Παραπολιτικά

Αφιέρωμα στους καταγόμενους από την Πελοπόννησο Βολιώτες

Του Νίκου Διαμαντάκου

Πρόσφατα κυκλοφόρησε το τέταρτο βιβλίο του πολύ γνωστού και σεβαστού πρωτοπρεσβύτερου Ιωάννη Π. Συρεγγέλα. Τα προηγούμενα βιβλία του ήταν: 1) «Σελίδες Εθνικής, Εκκλησιαστικής και Πολιτιστικής Ιστορίας» (έτος 2013), 2) «Η επαρχία της Δημητριάδος» (έτος 2014) και 3) «Προσωπικότητες του παρελθόντος» (έτος 2017). Τέσσερα πονήματα, με σύνολο 700 περίπου σελίδων κα με περιεχόμενο πολύ ενδιαφέρον και καλογραμμένο, αποτελούν σπουδαίο επίτευγμα και καταξιώνουν τον συγγραφέα.
Φαίνεται ότι ο π. Ιωάννης αποθήκευε από πολύ καιρό υλικό στα συρτάρια του, το οποίο έβγαλε στο φως της δημοσιότητας, μετά τη συνταξιοδότησή του. Μου αποκάλυψε ακόμη ότι σύντομα θα εκδώσει και πέμπτο, πολυσέλιδο βιβλίο, που ευγενικά δεν μου είπε τον τίτλο του.
Γεννήθηκε στη Λάρισα το 1942, αλλά έλκει την καταγωγή του από τον Νομό Αρκαδίας. Ο πατέρας του ήταν από το χωριό Λύκαιον και η μητέρα του από το χωριό Λυκοσούρα της Μεγαλόπολης. Από τους γονείς του κληρονόμησε τη μεγάλη αγάπη τους προς τη γενέτειρα πατρίδα τους, την οποία ο π. Ιωάννης συχνά επισκέπτεται και ξεκουράζεται εκεί με την ηρεμία και την ομορφιά του τόπου.
Η ποιήτρια Ζαχαρούλα Γαϊτανάκη, καταγόμενη από το κοντινό χωριό «Ζώνη», αρχίζει ένα ποίημά μας με τους στίχους: «Μικρό χωριό μου, γραφικό, στης Γορτυνίας την άκρη, σαν σε θωρώ, απ’ τα μάτια μου αργοκυλά ένα δάκρυ». Οι εμποτισμένοι με αγνά, συγκινητικά συναισθήματα αυτοί στίχοι ταιριάζουν απόλυτα και για το πατρικό χωριό του συγγραφέα αλλά και για τα συναισθήματά του.

Αυτή η αγάπη και η νοσταλγία της ιδιαίτερης πατρίδας του τον ώθησε να γράψει το άρτι εκδοθέν βιβλίο του, ως μνημόσυνο στους μακαρίτες συγχωριανούς του, που πήραν τον δρόμο της ξενιτιάς, με την ελπίδα μιας καλύτερης ζωής. Στις νέες πατρίδες τους η ζωή δεν ήταν ρόδινη. Συνάντησαν πολλές δυσκολίες και εργάστηκαν σκληρά, για να μπορέσουν να ριζώσουν και να προκόψουν. Γράφει ο ίδιος στον πρόλογό του. «Όταν παρήλθεν η χειμερία νάρκη της δουλείας, αφυπνίσθη το εμπορικόν δαιμόνιον του Έλληνος. Ήρχισεν η δημιουργία, ο βιοποριστικός αγών, λίαν δύσκολος και τραχύς. Στενός ήταν ο χώρος του τόπου του. Αισθάνεται τη δόνησιν, την ορμήν προς νέας χώρας». Το ίδιο έκαναν και οι κάτοικοι των χωρών της Αρκαδίας. Κάποιοι πήγαν στην κοντινή Τρίπολη, άλλοι στην πρωτεύουσα, την Αθήνα, και άλλοι αναζήτησαν την τύχη τους σε μακρινότερες πόλεις. Η Θεσσαλία έγινε πόλος έλξης για τους Αρκάδες, ιδιαίτερα για τους Μεγαλοπολίτες, μετά την προσάρτησή της στην Ελεύθερη Ελλάδα, το 1881. Σε όλες τις Θεσσαλικές πόλεις, ιδίως στον Βόλο και τη Λάρισα, εγκαταστάθηκαν οικογένειες από την ορεινή Αρκαδία, που βαθμιαία συγχωνεύτηκαν με τους παλαιότερους κατοίκους.

