Οικονομία

«Το ΕΣΠΑ είναι εργαλείο ανάπτυξης και όχι αυτοσκοπός δημοσιονομικής επίδοσης»

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΣΣΙΜΑΤΗΣ

Συνέντευξη:

ΣΩΤΗΡΗΣ ΛΕΤΣΙΟΣ

Ο επιχειρηματικός κόσμος της χώρας συμμετέχει στην προσπάθεια ανάταξης της οικονομίας δηλώνει ο κ. Γιώργος Κασσιμάτης, πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδας, αν και οι προτάσεις του δεν τυγχάνουν της επιθυμητής προσοχής. Αναφερόμενος στα προγράμματα του ΕΣΠΑ τονίζει ότι τα επιχειρησιακά προγράμματα που περιλαμβάνονται σε αυτό πρέπει να αποκτήσουν φιλοεπιχειρηματικό προσανατολισμό. Ζητεί ακόμη να μελετηθεί προσεκτικά η διαδικασία απελευθέρωσης των κλειστών επαγγελμάτων και να μην επιχειρείται αυτή να γίνει με γενικές ρυθμίσεις. Στο δε θέμα των αποκρατικοποιήσεων, μεταξύ άλλων, σημειώνει ότι η όλη διαδικασία θα πρέπει να απεμπλακεί από το υπάρχον γραφειοκρατικό πλέγμα.

Οι έως τώρα εξελίξεις στο πεδίο της οικονομίας παρέχουν την εγγύηση ότι με τα μέτρα που έχουν ληφθεί ώς τώρα, θα αποφύγουμε τα χειρότερα και χωρίς να προβούμε στην αναδιάρθρωση του χρέους;

Σε μια εποχή αβεβαιότητας, όπως αυτή που ζούμε, η αναζήτηση για εγγυήσεις είναι μια ουτοπική επιδίωξη. Σίγουρα τα μέτρα που έχουν ληφθεί είναι ιδιαίτερα επώδυνα για όλους μας. Ειδικά ο επιχειρηματικός κόσμος έχει κληθεί να σηκώσει μεγάλο βάρος για να στηριχθεί η οικονομία. Αυτό όμως είναι κάτι που κάναμε πάντα. Η επιχειρηματικότητα έδινε το «παρών» στις δύσκολες στιγμές. Έχουμε μάθει να ζούμε με τον επιχειρηματικό κίνδυνο και να κινούμαστε σε αβέβαιο περιβάλλον. Δεν έχουμε εγγυήσεις στα χέρια μας, έχουμε όμως την προσδοκία, την ελπίδα και την απαίτηση προς αυτούς που έχουν την ευθύνη της διακυβέρνησης, να «πιάσουν τόπο» οι θυσίες μας. Συμμετέχουμε στην εθνική προσπάθεια για την ανάταξη της οικονομίας, αν και οι προτάσεις μας και οι συμβουλές μας – μην ξεχνάτε ότι τα Επιμελητήρια είναι θεσμοθετημένοι σύμβουλοι της ελληνικής Πολιτείας – δεν τυγχάνουν, σε πολλές περιπτώσεις, της επιθυμητής προσοχής. Πάντως πρέπει να επισημάνω, και εκφράζω το σύνολο της επιχειρηματικής κοινότητας, ότι δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια λήψης μέτρων. Η φοροδοτική ικανότητα των επιχειρηματιών δεν τείνει στο άπειρο και ήδη τα αποθέματα συνεισφοράς της υγιούς επιχειρηματικότητας στην εθνική προσπάθεια έχουν εξαντληθεί.

Οι ελληνικές επιχειρήσεις περνούν δύσκολες στιγμές. Η επιβίωση ή ακόμη και η σταδιακή τους ανάκαμψη θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την ενίσχυσή τους μέσω του προγράμματος ΕΣΠΑ;

