Photo Gallery, Τοπικά

Ένας στους δέκα μαθητές έχει καπνίσει χασίς

Στο Νομό Μαγνησίας το 9% των μαθητών 13-19 ετών έχει κάνει χρήση κάνναβης πάνω από μία φορά στη ζωή του, ενώ το 14,6% των μαθητών 13-19 ετών καπνίζει συστηματικά

Ανησυχητική είναι η αύξηση των μαθητών που εμφανίζονται εξαρτημένοι από το κάπνισμα, ενώ μεγάλο είναι το ποσοστό των μαθητών, που έχουν δοκιμάσει κάνναβη, δεν είναι λίγοι εκείνοι που πίνουν αλκοόλ και, όπως φαίνεται, ούτε η οικονομική κρίση μπορεί να περιορίσει τις… κακές τους συνήθειες.

Εξαιρετικά επιρρεπείς σε ναρκωτικές και αλκοολούχες ουσίες παρουσιάζονται οι 13χρονοι μαθητές στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια. Μάλιστα, η πλειονότητα των παιδιών που δοκιμάζουν χασίς, περνούν από τον πειραματισμό στη συστηματική χρήση. Αυτό το γεγονός προβληματίζει την επιστημονική κοινότητα, ενώ πιο στενά «φλερτάρουν» με τα ναρκωτικά οι έφηβοι στην πρωτεύουσα και τη συμπρωτεύουσα με 18,2% των αγοριών και 8,3 των κοριτσιών να έχουν δοκιμάσει χασίς τουλάχιστον μια φορά στη ζωή τους. Συγκεκριμένα στο Νομό Μαγνησίας το 9% έχει κάνει χρήση κάνναβης πάνω από μία φορά στη ζωή του, ενώ το 14,6% των μαθητών, 13-19 ετών, καπνίζει συστηματικά.
Αυτό είναι το συμπέρασμα της πανελλήνιας έρευνας για τη χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών από μαθητές, που πραγματοποίησε το Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγιεινής (ΕΠΙΨΥ), σε συνεργασία με τον Οργανισμό Κατά των Ναρκωτικών και τα επιμέρους κέντρα πρόληψης του ΟΚΑΝΑ. Η έρευνα ESPAD 2011, έλαβε χώρα σε 683 σχολεία με τη συμμετοχή 37.040 μαθητών ηλικίας 13-19 ετών. «Η ικανότητα να αναγνωρίζουμε και να επεξεργαζόμαστε τα συναισθήματά μας είναι πολύ βασική, τόσο για την ψυχική μας υγεία όσο και για την ανάπτυξη θετικών διαπροσωπικών σχέσεων. Πολλοί άνθρωποι καταφεύγουν στη χρήση ουσιών είτε όταν βιώνουν κάποιες έντονες δυσκολίες στην κοινωνική τους ζωή, οι οποίες συχνά οφείλονται σε χαμηλή αυτοεκτίμηση και ανεπαρκείς κοινωνικές δεξιότητες είτε, σε πιο σοβαρές περιπτώσεις, όταν αντιμετωπίζουν ένα βαθύ ψυχικό πόνο», σημειώνει η κ. Δήμητρα Γεωργοσοπούλου, ψυχοθεραπεύτρια gestalt.
Στην κορυφή της προτίμησης των ανήλικων για την αλλαγή διάθεσης βρίσκεται η κάνναβη. Ταυτόχρονα, αυξητική τάση στη χρήση αλκοολούχων ποτών παρατηρείται, σύμφωνα με την έρευνα, στη Βόρειο Ελλάδα. Μάλιστα, ένας στους τρεις μαθητές έχει μεθύσει τουλάχιστον μία φορά στη ζωή του, ενώ το 13% έχει μεθύσει πάνω από δύο φορές.
Μετά την κάνναβη, δημοφιλέστερες για την αλλαγή της διάθεσης αναδεικνύονται οι νόμιμες εισπνεόμενες ουσίες (κόλλες, βερνίκια, διαλυτικά) και ακολουθούν τα ηρεμιστικά/υπνωτικά χάπια.
Διαχρονικά, στην τελευταία 25ετία, τριπλασιάστηκε η χρήση ναρκωτικών από ανηλίκους, που αναζητούν παρηγοριά σε ψεύτικους παραδείσους.
Αξίζει να σημειωθεί, πως γενικά στο μαθητικό πληθυσμό, έξι στους δέκα μαθητές πίνουν αλκοόλ, ενώ το 11% πίνει τουλάχιστον δύο φορές την εβδομάδα. Στη Μαγνησία μαθητές 13-19 ετών έκαναν χρήση αλκοόλ περισσότερες από 10 φορές τον τελευταίο μήνα, σε ποσοστό 10,2%. Επίσης ένας στους τρεις μαθητές έχει μεθύσει τουλάχιστον μία φορά στη ζωή του, ενώ το 13% έχει μεθύσει πάνω από δύο φορές, γεγονός που αποδεικνύει πως πολλά παιδιά ξεφεύγουν, περνώντας από την κατανάλωση αλκοόλ στην κατάχρηση.

