Πρώτο Θέμα (old), Τοπικά

Τετρακόσια λουκέτα σε ένα τρίμηνο

Συνεχίζεται η «αιμορραγία» των επιχειρήσεων λόγω της κρίσης και το πρώτο τρίμηνο του 2013 στη Μαγνησία
Συνεχίζεται η «αιμορραγία» των επιχειρήσεων λόγω της κρίσης και το πρώτο τρίμηνο του 2013 στη Μαγνησία

 

Συνεχίζεται η «αιμορραγία» των επιχειρήσεων λόγω της κρίσης και το πρώτο τρίμηνο του 2013 στη Μαγνησία. Εκατοντάδες επιχειρήσεις έβαλαν λουκέτο και φέτος, κατάσταση που αναμένεται να συνεχιστεί και τους επόμενους μήνες, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την αύξηση της ανεργίας και τη μείωση των εσόδων των ασφαλιστικών ταμείων. Τα περισσότερα λουκέτα εμφανίζονται στους κλάδους των υπηρεσιών και της μεταποίησης, ενώ σε θετικό έδαφος παραμένουν οι κλάδοι του εμπορίου και του τουρισμού.

Δεν έχει σταματημό το κύμα λουκέτων σε επιχειρήσεις, που πλήττει τη Μαγνησία, οδηγώντας χιλιάδες επαγγελματίες και εργαζόμενους στην ανεργία.

Σύμφωνα με στοιχεία του Επιμελητηρίου, το τρίμηνο Ιανουαρίου-Μαρτίου 2013 διαγράφηκαν από τα μητρώα του 418 επιχειρήσεις, στη συντριπτική τους πλειοψηφία από τον κλάδο των υπηρεσιών (245), έναντι 566 επιχειρήσεων που είχαν διαγραφεί το αντίστοιχο τρίμηνο του 2012.

Μπορεί ο αριθμός των επιχειρήσεων που διέκοψαν τη λειτουργία τους φέτος, να είναι μικρότερος από την αντίστοιχη περυσινή περίοδο, ωστόσο μικρότερος είναι και ο αριθμός των επιχειρήσεων, που ξεκίνησαν να λειτουργούν.

Το ισοζύγιο το πρώτο τρίμηνο του 2013 είναι αρνητικό, σύμφωνα με τα στοιχεία του Επιμελητηρίου, καθώς το σύνολο δείχνει λιγότερες 207 επιχειρήσεις (πέρυσι το αντίστοιχο διάστημα ήταν 307 λιγότερες).

Ένα άλλο χαρακτηριστικό της κρίσης είναι ότι οι επιχειρήσεις που είτε ξεκινούν να δραστηριοποιούνται, είτε σταματούν, είναι ως επί το πλείστον οι ατομικές.

Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Εταιρείας Ανάπτυξης του Επιμελητηρίου Μαγνησίας (ΕΑΕΜ), τέσσερις στους 10 επιχειρηματίες θεωρούν το «λουκέτο» στην επιχείρησή τους πολύ ή αρκετά πιθανό, ενώ ένας στους δύο από αυτούς, προβλέπουν ότι αυτό θα συμβεί άμεσα.

Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Επιμελητηρίου, το πρώτο τρίμηνο του 2013:

-Στον εμπορικό τομέα κατέβασαν ρολά 74 επιχειρήσεις και λειτούργησαν 85 (ισοζύγιο θετικό 11 επιχειρήσεις). Και πέρυσι την αντίστοιχη περίοδο το ισοζύγιο ήταν θετικό (89 διαγραφές, 102 εγγραφές). Οι διακοπές, αλλά και οι ενάρξεις λειτουργίας αφορούν σχεδόν εξ ολοκλήρου ατομικές επιχειρήσεις (59 έκλεισαν και 69 άνοιξαν).

-Στο μεταποιητικό τομέα συνεχίζεται η «σφαγή». Διαγράφηκαν από τα μητρώα του Επιμελητηρίου 99 επιχειρήσεις (86 ατομικές) και εγγράφηκαν 18 μόνον (12 ατομικές)… Και πέρυσι είχαν καταγραφεί 148 διαγραφές και 34 εγγραφές.