Θέλω να καταστήσω ευθύς εξ αρχής σαφές ότι δεν πιστεύω στην κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα. Η ιδιωτική πρωτοβουλία έχει υπάρξει ανέκαθεν ο κινητήριος μοχλός της επιχειρηματικής δραστηριότητας, τόσο στην Ελλάδα, όσο και διεθνώς. Όμως σε μια περίοδο κρίσεως, όπως αυτή που βιώνουμε, μια κρίση με δομικά και διαρθρωτικά χαρακτηριστικά, επιβάλλει τη συνδρομή του κράτους προς τις επιχειρήσεις, καθώς οι αδυναμίες της οικονομίας, λόγω του δομικού τους χαρακτήρα, οφείλονται σε διαχρονικές κρατικές-κυβερνητικές πολιτικές και επιλογές που διαμόρφωσαν το περιβάλλον, στο οποίο δρα η πραγματική οικονομία. Η Ελλάδα έχει στη διάθεση της ένα ισχυρό μηχανισμό υποστήριξης της ανάπτυξης, το ΕΣΠΑ. Οι πόροι που περιλαμβάνονται σε αυτό, έχουν διατεθεί στην Ελλάδα για να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της, σε μια προοπτική σύγκλισης με το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι λοιπόν σκόπιμο, για να μην πω επιβεβλημένο, τα επιχειρησιακά προγράμματα που περιλαμβάνονται στο ΕΣΠΑ, να αποκτήσουν φιλοεπιχειρηματικό προσανατολισμό, τόσο ως προς το περιεχόμενο και τη στοχοθεσία τους (και σε αυτό έχει σημειωθεί πρόοδος) όσο και ως προς τις διαδικασίες ενεργοποίησης και διαχείρισής τους (σε αυτό τον τομέα η γραφειοκρατία που υπάρχει είναι συχνά απαγορευτική για οποιαδήποτε προσπάθεια). Εάν το ΕΣΠΑ το αντιληφθούμε ως εργαλείο ανάπτυξης και όχι ως αυτοσκοπό δημοσιονομικής επίδοσης, τότε σίγουρα μπορεί να αξιοποιηθεί ως μηχανισμός επιβίωσης και ανάκαμψης των επιχειρήσεων.

Η κυβέρνηση αποδίδει μεγάλη σημασία στην υλοποίηση του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων που αναμένεται να αποφέρει έσοδα στα ταμεία του Δημοσίου. Πώς εκτιμάτε ότι θα προχωρήσει αυτό το σχέδιο εντός του 2011;

Οι αποκρατικοποιήσεις, όπως έχουν αποτυπωθεί στον προϋπολογισμό του 2011, αποτελούν μια βασική κυβερνητική επιλογή για την αύξηση των δημοσίων εσόδων. Αυτό είναι σύμφωνο και με τις επιταγές του μνημονίου και τις προτάσεις που υποβάλλει η τρόικα προς την κυβέρνηση. Δυο είναι τα βασικά ζητούμενα σε αυτή την περίπτωση. Το πρώτο είναι τα πεδία όπου θα υπάρξουν ενέργειες αποκρατικοποιήσεων (π.χ. σε τομείς όπως η ενέργεια ή οι μεταφορές) όπου θα πρέπει να γίνουν επιλογές που να μη θέτουν σε κίνδυνο την αυτάρκεια της χώρας σε αυτούς τους τομείς (να μην εξαρτάται δηλαδή η παροχή δημοσίων αγαθών ή υπηρεσιών αποκλειστικά από ιδιώτες που μπορεί να λειτουργήσουν εκβιαστικά). Το δεύτερο είναι να μπορέσει η κυβέρνηση να απεμπλακεί η όλη διαδικασία αποκρατικοποίησης από το γραφειοκρατικό πλέγμα που υπάρχει σε κάθε τέτοια δραστηριότητα, δημιουργώντας υπερβολικό διοικητικό βάρος και κόστος, τα οποία ακυρώνουν εν μέρει και συχνά εν όλω την όλη προσπάθεια, λόγω απώλειας ενδιαφέροντος της άλλης πλευράς. Πρόκειται για δυο κομβικής σημασίας παραμέτρους που πρέπει να προσεχθούν.

Ο δημόσιος τομέας θα εξυγιανθεί και θα καταστεί αποδοτικότερος εάν μειωθεί δραστικά ο αριθμός των υπαλλήλων που απασχολούνται σε αυτόν;

Εάν αναλογιστεί κανείς ότι υπάρχουν δημόσιες υπηρεσίες με υπερβολικά πλεονάζον προσωπικό που δεν αποδίδουν ανάλογα και άλλες δημόσιες υπηρεσίες υποστελεχωμένες που μετά βίας ανταποκρίνονται σε προδιαγραφές στοιχειώδους λειτουργίας, διαπιστώνει ότι δεν μπορεί να κάνει γενικεύσεις σε ένα τόσο σύνθετο ζήτημα όπως η στελέχωση του Κράτους. Μόνο εάν καταγραφούν οι λειτουργικές απαιτήσεις του Κράτους (τι πρέπει να κάνει), οι λειτουργικές δυνατότητες (αν μπορεί να το κάνει), οι μεθοδολογικές δυνατότητες (πώς μπορεί να το κάνει), οι οικονομικο-πολιτικές σκοπιμότητες (εάν πρέπει να το κάνει το ίδιο ή να αναλάβει κάποιος ιδιώτης), τότε μόνο μπορεί κάποιος με ασφάλεια να εκφράσει άποψη σχετικά με τον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων. Η δε απόδοση αυτών πρέπει να ελέγχεται όχι με τον προσχηματικό τρόπο που γίνεται σήμερα, αλλά να αξιοποιηθεί η ήδη θεσμοθετημένη από το 2004 δυνατότητα σχεδιασμού και άσκησης δημόσιας διοίκησης με στόχους, η οποία σε συνδυασμό με το μοντέλο του προϋπολογισμού προγραμμάτων που προωθεί η κυβέρνηση, θα μπορέσει να δώσει απαντήσεις στα ερωτήματα για την αποδοτικότητα και το μέγεθος του δημόσιου τομέα.

