην αίθουσα διδασκαλίας και στις ψηφιακές οθόνες.

Οι μαθητές εδώ και έναν χρόνο βιώνουν πρωτόγνωρες συνθήκες ως προς τη διδασκαλία τους. Από τον περασμένο Μάρτιο μέχρι και τώρα έχουν παρακολουθήσει μαθήματα τηλεκπαίδευσης τρεις φορές, η πρώτη την περασμένη άνοιξη, η δεύτερη τον περασμένο Νοέμβριο και η τρίτη αυτή που διανύουμε τώρα, ενώ έπρεπε να προσαρμοστούν και στα διά ζώσης μαθήματα με ιδιαίτερα μέτρα προστασίας, όπως η υποχρεωτική χρήση μάσκας.
Το άγχος των μαθητών για τη γνώση και τη μόρφωση έγινε ακόμη πιο έντονο, καθώς έπρεπε να εξασφαλίσουν τρόπους σύνδεσης με τα ψηφιακά μαθήματα, ενώ, όταν είχαν μάθημα στο σχολείο, έπρεπε να προστατεύσουν και την υγεία τους. Αντίστοιχος ήταν και ο αγώνας για τους εκπαιδευτικούς που μυήθηκαν πολύ γρήγορα στη σύγχρονη ψηφιακή τεχνολογία μαθαίνοντας νέους όρους, όπως webex, e-class.

Αυξήθηκε το άγχος και ο φόβος των μαθητών
Ο δάσκαλος στο 9ο Δημοτικό Νέας Ιωνίας κ. Γιάννης Κοϊνάκης ανέφερε πως «στην περίοδο της πανδημίας, οι δάσκαλοι κληθήκαμε αιφνιδίως να ανταπεξέλθουμε σε συνθήκες πρωτόγνωρες, χωρίς την επαρκή και κατάλληλη τεχνολογική υποδομή και εξοπλισμό και χωρίς την αρωγή της Πολιτείας που κώφευε στα δίκαια αιτήματά μας. Η εξ αποστάσεως εκπαίδευση ήταν μια λύση ανάγκης, η οποία όμως δεν μπόρεσε και δεν μπορεί να αντικαταστήσει τη διά ζώσης διδασκαλία. Παρ’ όλα αυτά, όλοι οι δάσκαλοι σταθήκαμε στο ύψος των περιστάσεων στηρίζοντας τους μαθητές μας και στη διάρκεια του κατ’ οίκον περιορισμού, αλλά και όταν άνοιξαν τα σχολεία υποδεχτήκαμε τα παιδιά φροντίζοντας τους υγειονομικούς κανόνες και την ασφάλειά τους μέσα στο σχολείο. Συμπεριφερθήκαμε υπεύθυνα, αναπτύσσοντας πρωτοβουλίες, αλλά και συνεργαστήκαμε άψογα με τους συναδέλφους μας. Έτσι δείξαμε για άλλη μια φορά ότι επιτελούμε πολύτιμο λειτούργημα.

Οι μαθητές την περίοδο της πανδημίας σταμάτησαν να έρχονται σε διά ζώσης επαφή με αγαπημένους φίλους και παρέες και τους δασκάλους τους, αισθάνθηκαν ότι απειλούνται από έναν αόρατο εχθρό ο οποίος απλώνεται γρήγορα, με αποτέλεσμα να αυξάνει τον φόβο και το άγχος τους και να ενισχύει το αίσθημα της κοινωνικής απομόνωσης. Το κλείσιμο των σχολείων επίσης επηρέασε τη γνωστική τους ανάπτυξη και είχε επίδραση στην υγεία των μαθητών. Η διακοπή των μαθημάτων φυσικής και αθλητικής εκπαίδευσης είχε αποτέλεσμα τη μείωση της σωματικής δραστηριότητας, και της αύξησης του χρόνου μπροστά στην οθόνη».

