Πρώτο Θέμα (old), Τοπικά

Παραδοσιακά κτίσματα του Βόλου

Ο συντονιστής της Ομάδας Εργασίας Δ. Γαλανός αριστερά, ο πρόεδρος του ΤΕΕ Μαγνησίας Σ. Αναγνώστου δίπλα και δεξιότερα οι αρχιτεκτόνισσες της Ομάδας Εργασίας
Ο συντονιστής της Ομάδας Εργασίας Δ. Γαλανός αριστερά, ο πρόεδρος του ΤΕΕ Μαγνησίας Σ. Αναγνώστου δίπλα και δεξιότερα οι αρχιτεκτόνισσες της Ομάδας Εργασίας

Ο σημερινός Βόλος, όσον αφορά στην αρχιτεκτονική των κτιρίων του, έχει τεράστια διαφορά με το Βόλο της δεκαετίας του ’80 ή με αυτόν πριν το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και καμία σχέση με το Βόλο των τελευταίων ετών του 19ου αιώνα. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 50% των παραδοσιακών κτισμάτων της πόλης που είχαν καταγραφεί από ομάδες εργασίας τόσο το 1982, όσο και το 1992, είτε δεν υπάρχουν, είτε έχουν αλλοιωθεί από την αρχική τους μορφή.

Αυτό επισημάνθηκε στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου χθες στο ΤΕΕ Μαγνησίας, όπου παρουσιάστηκε το πρώτο τμήμα της μελέτης για την καταγραφή των παραδοσιακών κτισμάτων του καλλικρατικού Δήμου Βόλου, καταγραφή που έχει ως στόχο την ανάδειξη της αρχιτεκτονικής μας κληρονομιάς και τη δημιουργία των προϋποθέσεων διατήρησής της.

Τη μελέτη, που συνεχίζεται με το δεύτερο τμήμα, υλοποιεί ομάδα εργασίας αποτελούμενη από έξι αρχιτεκτόνισσες, τις κ.κ. Μαρία Μπρούζγου, Ελπινίκη Παύλου, Μαρία Αλεξίου, Στέλλα Βιλαέτη, Στέλλα Κατσαρού και Άννα Γαλανού, με συντονιστή τον αρχιτέκτονα κ. Δημ. Γαλανό.

Συνολικά ερευνήθηκαν περισσότερα από 1.000 κτίσματα και επιλέχθηκαν για το πρώτο τμήμα της μελέτης 300, ενώ για το δεύτερο άλλα 600.

Το πρόβλημα φυσικά είναι ότι δεν υπάρχουν προγράμματα οικονομικής ενίσχυσης από το κράτος, για τη διατήρηση των παραδοσιακών κτισμάτων.

«Ποιος από εμάς δεν έχει σταθεί μπροστά σε ένα διατηρητέο κτίριο και δεν έχει αναρωτηθεί για την κατασκευή του και το δέσιμό του με τη ζωή των χρηστών του. Είναι γεγονός ότι στην Ελλάδα και στην περιοχή μας, δεν μπορούμε να υπερηφανευόμαστε για τη διατήρηση των παλιών κτιρίων. Πολλά ισοπεδώθηκαν από τη λαίλαπα της αντιπαροχής και του κέρδους, αντικαταστάθηκαν από πανομοιότυπες αντιαισθητικές πολυκατοικίες. Στόχος μας η ευαισθητοποίηση αρχών και πολιτών, για τη σωτηρία όσο το δυνατόν περισσοτέρων κτιρίων, αλλά και η συνειδητοποίηση από πλευράς της πολιτείας, ότι θα πρέπει να υπάρχει και οικονομική κρατική μέριμνα για τη διατήρησή τους», επισήμανε ο πρόεδρος του ΤΕΕ Μαγνησίας κ. Σ. Αναγνώστου.

Όπως σημείωσε ο κ. Αναγνώστου «ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, οι σεισμοί 1954-1957, αλλά και ο σεισμός του 1980, εξαφάνισαν αρκετές αξιόλογες κατασκευές. Στη συνέχεια όμως, με υπερβολές και εσκεμμένες ενέργειες, πολλά κτίρια τα οποία κοσμούσαν την πόλη μας κρίθηκαν κατεδαφιστέα. Εξαίρεση αποτελούν τα βιομηχανικά κτίρια, πολλά από τα οποία διατηρήθηκαν με πρωτεργάτες το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και το Δήμο Βόλου. Το ΤΕΕ Μαγνησίας το 1991 με μια άλλη Ομάδα Εργασίας, αποτελούμενη τότε από νέους μηχανικούς, γεμάτους όρεξη και πλέον φτασμένους επαγγελματίες, είχε προχωρήσει στην καταγραφή διατηρητέων κτιρίων του Βόλου με μια εργασία με τον τίτλο «Αρχιτεκτονικές μνήμες, ζωντανά τμήματα της πόλης». Και όπως πολύ εύστοχα σημειώνονταν στην εισαγωγή του τόμου: «Η διατήρηση των συγκεκριμένων κτισμάτων, αλλά και των άλλων δεν αποτελεί πολυτέλεια, ούτε μια ρομαντική υπόθεση των λίγων, αφορά στο σύνολο και τον πολιτισμό της πόλης του Βόλου». Δυστυχώς αρκετά και από τα τότε αναδειχθέντα κτίρια δεν υπάρχουν σήμερα».