Το επιχείρημα ότι οι περικοπές μισθών στον ιδιωτικό τομέα θα συμβάλλει στη αύξηση της ανταγωνιστικότητας θεωρείτε ότι έχει σχέση με την ελληνική πραγματικότητα;

Εξαρτάται πώς θέλουμε να ορίσουμε την ανταγωνιστικότητα, ή μάλλον ποια είναι τα σημεία σύγκρισης για να διαπιστώσουμε την ανταγωνιστικότητα. Είναι γνωστό ότι υπάρχουν στην ΕΕ χώρες των οποίων οι βασικές αποδοχές στον ιδιωτικό τομέα δεν ξεπερνούν τα 300 ευρώ. Εάν κάποιος θεωρεί ότι το να γίνει η ελληνική οικονομία ανταγωνιστική συνεπάγεται να διαμορφωθούν ανάλογα μεγέθη αμοιβών και στην Ελλάδα, μάλλον δεν έχει σχέση με την ελληνική πραγματικότητα. Άλλωστε οι Έλληνες επιχειρηματίες, λόγω της φύσης των επιχειρήσεών τους (η συντριπτική πλειοψηφία είναι μικρομεσαίες επιχειρήσεις με 1 ή 2 υπαλλήλους) έχουν αποκτήσει όχι μόνο επαγγελματική, αλλά και πιο ανθρώπινη και προσωπική σχέση με τους υπαλλήλους τους και αντιλαμβάνονται τις δυσκολίες τους στην κρίσιμη αυτή περίοδο, κάτι που είναι αμοιβαίο, καθώς και οι εργαζόμενοι δείχνουν ανάλογες συμπεριφορές. Άρα οι μειώσεις αμοιβών του ιδιωτικού τομέα είναι ένα θέμα που πρέπει να έχει τα σωστά μεγέθη αξιολόγησης και όχι γενικότητες. Δεν είναι δυνατόν να τίθενται στην ίδια κατηγορία αμοιβές π.χ. του ιδιωτικού τραπεζικού τομέα με υψηλά μπόνους και του τομέα μεταποίησης ή εμπορίου όπου η συντριπτική πλειοψηφία αμοιβών κυμαίνεται στα όρια του βασικού μισθού.

Η απελευθέρωση των κλειστών επαγγελμάτων πιστεύετε ότι είναι το απαραίτητο βήμα ώστε να ενισχυθούν αποτελεσματικά οι υπηρεσίες και το λιανικό εμπόριο;

Η ύπαρξη προϋποθέσεων για την άσκηση ενός επαγγέλματος αποτελεί έκφραση της ευρύτερης κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής συγκυρίας κατά την οποία θεσπίστηκαν αυτές οι προϋποθέσεις. Η απελευθέρωση άσκησης ενός επαγγέλματος είναι επί της αρχής μια ορθή επιλογή, υπό το πρίσμα της μείωσης του κόστους που υπάρχει για την άσκησή του, είτε από αυτόν που το ασκεί, είτε από αυτόν που απολαμβάνει τα αγαθά και τις υπηρεσίες που προκύπτουν από το συγκεκριμένο επάγγελμα. Θα πρέπει να μελετηθεί προσεκτικά αυτή η διαδικασία, με έμφαση στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και τις απαιτήσεις του κάθε επαγγέλματος του οποίου η άσκηση θα απελευθερωθεί, και να μην επιχειρούνται με γενικές ρυθμίσεις «ανοίγματα» επαγγελμάτων γιατί η εμπειρία έχει δείξει ότι έτσι δημιουργούνται νομοθετήματα ακατάλληλα και προβληματικά. Ενδεικτικός υπήρξε ο χαρακτηρισμός της Οδηγίας για την απελευθέρωση των υπηρεσιών ως «Οδηγίας Φρακενστάιν» κατά παραφθορά του εισηγητή Επιτρόπου Μπολκενστάιν, καθώς το περιεχόμενό της ήταν όντως προβληματικό και μάλιστα η αντίδραση των λαών της Ευρώπης σε αυτό είχε εκφραστεί με την απόρριψη της Ευρωπαϊκής Συνθήκης σε Γαλλία και Ολλανδία. Η κοινή γνώμη πρέπει να είναι σύμμαχος σε τέτοιες πρωτοβουλίες, διαφορετικά η επιτυχία τους δεν είναι εφικτή.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το