Η άμεση ανταπόκριση μαθητών, γονέων και καθηγητών
Από την πλευρά της η μαθηματικός και υποδιευθύντρια στο 3ο ΓΕΛ Βόλου κ. Ελένη Σαμαρά ανέφερε πως «συμπληρώθηκε ένας χρόνος πανδημίας, γεγονός που άλλαξε όχι μόνο την καθημερινότητά μας, αλλά και τον τρόπο εργασίας μας. Μαθητές και καθηγητές κληθήκαμε να εργαστούμε με έναν διαφορετικό τρόπο, ο οποίος περιέχει θετικά και αρνητικά στοιχεία. Οι μαθητές, σε γενικές γραμμές, υποδέχτηκαν ευμενώς την εξ αποστάσεως εκπαίδευση, αν και ιδιαίτερα στα πρώτα μαθήματα υπήρξαν διάφορα τεχνικά προβλήματα και έλλειψη τεχνολογικού εξοπλισμού. Υπήρχαν για παράδειγμα μαθητές χωρίς υπολογιστή ή χωρίς μικρόφωνο ή χωρίς ακουστικά ή με κακή σύνδεση ή και χωρίς καθόλου σύνδεση. Υπήρξαν, επίσης, οικογένειες που αγχώθηκαν υπερβολικά μέχρι να δώσουν την πρέπουσα λύση στα τεχνικά προβλήματα που ανέκυψαν. Αλλά και οι εκπαιδευτικοί, από την πλευρά τους, αγόρασαν υπολογιστή, αναβάθμισαν τους ήδη υπάρχοντες, αγόρασαν γραφίδες και ενημερώθηκαν για προγράμματα που βελτίωναν την ποιότητα της διδασκαλίας. Ειρήσθω εν παρόδω, στη διαδικτυακή διδασκαλία των μαθηματικών, καθώς και των μαθημάτων των φυσικών επιστημών, κάποια θέματα αντιμετωπίζονται ευκολότερα με τη χρήση κατάλληλων λογισμικών που απεικονίζουν σχήματα, γραφικές παραστάσεις, μεταβαλλόμενα μεγέθη κ.λπ. Εν ολίγοις και υπό τις επικρατούσες συνθήκες, η ύλη διδάχτηκε αρκετά καλά, ενώ παράλληλα η μαθησιακή διαδικασία λειτούργησε με τον βέλτιστο δυνατό τρόπο».

Μειώθηκε στο ελάχιστο η αλληλεπίδραση
Η ίδια πρόσθεσε πως «το αρνητικό σημείο ήταν ότι, εκ των πραγμάτων, μειώθηκε στο ελάχιστο η αλληλεπίδραση μεταξύ των μαθητών, αλλά και μεταξύ μαθητών-καθηγητών, με αποτέλεσμα ο καθένας να ακολουθεί έναν «μοναχικό» δρόμο. Αυτό που εν τέλει χάθηκε ήταν η δημιουργικότητα και όλες οι υπόλοιπες ασχολίες και δραστηριότητες των μαθητών, από τη στιγμή που δεν πραγματοποιούνται πλέον διδακτικές επισκέψεις, σχολικές εκδρομές, σχολικές γιορτές, ούτε εκπονούνται παντός είδους εκπαιδευτικά προγράμματα. Οι μαθητές, δηλαδή, στερούνται όλα όσα τους προσφέρει η διά ζώσης επαφή. Στην ουσία, ο παιδαγωγικός ρόλος του σχολείου ως ζώσα κοινότητα μάθησης, γνώσεων και δεξιοτήτων, υποβαθμίστηκε εξαιτίας της πανδημίας και της απομόνωσης του καθενός».

Η διδασκαλία των μαθηματικών
Η κ. Σαμαρά συμπλήρωσε λέγοντας πως «όσον δε τη διδασκαλία των μαθηματικών, είναι εξαιρετικά δύσκολο να διδαχθούν απαιτητικά συνδυαστικά θέματα, ειδικότερα στους μαθητές της Γ’ Λυκείου, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη σωστή προετοιμασία τους ενόψει των πανελληνίων εξετάσεων. Οφείλουμε να τονίσουμε ότι η λύση τέτοιου είδους ασκήσεων απαιτεί οπωσδήποτε τη χρήση πίνακα σε συνδυασμό με κατάθεση ιδεών και την εκ του σύνεγγυς, βιωματική συνεργασία μεταξύ καθηγητή – μαθητή, στοιχεία που σε μεγάλο βαθμό λείπουν από τη λεγόμενη «διαδικτυακή τάξη».

Ως εκ τούτου, ευχή και ελπίδα όλων μας είναι να επανέλθουμε στη διά ζώσης διδασκαλία. Να μπορέσουμε να δούμε τις εκφράσεις των μαθητών, να «σκύψουμε» πάνω από τις απορίες που έχουν και δεν τολμούν να τις εκφράσουν μπροστά σε ένα «ψυχρό» μηχάνημα, να καταλάβουμε, αν είμαστε κατανοητοί από τη ματιά τους και μόνο. Αυτό που ευχόμαστε, δηλαδή, είναι – πέραν της λήξης της πανδημίας – να επανέλθει η χαμένη αλληλεπίδραση και αλληλοκατανόηση μεταξύ ημών και των μαθητών, να αποκατασταθεί το γνήσιο παιδαγωγικό κλίμα που λειτουργεί μόνο εντός του σχολείου».

