Τοπικά

Τρώμε λιγότερα παραδοσιακά τοπικά προϊόντα “Θ”

topika-proionta
Οι καταναλωτές χαμηλού εισοδήματος δεν επιλέγουν παραδοσιακά τρόφιμα, λόγω της αδύναμης αγοραστική τους δύναμης

Η οικονομική κρίση φαίνεται πως έχει επηρεάσει την κατανάλωση των παραδοσιακών και τοπικά παραγόμενων προϊόντων, καθώς σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας οι αμειβόμενοι χαμηλά δυσκολεύονται να τα αγοράσουν, ενώ και οι κάτοικοι των αστικών περιοχών δεν εμφανίζουν ιδιαίτερη έφεση στην κατανάλωσή τους. Αντίθετα οι κάτοικοι των αγροτικών περιοχών τα αγοράζουν συχνότερα, ενώ οι γυναίκες δίνουν μεγαλύτερη έμφαση σε σχέση με τους άνδρες στη διατροφική αξία αυτών των προϊόντων.

Η έρευνα με θέμα «Κατανάλωση παραδοσιακών και τοπικά παραγόμενων σε περιβάλλον οικονομικής κρίσης» πραγματοποιήθηκε από τον Επίκουρο Καθηγητή και Διευθυντή Εργαστηρίου Αγροτικής Οικονομίας και Καταναλωτικής Συμπεριφοράς του Τμήματος Γεωπονίας Φυτικής Παραγωγής και Αγροτικού περιβάλλοντος κ. Γιώργο Βλόντζο και την Αναπληρώτρια καθηγήτρια του Τμήματος Μηχανικών Χωροταξίας Πολεοδομίας περιφερειακής Ανάπτυξης του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας κ. Μαρινώ Ντυκέν.

Η έρευνα πεδίου διεξήχθη σε εθνικό επίπεδο. Τα στοιχεία έχουν συλλεχθεί από 225 ερωτηθέντες. Αυτό το δείγμα καλύπτει ένα ευρύ πεδίο των ελληνικών αστικών και αγροτικών περιοχών.

Το δείγμα περιλαμβάνει 98 άνδρες και 127 γυναίκες με μέση ηλικία 41 χρόνων.

Ποιο ήταν όμως το κίνητρο για τη διεξαγωγή της έρευνας;

Όπως επισημαίνεται από τους καθηγητές «Ίσως ένα από τα πιο σημαντικά χαρακτηριστικά ερευνών καταναλωτικής συμπεριφοράς είναι το επίπεδο της ικανοποίησης των καταναλωτών και ο τρόπος αποδοχή τους. Αυτή η αποδοχή βασίζεται στα ποιοτικά χαρακτηριστικά τους, καθώς και στις συμβολικές προεκτάσεις που θέτουν. Ένα τέτοιο διατροφικό πρότυπο φαίνεται να είναι μια βιώσιμη εναλλακτική λύση για δυτικού τύπου κοινωνίες, μετά από πολλές δεκαετίες υιοθέτησης διατροφικών προτύπων υπεύθυνων για καρδιαγγειακά νοσήματα και καρκίνο. Σε έρευνες που έχουν διεξαχθεί σε διάφορα μέρη του κόσμου, έχουν επιβεβαιωθεί μια σειρά από καταναλωτικά πρότυπα και αντιλήψεις.

Έχοντας ως κίνητρο τη διαφύλαξη της υγείας, μεταξύ άλλων, γίνεται αντιληπτό ότι υπάρχει μια αρνητική συσχέτιση μεταξύ του ελέγχου του βάρους και της κατανάλωσης παραδοσιακών τροφίμων σε περιοχές όπου αυτά περιέχουν είναι αρκετά λιπαρά, όπως βόρειες χώρες της Ευρώπης.