-Στον τουριστικό τομέα συνεχίζεται το θετικό ισοζύγιο, αφού έχουμε 12 εγγραφές και καμία διαγραφή.

-Η «σφαγή» συνεχίζεται και στον τομέα των υπηρεσιών, καθώς διέκοψαν τη λειτουργία τους το πρώτο τρίμηνο 245 επιχειρήσεις (223 ατομικές) και ξεκίνησαν μόλις 96 (79 ατομικές). Πρόκειται κυρίως για επιχειρήσεις καφέ και ταχυφαγητού.

Οι επιχειρηματίες θεωρούν ότι για να αντιστραφεί το αρνητικό κλίμα, πρέπει να υπάρξει μείωση των συντελεστών ΦΠΑ και των συντελεστών φορολογίας των επιχειρήσεων, αύξηση των μισθών και  των δημοσίων επενδύσεων. Οι περισσότεροι επιχειρηματίες θεωρούν ότι η βελτίωση της οικονομίας θα έλθει μέσα από τη βελτίωση της φορολογίας, δεδομένου μάλιστα ότι σχεδόν δύο στους τρεις επιθυμούν ένα προαιρετικό σύστημα φορολόγησης, όπου ένας φόρος επί του τζίρου θα αντικαθιστούσε το ΦΠΑ και το φόρο εισοδήματος.

Η πλειοψηφία των επιχειρήσεων στη Μαγνησία είναι ιδιαίτερα ευαίσθητες και ευμετάβλητες στις μεταβολές του οικονομικού περιβάλλοντος. Για το λόγο αυτό άλλωστε έχουν πληγεί ιδιαίτερα από την κρίση, ενώ οι μελλοντικές προοπτικές εμφανίζονται πολύ δυσοίωνες. Σχεδόν 8 στους 10 επιχειρηματίες επισημαίνουν ότι επιδεινώθηκε η κατάσταση της επιχείρησής τους.

Ο τζίρος τους επίσης πέφτει κατακόρυφα από το έτος 2009, το οποίο θεωρείται ως έτος έναρξης της κορύφωσης της κρίσης. Ο τζίρος των επιχειρήσεων κινείται σε πολύ χαμηλά ποσά, δεδομένου ότι το 60,8% των επιχειρηματιών αναφέρει ότι ο ετήσιος τζίρος των επιχειρήσεών τους είναι κάτω από 100.000 ευρώ.

Δύο στους τρεις επιχειρηματίες αναφέρουν ότι μειώθηκε η ζήτηση των προϊόντων ή των υπηρεσιών τους, ενώ σχεδόν το ίδιο ποσοστό προβλέπει ότι η μείωση της ζήτησης των προϊόντων ή των υπηρεσιών θα συνεχιστεί και φέτος.

 

Οι τράπεζες

Η χαμηλή ρευστότητα είναι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα των επιχειρήσεων. Πάνω από 4 στους 10 επιχειρηματίες επισημαίνουν ότι ο μέσος χρόνος είσπραξης των οφειλών από τους πελάτες τους έχει αυξηθεί. Είναι προφανές ότι τα «τεφτέρια» ξαναπαίζουν σημαντικό ρόλο στη «λειτουργία» της αγοράς. Όπως ήταν αναμενόμενο, το μεγαλύτερο ποσοστό των επιχειρηματιών, 8 στους 10, αποδίδει την έλλειψη ρευστότητας που αντιμετωπίζει, στη γενικότερη ύφεση που επικρατεί. Ωστόσο, ένας ακόμη παράγοντας που επιβαρύνει την κατάσταση, είναι και ο χρόνος καταβολής των οφειλών του Δημοσίου προς τις επιχειρήσεις. Τέσσερις στους 10 επιχειρηματίες αναφέρουν ότι τους οφείλει το Δημόσιο, με καθυστέρηση μάλιστα πάνω από ένα έτος.

