Τοπικά

Ένας Λαρισαίος εγκαινίασε την ελληνική κρατική τηλεόραση

94b262291c17033ecab7e88cc3770b7b_XL

Μοιάζει σαν να ήταν χθες όταν η ασπρόμαυρη μικρή οθόνη μπήκε στη ζωή μας. Το πέρασμα από την ασπρόμαυρη οθόνη στην έγχρωμη έγινε σε χρόνο ρεκόρ, έτσι που κανείς να μην θυμάται πότε ακριβώς.

Τα δημοσιογραφικά φύλλα της άλλης μέρας περιγράφουν τούτη τη σημαντική «πρεμιέρα»: Όλο το προσωπικό του σταθμού βρισκόταν σε υπερένταση. Ένα λεπτό πριν αρχίσει η εκπομπή, τη νεκρική σιγή που είχε απλωθεί στο στούντιο, διέκοψε η φωνή του διευθυντού του προγράμματος Γιώργου Κάρτερ, ο οποίος με καταφανή συγκίνηση ευχήθηκε στους συνεργάτες του: «Καλή αρχή!». «Έτοιμοι; Ελένη πιο φυσική παρακαλώ. Έτοιμοι. Φέιν άουτ, κάμερα 3. Πάμε…»

Έτσι ακριβώς με ανάμικτο αγγλοελληνικό λεξιλόγιο, άρχιζε ένα ιστορικό γεγονός για τους Αθηναίους. Και για όλους τους Έλληνες φυσικά. Είκοσι άτομα εγκαινίασαν επίσημα τη λειτουργία της ελληνικής τηλεόρασης. Επικεφαλής τους ένας Λαρισαίος. Ο τότε υφυπουργός Τύπου, Ραψανιώτης στην καταγωγή, Τάκης Γεωργίου! Το ημερολόγιο έγραφε 23 Φεβρουαρίου του 1966!

Πριν 50 χρόνια. Μισός αιώνας ελληνική τηλεόραση. Η Πέγκυ Κουνελάκη, σε ένα πολυσέλιδο αφιέρωμα πριν 20 χρόνια, έγραφε: «Μοιάζει σαν να ήταν χθες όταν η ασπρόμαυρη μικρή οθόνη μπήκε στη ζωή μας. Το πέρασμα από την ασπρόμαυρη οθόνη στην έγχρωμη έγινε σε χρόνο ρεκόρ, έτσι που κανείς να μην θυμάται πότε ακριβώς. Στα χρόνια που πέρασαν η τηλεοπτική συσκευή άρχισε να κυριαρχεί στα ελληνικά νοικοκυριά. Παρότι σήμερα βρισκόμαστε σε μια τηλεοπτική πραγματικότητα που θεωρείται από πολλούς χαώδης, θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθεί ότι το ραδιοτηλεοπτικό πεδίο προσαρμόσθηκε πολύ γρήγορα στις νέες εξελίξεις, όπως αντίστοιχα άλλαξε άρδην και η συμπεριφορά του κοινού».

Η ελληνική τηλεόραση αποτελούσε στα πρώτα βήματά της κρατικό μονοπώλιο όπως σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Λειτούργησε σαν τέτοιο έως το 1989, οπότε μετά την ελεύθερη ραδιοφωνία ακολούθησε και η απελευθέρωση της τηλεόρασης. Στη δεδομένη στιγμή η κρατική τηλεόραση βρέθηκε απροετοίμαστη να αντιμετωπίσει την ιδιωτική. Από τις πρώτες κιόλας ημέρες έχασε την ανταγωνιστικότητά της. Κατάντησε ο φτωχός συγγενής που όσο κι αν ήθελε να είναι αξιόπιστη δεν το επέτρεψαν οι συνεχείς κρατικές παρεμβάσεις. Ύστερα ήρθαν οι πολιτικές σκοπιμότητες και τα υπόλοιπα γνωστά που προδιέγραψαν τη μοίρα της κρατικής τηλεόρασης και έφεραν τα γεγονότα όπως προσφάτως τα γνωρίσαμε.

Ο Ιων Μοσχονάς, έγραφε τότε: «Στο εξώφυλλο του εβδομαδιαίου περιοδικού με το πρόγραμμα του ραδιοφωνικού σταθμού Αθηνών, της εβδομάδας 29/1-4/2/1950, φιγουράρει με κόκκινα κεφαλαία γράμματα εν είδει σφραγίδας η λέξη «ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ». Ο αναγνώστης όμως του περιοδικού εκείνης της εποχής όσο και αν έψαχνε, δεν θα εύρισκε μεταξύ των περιεχομένων του, αντίστοιχο πρόγραμμα. Στην Ελλάδα όχι μόνο δεν λειτουργούσε τότε σταθμός τηλεοράσεως, αλλά ούτε και στα πιο τρελά όνειρα των Ελλήνων δεν υπήρχε κάτι τέτοιο.