Η πανδημία επηρεάζει αρνητικά τη γνωστική ανάπτυξη του εφήβου
Από την πλευρά της η φιλόλογος του 4ου Γυμνασίου Βόλου κ. Ιουλία Χαλαστάρα ανέφερε πως «σύμφωνα με τους ειδικούς, οι μαθητές που παρακολουθούν τα διαδικτυακά μαθήματα εμφανίζουν κόπωση, συμπτώματα κατάθλιψης και διάσπαση προσοχής. Τα κλειστά σχολεία, η ανασφάλεια για την εξέλιξη της πανδημίας, η πολύωρη χρήση των υπολογιστών και των κινητών -ως μόνα μέσα επικοινωνίας και μετάδοσης γνώσεων-, η επιβεβλημένη κοινωνική απόσταση από τα οικεία και φιλικά τους πρόσωπα επιβαρύνουν ψυχολογικά, αλλά και πνευματικά τους μαθητές. Καταπνίγουν την κοινωνικότητα και τη ζωντάνια τους, ενώ παράλληλα περιστέλλεται και η γνωστική τους ανάπτυξη, αφού αυτή βασίζεται στην εκπαίδευση, αλλά και στο βίωμα εμπειριών. Όπως είναι γνωστό, οι διαπροσωπικές σχέσεις και οι διαδράσεις των παιδιών με διάφορα πρόσωπα καθορίζουν το πότε και πώς αναπτύσσεται η σκέψη τους στις διαφορετικές ηλικιακές φάσεις. Επομένως στην τωρινή κατάσταση, που παρακωλύεται η φυσική επικοινωνία τους με τους συμμαθητές και τους εκπαιδευτικούς, η επίδραση στη δημιουργία (για παράδειγμα) της αφαιρετικής και της συνθετικής – αναλυτικής σκέψης στους εφήβους, αλλά και στη γλωσσική τους ανάπτυξη θα είναι καταλυτική. Ο εγκλεισμός εξαιτίας της πανδημίας στερεί από τα παιδιά τους συνήθεις τρόπους και τόπους κοινωνικοποίησης (π.χ. το σχολείο, την παιδική χαρά, κ.ά.) άρα και τα βιώματα που αποκομίζουν από αυτούς. Έτσι στη συνέχεια παρατηρείται ένδεια στη γλωσσολογική και λεξιλογική τους ανάπτυξη (π.χ. προβλήματα στον αφηγηματικό και περιγραφικό λόγο)».

«Δοκιμάζεται» η ικανότητα συγκέντρωσης των μαθητών
Η ίδια πρόσθεσε πως «επιπλέον η ικανότητα συγκέντρωσης των μαθητών κατά την ώρα του τηλεμαθήματος «δοκιμάζεται», καθώς αποσπάται η προσοχή τους με κάτι άλλο, εκτός από το μάθημα, ενώ ο καθηγητής αδυνατεί να το αντιληφθεί έγκαιρα και να το αποτρέψει. Οι μαθητές συνηθίζουν σε αυτή τη συμπεριφορά και αργότερα ίσως τη μεταφέρουν και στην τάξη. Άλλωστε και η καθημερινή ενασχόλησή τους με τα ψηφιακά μέσα, όπου η εναλλαγή των εικόνων είναι ταχύτατη, μειώνει τον χρόνο συγκέντρωσής τους σε κάποιο συγκεκριμένο αντικείμενο και επιφέρει αρνητικά αποτελέσματα στη διαδικασία μάθησης και στη σχολική τους επίδοση.
Επίσης δεν είναι λίγοι οι μαθητές που αύξησαν τις ώρες του ύπνου (άρα και της αδράνειας) και των ηλεκτρονικών παιχνιδιών (ακόμα και την ώρα του διαδικτυακού μαθήματος), με αποτέλεσμα να μειώνεται η απόδοσή τους και να μετατρέπονται σε θύματα του διαδικτύου με μειωμένη κριτική σκέψη, γεγονός που θα επιφέρει αρνητικές συνέπειες, όχι μόνο στη σχολική τους ζωή, αλλά και στην κοινωνική τους ενσωμάτωση. Τέλος, το γεγονός ότι δεν έχουν όλα τα παιδιά τον ίδιο τρόπο πρόσβασης στα διαδικτυακά μαθήματα, λόγω ελλιπούς υλικοτεχνικής υποδομής, σημαίνει ότι δεν έχουν τις ίδιες ευκαιρίες μάθησης και απόκτησης εφοδίων για τη μελλοντική τους επαγγελματική και κοινωνική εξέλιξη, ενώ παράλληλα παράγεται κοινωνική ανισότητα.

Σύμφωνα με τα παραπάνω, αντιλαμβανόμαστε ότι η «παγωμένη οθόνη» δεν υπηρετεί την εκπαιδευτική κανονικότητα, καθώς δεν ενεργούν – επικοινωνούν ο δάσκαλος και ο μαθητής. Ανάμεσά τους παρεμβάλλεται ένα λογισμικό, άρα η σχέση τους μηχανοποιείται. Παύει να υπάρχει αλληλεπίδραση. Ο δάσκαλος παύει να αποτελεί πηγή έμπνευσης για τον μαθητή. Η τυποποιημένη σκέψη του υπολογιστή ακρωτηριάζει τη φαντασία του μαθητή και τη δημιουργικότητά του. Αντίθετα η διά ζώσης επικοινωνία αποτελεί την υγιή βάση για την κοινωνική και μαθησιακή εξέλιξη του παιδιού».

 

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το