Πρόληψη

Η παραδοχή του ψυχοκοινωνικού χαρακτήρα της χρήσης προσδιορίζει και τις πρακτικές της πρόληψης σήμερα. Η πρόληψη χρειάζεται να δίνει έμφαση στις αιτίες του φαινομένου της χρήσης ή εξάρτησης από ουσίες και χρειάζεται να προωθεί αλλαγές σε ατομικό, οικογενειακό και κοινωνικό επίπεδο.
Η κ. Γεωργοσοπούλου σημειώνει: «Χρειάζεται η πρόληψη να στοχεύει στη σωστή ενημέρωση και την άρση των μύθων που επικρατούν γύρω από το θέμα της χρήσης του καπνού. Χρειάζεται, παράλληλα, να αποσκοπεί στην ενίσχυση της αυτοεκτίμησης, την ενθάρρυνση αντιμετώπισης των καθημερινών δυσκολιών, την εξεύρεση εναλλακτικών τρόπων επικοινωνίας και επίλυσης των προβλημάτων, τη βελτίωση των διαπροσωπικών σχέσεων, με στόχο την ατομική ευθύνη στην επιλογή του τρόπου ζωής. Η πρόληψη προσπαθεί να εμφυσήσει στο άτομο στόχους, οράματα και αξίες μέσα από την ενίσχυση της ομαδικότητας και της συνεργασίας, που θα οδηγήσουν το άτομο να επιλέγει υγιείς τρόπους συμπεριφοράς και να προάγει την ποιότητα της ζωής του».
Επίσης όσον αφορά στη δικτύωση της τοπικής κοινωνίας, εύλογο είναι ότι η πρόληψη και η προώθησή της δεν αφορά αποκλειστικά sτους ειδικούς, αλλά πρέπει να αποτελέσει στάση ζωής για τον καθένα μας. «Η εξάρτηση από το κάπνισμα χρειάζεται να είναι προβληματισμός για το κάθε υπεύθυνο και συνειδητοποιημένο πολίτη, που ενδιαφέρεται για το χώρο που ζει και για την ευρύτερη κοινωνία. Η συμμετοχή των πολιτών είναι απαραίτητη, αν θέλουμε να μιλάμε για κοινή προσπάθεια, σ’ ένα πρόβλημα που αφορά όλους», τονίζει η ψυχοθεραπεύτρια.
Τέλος, οι γονείς και οι δάσκαλοι που αποτελούν πρότυπο για τα παιδιά, οφείλουν να λειτουργούν ως διευκολυντές, να προάγουν την ανάληψη πρωτοβουλίας από τους νέους, να μην τιμωρούν τη διαφορετικότητα, να αποδέχονται και να κατανοούν τους διαφορετικούς τρόπους έκφρασης των νέων, να εμπιστεύονται το παιδί και να του δίνουν την απαραίτητη ασφάλεια και ελευθερία, που θα του επιτρέψουν να βρει τη θέση του σε μια κοινωνία.

 

 Σοφία Μαυραντζά

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το