Στην Ελλάδα υπήρξε μια προσπάθεια να αξιολογηθεί η πεποίθηση των καταναλωτών σχετικά με την ποιότητα των παραδοσιακών σκευασμάτων κρέατος. Τα κρίσιμα σημεία για την επιλογή των σκευασμάτων αυτών από τους καταναλωτές είναι η αξιοπιστία των σημάτων ποιότητας που φέρουν και ο τόπος καταγωγής τους. Όσον αφορά την αντίληψη των καταναλωτών για την ποιότητα του κρέατος, σημαντικά κριτήρια είναι η γεύση, το χρώμα και η λιπαρότητα. Υπάρχουν επίσης αρκετά διακριτές ομάδες καταναλωτών εστιάζοντας σε άλλα θέματα, όπως ετικέτες, επωνυμία, πιστοποιήσεις ασφάλειας κλπ.

Η Ελλάδα για έξι συνεχή χρόνια αντιμετωπίζει μια αρκετά έντονη οικονομική κρίση, επηρεάζοντας, μεταξύ άλλων, την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών και τα ποσοστά ανεργίας. Αυτό το νέο περιβάλλον της οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης είναι σε θέση να τροποποιήσει σε πολλές περιπτώσεις, τις συνήθειες κατανάλωσης τροφίμων.

Λόγω του γεγονότος ότι η χώρα κατέχει μια πολύ σημαντική κληρονομιά παραδοσιακών προϊόντων διατροφής, είναι απαραίτητο να προσδιοριστούν οι επιπτώσεις αυτής της κρίσης στην κατανάλωσή τους.

Το εισόδημακαι το φύλο

Στην έρευνα τονίζεται πως «Ορισμένες σημαντικές διαφορές παρατηρούνται μεταξύ ανδρών και γυναικών. Συστηματικά, οι γυναίκες σημείωσαν ως περισσότερο σημαντικά κριτήρια τελικής επιλογής χρήσης την υγεία, τον κίνδυνο της παχυσαρκίας και την ευχαρίστηση. Φαίνεται επίσης ότι, σε σύγκριση με τους άνδρες, απλοί τρόποι μαγειρέματος είναι πιο σημαντικές για τις γυναίκες.

Το επίπεδο των εισοδημάτων εν μέρει επηρεάζει την αντίληψη των καταναλωτών. Πιο συγκεκριμένα, ορισμένες σημαντικές διαφορές που παρατηρούνται όσον αφορά την ομάδα των ερωτηθέντων με εισόδημα λιγότερο από 500€.

Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι ανησυχίες τους είναι σημαντικά χαμηλότερες για θέματα που σχετίζονται άμεσα με την υγεία και την παχυσαρκία, συγκριτικά με τους ερωτηθέντες με υψηλότερο εισόδημα. Κατά συνέπεια, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι η κρίση συμβάλλει αποτελεσματικά στο να μην χρησιμοποιούνται ως κριτήρια υψηλή προτεραιότητας θέματα όπως η διαφύλαξη της υγείας, καθώς και η θρεπτική αξία των τροφίμων.

Ακόμη και αν το επίπεδο σημαντικότητας δεν είναι πολύ έντονο, η επίδραση των θετικών επιπτώσεων της χρήσης παραδοσιακών τροφίμων τείνει να είναι λιγότερο σημαντική για τους ερωτηθέντες με χαμηλό εισόδημα, γεγονός που υποδηλώνει, τουλάχιστον έμμεσα, ότι το θέμα της τιμολόγησης των τροφίμων γενικότερα είναι το πιο σημαντικό».

Αγροτικές και αστικές περιοχές

Οι ερωτηθέντες που ζουν σε αγροτικές περιοχές σημείωσαν συστηματικά ως κριτήριο υψηλής προτεραιότητας την προέλευση των τροφίμων, δίνοντας ως εκ τούτου, μεγαλύτερη σημασία στον παραδοσιακό και τοπικό χαρακτήρα των τροφίμων που καταναλώνουν, συγκριτικά με τον αστικό πληθυσμό.

Όσον αφορά τον αστικό πληθυσμό, το κριτήριο της γεύσης εμφανίζει συστηματικά υψηλότερη προτεραιότητα.

Οι περισσότεροι από τους ερωτηθέντες ανέφεραν ότι αγοράζουν περιστασιακά (46%) ή συχνά (41%) παραδοσιακά προϊόντα τροφίμων που παράγονται σε τοπικό επίπεδο.

Αρκετά ενδιαφέρον είναι ότι οι καταναλωτές που αγοράζουν σπάνια τέτοια τρόφιμα είναι κυρίως κάτοικοι αστικών κέντρων.