Με τον τζίρο, τη ζήτηση προϊόντων και τη ρευστότητα να πέφτουν κατακόρυφα, ενώ οι οφειλές του Δημοσίου να αυξάνουν, η στήριξη της επιχειρηματικότητας από τις τράπεζες αποτελεί πλέον όρο επιβίωσης. Ωστόσο, οι «μικροί επιχειρηματίες» αποφεύγουν τη σύναψη επιχειρηματικών δανείων, τροφοδοτώντας τις επιχειρήσεις τους με προσωπικά τους κεφάλαια, γεγονός που οδηγεί όχι μόνο στην καταστροφή των επιχειρήσεων, αλλά και των ίδιων των επιχειρηματιών και των οικογενειών τους.

Στις τράπεζες καταφεύγουν για επιχειρηματικά δάνεια κυρίως οι επιχειρήσεις με μεσαίο και μεγαλύτερο μέγεθος. Ωστόσο, αντί για υποστήριξη, όπως αναφέρουν, αντιμετωπίζουν ακόμη περισσότερα προβλήματα. 9 στους 10 (!!!) επιχειρηματίες αναφέρουν ότι αντιμετωπίζουν προβλήματα εξυπηρέτησης από τις τράπεζες: Πιέσεις για εξασφαλίσεις, για αποπληρωμή δανείων, για αύξηση επιτοκίων και για τριτεγγυήσεις, αποτελούν «μενού» της καθημερινής συναλλαγής των επιχειρηματιών με τις τράπεζες. Επίσης, η λήψη εγγυητικών επιστολών από τις τράπεζες, είναι ένα ακόμη μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι επιχειρηματίες, ενώ οι διαστάσεις του προβλήματος με τον «Τειρεσία» είναι εκρηκτικές σχεδόν για το σύνολο των επιχειρηματιών (93,2%). Μόλις το 6,8% αναφέρει ότι δεν αντιμετωπίζει κάποιο σχετικό πρόβλημα.

Η γενικότερα μειωμένη οικονομική δραστηριότητα έχει ως συνέπεια και τη μείωση των παραγγελιών των επιχειρηματιών από τους προμηθευτές. Έξι στους 10 επιχειρηματίες ανέφεραν ότι αναγκάστηκαν να μειώσουν τις προμήθειές τους.

Η επενδυτική δραστηριότητα παραμένει στάσιμη για το μεγαλύτερο ποσοστό των επιχειρηματιών (1 στους 2), αν και 1 στους 3 ανέφερε ότι μειώθηκε. Η στασιμότητα αυτή δικαιολογείται σ’ ένα βαθμό και από το ότι οι επιχειρηματίες μάλλον δεν θεωρούν ως αναγκαίες τις νέες επενδύσεις, αφού ένα μεγάλο μέρος της παραγωγικής τους δυναμικότητας παραμένει αναξιοποίητο, ενώ το ΕΣΠΑ φαίνεται ότι αποτελεί ελπίδα ανάκαμψης και για νέες επενδύσεις για 7 στους 10 επιχειρηματίες.

Η αύξηση της ανεργίας αναδεικνύεται ως ένα ακόμη μεγάλο πρόβλημα για την τοπική κοινωνία, αφού σχεδόν 4 στους 10 επιχειρηματίες δηλώνουν είτε ότι ήδη έχει μειωθεί το προσωπικό τους, είτε ότι θα μειωθεί ακόμη περισσότερο.

Ένα ακόμη σημαντικό ζήτημα που αναδεικνύεται, είναι και αυτό της μείωσης των ωρών ή ημερών εργασίας, καθώς και των αποδοχών των εργαζομένων, ενώ η κατάσταση αναμένεται να χειροτερέψει, δεδομένου ότι 7 στους 10 επιχειρηματίες δηλώνουν ότι είναι από λίγο έως και αρκετά πιθανή η μείωση μισθών ή ωρών εργασίας των εργαζομένων που απασχολεί.

Οι καθυστερημένες οφειλές, οι δόσεις για δάνεια, το ενοίκιο και το ΙΚΑ, αποτελούν άμεσα προβλήματα των επιχειρήσεων, ενώ 6 στους 10 επιχειρηματίες δηλώνουν ότι το κυριότερο εμπόδιο για την επιχείρησή τους σήμερα είναι η υπέρμετρη φορολογία.

 

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το