Το 1950 η Ελλάδα μόλις είχε αρχίσει να επουλώνει τις πληγές της από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και τον εμφύλιο, η οικονομική της κατάσταση ήταν τραγική και το ραδιοφωνικό της δίκτυο σε πρωτόγονη κατάσταση. Έτσι, ούτε λόγος δεν μπορούσε να γίνει για δίκτυο ελληνικής τηλεόρασης. Κάτι τέτοιο έμοιαζε με απόμακρο όνειρο. Αυτό βέβαια δεν εμπόδιζε τους Έλληνες να την ονειρεύονται και παράλληλα να ενημερώνονται για τις προόδους της τηλεόρασης στην Αμερική και σε ορισμένες δυτικοευρωπαϊκές χώρες, πιστεύοντας ότι κάποτε θα ερχόταν και η σειρά της χώρας τους.

Καθώς τα χρόνια περνούσαν, πολλοί Έλληνες επιστρέφοντας από ταξίδια στην Ευρώπη έφεραν μαζί τους δέκτες τηλεοράσεως που τους χρησιμοποιούσαν ως διακοσμητικά στοιχεία στα σαλόνια τους. Χρησιμοποιώντας την κατάλληλη κεραία, εκείνη την εποχή ήταν πολύ μεγάλη παρότι αποτελείτο από τέσσερα μόνο στοιχεία, κατόρθωναν κάτω από ορισμένες ατμοσφαιρικές συνθήκες, συνήθως άνοιξη ή φθινόπωρο, να δουν στους δέκτες τους προγράμματα από την Ιταλία και την Ισπανία. Βέβαια τις περισσότερες φορές, αν όχι όλες, χωρίς ήχο. Ήταν κατόρθωμα κάτι τέτοιο, που το φιλοξενούσαν οι εφημερίδες στις σελίδες τους. Μεγάλες επιτυχίες είχε σημειώσει στον τομέα αυτό ο ραδιοηλεκτρολόγος Παραδείσης που διατηρούσε κατάστημα επισκευής ραδιοφώνων στο τέρμα Αμπελοκήπων. Στα μέσα περίπου της δεκαετίας του 50, αρκετά ξενοδοχεία και κέντρα της Κέρκυρας, διέθεταν δέκτες τηλεόρασης και έτσι πολλοί Έλληνες που επισκέπτονταν το νησί του Ιονίου, είχαν την ευκαιρία να δουν τηλεόραση.

Σε ένα αφιέρωμα προ 20ετίας που έγινε από την «Καθημερινή», υπήρξε και αναφορά σε ονόματα που ήταν οι συντελεστές της ίδρυσης της ελληνικής τηλεόρασης. Για την ιστορία, μερικά απ’ αυτά, που παρευρέθηκαν και στα εγκαίνια της πρώτης εκπομπής, εκτός του υφυπουργού της κυβέρνησης Τάκη Γεωργίου, ήταν:

Γενικοί διευθυντές: Αναστάσιος Πεπονής και Γρηγόρης Δαφνής.

 Προγραμματιστές: Μιχ. Γιαννακάκος, Τάκης Τσήρος, Ντόλη Σωτηρακοπούλου, και Μιχάλης Τσακίρης.

Τεχνικοί: Θαλής Καρατζάς, Μιχ. Ψαλλίδας, Κώστας Μπέμ, Αρης Στασινόπουλος, Δημ. Μαρμαράς, Γιάννης Καρμπέρης, Δημ. Κατωτάκης, Πέτρος Μηλάς, Φίλιππος Λουγκής, Μαν. Ανδρουλιδάκης, Σόλων Βρυσόπουλος, Βασίλης Κροντήρας, Ντίνος Παπατριανταφυλλόπουλος, Βασίλης Γεωργόπουλος, Τόνια Ζαφειρίδου, Γ. Καμπανάος, Αρ. Πάντζος, Γ. Βογιατζής και Τζόρτζης Βαθράκης.

Δημοσιογράφοι: Ιάσων Μοσχοβίτης, Βασίλης Παπαθανασόπουλος, Κώστας Σισμάνης (υπήρξε για χρόνια ανταποκριτής της «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ» στην Αθήνα), Ιων Νταϊφάς, Κωστής Μεραναίος, Φρ. Γερμανός, Γιάννης Διακογιάννης και Δημοσθένης Μακρίδης.

Πηγή www.eleftheria.gr

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το