Επιπλέον, το μορφωτικό επίπεδο εμφανίζεται με μια αρκετά “περίεργη” εικόνα: οι ερωτηθέντες που είναι απόφοιτοι Γυμνασίου αγοράζουν παραδοσιακά προϊόντα διατροφής συχνότερα, σε σύγκριση με αποφοίτους Λυκείου ή κατόχους πανεπιστημιακών τίτλων. Το αποτέλεσμα αυτό μπορεί να εξηγηθεί από το γεγονός ότι οι καταναλωτές που ζουν σε αγροτικές περιοχές είναι εκείνοι που προτιμούν σαφώς αυτά τα τρόφιμα.

Δεν είναι ακριβά για τους πιο πολλούς

Στην έρευνα αναφέρεται πως «όσον αφορά τα κίνητρα για να αγοράσει κάποιος παραδοσιακά και τοπικά τρόφιμα, παρατηρούμε ότι επηρεάζει θετικά το γεγονός ότι η αγορά αυτών των προϊόντων συνιστά καλή καταναλωτική πρακτική, συμβάλλει στην προστασία της υγείας των καταναλωτών και η μη ύπαρξη σοβαρών οικονομικών  προβλημάτων (εισοδήματα πάνω από 500€ μηνιαίως), έχει σαφώς θετική επίδραση στην απόφαση να αγοράσουν περισσότερο ή λιγότερο συχνά αυτά τα είδη των προϊόντων. Είναι επίσης απαραίτητο να υπογραμμιστεί ότι οι περισσότεροι από τους ερωτηθέντες δεν αντιλαμβάνονται τα παραδοσιακά και τοπικά τρόφιμα, ως ακριβά. Μόνο το 15% των ερωτηθέντων εκτιμά ότι το εισόδημά τους δεν τους επιτρέπει να καταναλώνουν αυτά τα τρόφιμα. Κατά συνέπεια, σπάνια τα αγοράζουν ακόμη και αν παραδέχονται ότι αυτή η καταναλωτική συμπεριφορά είναι καλή, ιδιαίτερα στον τομέα της υγείας. Μεταξύ αυτών των καταναλωτών, η συντριπτική πλειοψηφία (60%) βιώνουν μια πολύ εύθραυστη οικονομική κατάσταση, με μηνιαίο εισόδημα λιγότερο από 500 €».

Συμπεράσματα

 Στα συμπεράσματα της έρευνας επισημαίνεται πως, ενώ ήταν αναμενόμενο οι καταναλωτές χαμηλού εισοδήματος να μην επιλέξουν παραδοσιακά τρόφιμα, λόγω της αδύναμης αγοραστική τους δύναμης, είναι αρκετά περίεργο το γεγονός ότι οι καλά εκπαιδευμένοι καταναλωτές με σχετικά υψηλά εισοδήματα δεν περιλαμβάνουν στις διατροφικές τους συνήθειες τα  τρόφιμα αυτά πολύ συχνά. Ήταν αναμενόμενη διαφοροποίηση μεταξύ ανδρών και γυναικών, όσον αφορά τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται για την επιλογή τροφίμων, αλλά ήταν μια έκπληξη ότι οι κάτοικοι των αγροτικών περιοχών τα χρησιμοποιούν συχνότερα, σε σύγκριση με τους κατοίκους των αστικών περιοχών. Αυτές οι τάσεις των καταναλωτών έρχονται σε αντίθεση με ευρωπαϊκές τάσεις διατροφής, δημιουργώντας σκεπτικισμό σχετικά με το μέλλον των καναλιών παραγωγής και διάθεσής τους. Είναι ένα θέμα πρώτης προτεραιότητας για τους φορείς χάραξης πολιτικής, να εφαρμοστεί μια στρατηγική προώθησης για την ενθάρρυνση της κατανάλωσης παραδοσιακών και τοπικά παραγόμενων τροφίμων, με βάση τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματά τους τόσο στην υγεία όσο και στην συμβολή στην τοπική ανάπτυξη, που προκύπτει μέσα από την ενδυνάμωση των παραγωγικών διαδικασιών τους».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το