«Σήμερα, τα κτίσματα αλλά και η πόλη για την οποία αφιερώθηκε τόσος κόπος και τόση όρεξη, δεν έχουν καμία σχέση με αυτά που έβλεπαν τα μάτια του χρονογράφου το 1927, όμως διαχρονική είναι η ανάγκη και ο προβληματισμός για την προστασία της πόλης και των κτισμάτων της», ανέφερε μεταξύ άλλων ο συντονιστής κ. Γαλανός. «Έχουμε «μνημόσυνα» κτιρίων και παραδείγματα προς αποφυγή», πρόσθεσε.

Η εργασία χωρίστηκε σε τρία βασικά τμήματα (τόμους):

Το πρώτο τμήμα (Α’ τόμος): Περιλαμβάνει τον πυρήνα του Δήμου Βόλου

(Κέντρο της πόλης, Νέα Ιωνία, Νεάπολη, Άγιοι Ανάργυροι, Παλιά, Νέες Παγασές,

Νέα Δημητριάδα) και αναφέρεται στον κυρίως τομέα της παλιάς πόλης

του Βόλου, που ερευνήθηκε λεπτομερειακά, ώστε να υπάρξει και ένα είδος

επικαιροποίησης σε σχέση με άλλες καταγραφές που κατά καιρούς έχουν γίνει

από ιδιώτες ερευνητές, από το Δ. Βόλου, Δ. Ν. Ιωνίας, πρώην κοινότητες, ΤΕΕ,

Υπουργεία πρώην ΠΕΧΩΔΕ, Πολιτισμού κλπ. Το δεύτερο τμήμα (Β’ τόμος): Περιλαμβάνει τις περιφερειακές ενότητες που εμπεριέχονται στον καλλικρατικό Δήμο Βόλου (π.χ. Άνω Βόλος, Πορταριά, Μακρινίτσα, Χάνια) και ό,τι αφορά στα αξιόλογα οικιστικά σύνολα που κατά καιρούς δημιουργήθηκαν (αναπτύχθηκαν) περιφερειακά της παλιάς πόλης του Βόλου σε μια διαδοχική ταξινόμηση.

Το τρίτο τμήμα (Γ᾽ τόμος): Περιλαμβάνει τα οικιστικά σύνολα όπου τα

κτίσματα παρουσιάζουν σχετική ομοιομορφία. Περιλαμβάνει τα οικιστικά σύνολα (συνοικισμούς) και οικιστικά μέτωπα που παρουσιάζουν αξιόλογο αρχιτεκτονικό -ιστορικό και κοινωνιολογικό ενδιαφέρον και που σχετίζονται με την οικιστική ιστορία του νέου καλλικρατικού Δήμου.

Για τη δυσπιστία με την οποία αντιμετώπισαν το έργο ορισμένοι ιδιοκτήτες παραδοσιακών κτισμάτων, μίλησε η αρχιτεκτόνισσα Μαρία Μπρούζγου, ενώ η Στέλλα Βιλαέτη επισήμανε την απουσία τεκμηριωμένου και καταγεγραμμένου έργου για την αρχιτεκτονική κληρονομιά. Η Ελπινίκη Παύλου αναφέρθηκε στο μεγάλο αριθμό των εγκαταλειμμένων παραδοσιακών κτιρίων, αλλά και σε αρκετά που βανδαλίστηκαν από τους ιδιοκτήτες τους λόγω έλλειψης γνώσης, καθώς και σε άλλα που γκρεμίστηκαν σε μια νύχτα και τη θέση τους πήραν πολυκατοικίες.

Η Μαρία Αλεξίου αναφέρθηκε στην ανάγκη να συντηρηθούν τα κτίρια που αξιολογήθηκαν, ενώ η Άννα Γαλανού χαρακτήρισε διδακτικό το χαρακτήρα της μελέτης, ενώ η έρευνα έχει ιστορική, λαογραφική, πολιτιστική και αρχιτεκτονική αξία. Το δεύτερο τμήμα της μελέτης θα ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους.

 

 

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το