Οι εν Βόλω Πελοποννήσιοι ίδρυσαν το 1901 «Σύλλογο Πεοποννησίων», για την αλληλοϋποστήριξη των μελών του, ο οποίος λειτουργεί αδιακόπως μέχρις σήμερα. Ο συγγραφέας αναφέρει πολλούς Πελοποννήσιους που διακρίθηκαν σε διάφορα επαγγέλματα. Μια ιδιαίτερη προτίμηση και επίδοση δείχνουν στον χώρο των βιβλίων και των εφημερίδων. Στη Λάρισα ο Γ. Δημητρακόπουλος εξέδωσε το 1922 την εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ», που συνεχίζει και σήμερα την έκδοσή της. Επίσης στην ίδια πόλη, το κεντρικότερο βιβλιοπωλείο ανήκε στους αδελφούς Δημητρακόπουλου. Και στον Βόλο υπήρχε κεντρικό βιβλιοπωλείο του Ι. Δημητρακόπουλου( στην οδό Ιωλκού). Το 1924 ο Κωστής Παρασκευόπουλος έγινε συνιδιοκτήτης της εφημερίδας «ΘΕΣΣΑΛΙΑ», μαζί με τον δημοσιογράφο Τάκη Οικονομάκη. Μετά τον θάνατο του τελευταίου(1944) η εφημερίδα πέρασε στην ιδιοκτησία των αδελφών Τάκη και Γιώργου Παρασκευόπουλου, μέχρι το 1990. Οι ίδιοι διατηρούσαν το μεγαλύτερο βιβλιοπωλείο της πόλης, στην οδό Ιάσονος.
Ως πωλητές εφημερίδων εργάστηκαν οι αδελφοί Γεώργ. και Αναστ. Κανελλόπουλοι, ο Κων. Μαγκλάρας, ο Ανδρ. Αδαμόπουλος, ο Ευθ. Γεωργακοπουλος, ο Φώτης Παρασκευόπουλος, ο Παν. Παρασκευόπουλος, ο Ιω. Καρελάς, ο Παν. Τζανετόπουλος, ο Παν. Συρεγγέλας. Πολύ γνωστά καταστήματα ήταν η ταβέρνα του Γκανούρη, το παντοπωλείο του Μιχαήλ, το στιλβωτήριο του Αντ. Κανελλόπουλου, το καφενείο του Ζέρβα, στην οδό Δημητριάδας, το κατάστημα νεωτερισμών του Αριστ. Κανελλοπουλου και το κατάστημα ηλεκτρικών ειδών του Σωτ. Κανελλόπουλου.

Πολλοί και εξαίρετοι είναι και οι Πελοποννήσιοι κληρικοί που ήρθαν στον Νομό Μαγνησίας. Το 1957 μετατέθηκε από τη Μητρόπολη Τριφυλίας και Ολυμπίας στη Μητρόπολη Δημητριάδας ο μακαριστός Δαμασκηνός Χατζόπουλος (1913-1977), που ποίμανε την τοπική εκκλησία μέχρι το 1968, καταγόμενος από την Κόρινθο. Ως ιερείς εφημέρευσαν σε εκκλησίες του Νομού μας οι: Βασίλ. Μιχαλόπουλος, Παναγ. Παναγόπουλος, Ιωάννης Καραλής, Νικόλ. Κοντοβουνήσιος, Νικολ. Καλογερόπουλος, Κων. Βηλαράς, Ιωάν. Σταθόπουλος, Γεώργ. Χριστόπουλος, Παναγ. Νικολόπουλος, Γεώργ. Αγγελόπουλος. Λεων. Μιχαλόπουλος, Δημήτ. Καταβέλος και ο συγγραφέας του βιβλίου π. Ιωάννης Συρεγγέλας από το έτος 1974.
Εκτός των κληρικών «ισχυρός συνδετικός κρίκος μεταξύ Αρκαδίας και Μαγνησίας είναι ο Άγιος Γεράσιμος ο Νέος και θαυματουργός», καταγόμενος από το Λεοντάριο της Αρκαδίας. Ως μοναχός ανήκε στη Μονή της Σουρβιάς Πηλίου. Με άδεια του ηγουμένου της μονής έκτισε στα βόρεια της Μακρινίτσας κελί, όπου έζησε τα τελευταία χρόνια του. Πέθανε το 1740. Με την πάροδο των ετών κτίστηκε εκκλησία και άλλα κτίσματα, οπότε το ταπεινό ασκητήριο πήρε τη μορφή της Ιεράς Μονής, που έχει το όνομα του Αγίου Γερασίμου.
Παρεκκλίνοντας για λίγο από το κείμενο του βιβλίου, προσθέτω ότι και η Μαγνησία έχει προσφέρει στην εκκλησία της Αρκαδίας, στο πρόσωπο του Ζαγοριανού Επισκόπου Διονυσίου Παρδαλού(1787-1852). Χειροτονήθηκε το 1812, από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Ιερεμία τον Δ’, σε ηλικία μόλις 25 ετών, επίσκοπος στη μικρή Επισκοπή Ρέοντος και Πραστού, η οποία προήχθη σε μητρόπολη, με έδρα το Λεωνίδιο, μετονομασθείσα σε μητρόπολη Κυνουρίας. Ανέπτυξε μεγάλη εκκλησιαστική και εθνική δράση, συνεργαζόμενος με τον Επίσκοπο Βρεσθένης Θεοδώρητο.

Στον επίλογό του ο π. Ιωάννης Συρεγγέλας σημειώνει: «Και εις ταύτην την εκπόνησιν ετηρήθη η αρχή περί πολλών δι’ ολίγων». Είναι μια ομολογία που διακρίνει τον γραπτό και προφορικό του λόγο. Όλοι οι ακροατές των θείων κηρυγμάτων του θυμούνται τον σύντομο και μεστό λόγο του. Μακάρι ο Θεός να του δίνει υγεία, για να μας δώσει και άλλα δείγματα της γνώσης και της αρετής του.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το