Photo Gallery, Τοπικά

Το 61% του νερού που ελέγχεται στη Μαγνησία πληρεί προϋποθέσεις

Ενδιαφέροντα στοιχεία σε ημερίδα των Χημικών Μηχανικών στην Αγριά

Από τις χθεσινές εργασίες της ημερίδας των χημικών μηχανικών στην Αγριά

 

 

Η περιοχή μας στην καλύτερη θέση από τους θεσσαλικούς νομούς

 

Ο «χάρτης» της ποιότητας του πόσιμου νερού και της κατάστασης των δικτύων της Θεσσαλίας αποτυπώνεται μετά από συνεχείς ελέγχους των τελευταίων ετών και φαίνεται να δείχνει πως η Μαγνησία βρίσκεται στο καλύτερο επίπεδο σε σχέση με άλλους θεσσαλικούς νομούς, ενώ υστέρηση εξακολουθεί να διαπιστώνεται στην απολύμανση με χλώριο των δικτύων, καθώς στο 47% του ελεγχόμενου δικτύου δεν ανιχνεύεται χλώριο. Θεαματική βελτίωση της ποιότητας του νερού άρχισε να παρατηρείται από το 2005 και μετά, ενώ με τον «Καλλικράτη» αναμένεται περαιτέρω βελτίωση λόγω της δημιουργίας ΔΕΥΑ σε όλους πλέον τους οργανισμούς Αυτοδιοίκησης. Οι αναφορές έγιναν στη χθεσινή ημερίδα του Συλλόγου Χημικών Μηχανικών Μαγνησίας, Κεντρικής και Δυτικής Θεσσαλίας στην Αγριά, με θέμα «Ποιότητα πόσιμου νερού, υγρά απόβλητα, αέρια ρύπανση, τεχνολογίες και χρηματοδοτικά εργαλεία».

Ειδική αναφορά έγινε στη λάσπη από τους βιολογικούς καθαρισμούς που μπορεί να αξιοποιηθεί για παραγωγή ενέργειας, αλλά και άρδευση. Στο Βόλο, μέσω του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, διενεργούνται και οικοτοξικολογικές αναλύσεις στα νερά και τα υγρά απόβλητα. Στην Ελλάδα η πρώτη φορά, όπως αναφέρθηκε, που έγινε οικοτοξικολογική ανάλυση ήταν στη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων για την αποτροπή τυχόν τρομοκρατικής ενέργειας.

 

Ρεπορτάζ:

ΤΟΥΛΑ ΚΕΚΑΤΟΥ

 

Μόλις το 1% του νερού που υπάρχει στον πλανήτη είναι πόσιμο, ενώ το 1/4 των ανθρώπων παγκοσμίως δεν έχει πρόσβαση σε αυτό, τόνισε -μεταξύ άλλων- ο αναπληρωτής καθηγητής, προϊστάμενος τμήματος Τεχνολογίας Τροφίμων ΤΕΙ Λάρισας κ. Αθανασ. Μανούρας. Αναφέρθηκε στο νομοθετικό πλαίσιο για την ποιότητα του πόσιμου νερού τονίζοντας με έμφαση πως «η εξασφάλιση της ποιότητας αποτελεί μία από τις βασικές υποχρεώσεις της Πολιτείας», καθώς και στις προδιαγραφές και τις παραμέτρους (είναι 44) ανάλυσης ποιότητας του νερού. Δύο είναι οι βασικές προϋποθέσεις: Συγκεκριμένη μεθοδολογία και διαπιστευμένο εργαστήρι. Ακόμη αναφέρθηκε στις επιπτώσεις της δημόσιας υγείας από τη διάθεση μη κατάλληλου νερού, καθώς το νερό δρα ως φορέας μετάδοσης ασθενειών.

Στα χαρακτηριστικά του πόσιμου νερού στη Θεσσαλία αναφέρθηκε ο χημικός μηχανικός κ. Αλ. Γούναρης, όπως προκύπτουν από τις μετρήσεις πολλών ετών, κυρίως της τελευταίας δεκαετίας.

Όπως προκύπτει το 47% του ελεγχόμενου νερού από τα δίκτυα της Θεσσαλίας φέρεται να πληροί όλες τις προϋποθέσεις, το 37% φέρεται ως «ύποπτο», το 16% φέρεται ως επικίνδυνο, καθώς εμφανίζει υπερβάσεις σε νιτρικά, βαρέα μέταλλα και έχει μικροβιακούς δείκτες. Στο Νομό Λάρισας το 32% του ελεγχόμενου πόσιμου νερού πληροί τις προϋποθέσεις, στο Ν. Καρδίτσας το 43%, στο Νομό Τρικάλων το 54% και στο Ν. Μαγνησίας το 61%.

Όσο για την απολύμανση των δικτύων ύδρευσης, όπως προκύπτει από τα στοιχεία, στο 47% των δικτύων δεν ανιχνεύεται χλώριο, που σημαίνει πως είτε δεν γίνεται χλωρίωση είτε πολύ μικρή, ενώ το 37% απολυμαίνεται αποτελεσματικά. Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι το 97% του ελεγχόμενου νερού δεν πληροί όλες τις παραμέτρους (και τις 44) που προβλέπει η νομοθεσία, ωστόσο δεν σημαίνει πως το νερό είναι ακατάλληλο. Αυτό που τονίστηκε είναι πως τα τελευταία χρόνια, ειδικά μετά την εφαρμογή του «Καποδίστρια», υπήρξε σημαντική βελτίωση της ποιότητας νερού και της κατάστασης των δικτύων ύδρευσης. Θεαματική βελτίωση παρατηρήθηκε από το 2005 και μετά και αποδίδεται σε δύο ακόμη παραμέτρους: Σε εισαγγελικές παρεμβάσεις που είχαν ως αποτέλεσμα να «καθίσουν στο σκαμνί» Δήμαρχοι και στην ευαισθητοποίηση των ελεγκτικών μηχανισμών. Χαρακτηριστική ήταν η αναφορά για τη Διεύθυνση Υγείας Μαγνησίας ότι «ξεπέρασε τον εαυτό της» σε ελέγχους και παρακολούθηση της ποιότητας του πόσιμου νερού.

Όσον αφορά στη σκληρότητα (άλατα, για τα οποία δεν υπάρχει νομοθετικό όριο) ειπώθηκε πως τα πιο «σκληρά» νερά εμφανίζονται στη Μαγνησία, τα Φάρσαλα και περιοχές της Λάρισας, ενώ το Πήλιο έχει πολύ «μαλακό» νερό.

Υφαλμύρωση νερού παρατηρείται κυρίως σε περιοχές της Μαγνησίας –και στο πολεοδομικό συγκρότημα- όμως τον τελευταίο χρόνο παρατηρείται βελτίωση. Για τα νιτρικά, αναφέρθηκε πως το 2005 είχαν εντοπιστεί υπερβάσεις του ορίου των 50mg/l σε 11 δίκτυα και το 2010 σε πέντε δίκτυα, κυρίως περιοχών κάτω των 1000 κατοίκων. Υπερβάσεις σε νιτρικά κυρίως παρατηρούνται στις περιοχές Αλμυρού, Βελεστίνου, Φαρσάλων, Χάλκης και Νίκαιας. Για τα βαρέα μέταλλα (αρσενικό, χρώμιο, υδράργυρος) αναφέρθηκε πως οφείλονται στη σύσταση του εδάφους, το θέμα αναδείχθηκε τα τελευταία χρόνια λόγω των εντατικών ελέγχων, ενώ η νομοθεσία δίνει παρεκκλίσεις για την υπέρβαση ώστε να αποφασιστεί χρήση ή διακοπή του νερού όπου εντοπίζονται βαρέα μέταλλα.

Σημειώνεται πως εδώ και ένα χρόνο, με την αλλαγή της νομοθεσίας, το νερό υπάγεται στα τρόφιμα και όσοι διαθέτουν ακατάλληλο νερό δεν διώκονται ποινικά, αλλά τιμωρούνται με πρόστιμο.

Η επαναδιάθεση και των υγρών αποβλήτων για άρδευση και με παρεμβάσεις μπορεί να γίνει πόσιμο τόνισε ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας κ. Αθαν. Κούγκολος σημειώνοντας ότι στο εξωτερικό το «επεξεργασμένο νερό της τουαλέτας μπορεί να φτάσει στο ποτήρι μας». Αναφέρθηκε στις μονάδες επεξεργασίας υγρών αποβλήτων, τη διάθεση των στερεών και τη δράση των ρύπων στους ζωντανούς οργανισμούς, στα στοιχεία της φύσης.

Λυματολάσπη και ενεργειακή διαχείριση ήταν το θέμα του χημικού μηχανικού κ. Αθαν. Κουτσούκου, ο οποίος επεσήμανε πως υπάρχουν δύο τύποι λασπών από επεξεργασία υγρών αποβλήτων, ανόργανες και οργανικές: Οι ανόργανες δεν περικλείουν ενέργεια. Στα 100g επεξεργασμένου ΒΟD παράγονται 40-50g οργανικής λάσπης. Οι οργανικές έχουν θερμικό περιεχόμενο 2500kcal/kg ξηρών στερεών, που παρουσιάζει και ενδιαφέρον ενεργειακής εκμετάλλευσης. Παρουσίασε τη χημική ταυτότητα της λυματολάσπης επισημαίνοντας ότι ο σχηματισμός της και συγκέντρωση γίνεται στα στάδια επεξεργασίας σε ποσοστό 95% από ξήρανση.

Η διάθεση των λασπών μπορεί να γίνει στη γεωργία, σε χωματερή-ΧΥΤΑ, σε βύθιση σε ανοικτή θάλασσα, σε μεθανοποίηση-καύση, σε ενταφιασμό. Η γεωργία είναι ίσως μία επιλογή που φαίνεται να κερδίζει έδαφος. Οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις από τη διάθεση των λασπών είναι τα απαέρια που δημιουργούνται, τα αιωρούμενα στερεά, αισθητικά προβλήματα που προέρχονται από τον υδρατμό, ο σχηματισμός στάχτης και το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Η αντιμετώπισή τους επικεντρώνεται με σακκόφιλτρα για τα εναπομείναντα στερεά, ηλεκτροστατικό φίλτρο παρακράτησης εκπεμπόμενων αιωρούμενων στερεών, η υγροποίηση του εξατμιζόμενου υδρατμού. Αναφέρθηκε στις οριακές εκπομπές ρύπων, όπως καθορίζονται από τη νομοθεσία.

Ο κ. Κουτσούκος ανέφερε πως μπορεί να γίνει παραγωγή πόσιμου νερού υψηλών προδιαγραφών χωρίς μικρόβια, μύκητες, ιούς και παθογόνους μικροοργανισμούς από θαλασσινό νερό ή υφάλμυρο νερό με τη χρήση μεμβρανών RO. Αρχικά το θαλασσινό νερό υφίσταται καθαρισμό και εν συνεχεία διέρχεται από τις μεμβράνες αντίστροφης όσμωσης. Παράγονται δύο προϊόντα, το διήθημα και το υπόλειμμα. Τα στάδια επεξεργασίας θαλασσινού νερού με μεμβράνη είναι επτά για να παραχθεί ποιοτικό πόσιμο νερό.

 

 

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το