Τοπικά

Σαν σήμερα η μεγαλύτερη τραγωδία στην ιστορία της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας, συνέβη στην Όθρυ

c130

Φεβρουάριος του 1991.

Ο πόλεμος στον περσικό κόλπο μονοπωλεί το ενδιαφέρον της παγκόσμιας γνώμης, αλλά και της Ελλάδας. Η χώρα μας αποφασίζει να αυξήσει τη φύλαξη στη βάση της Σούδας στην Κρήτη και το ΓΕΑ προτίθεται να στείλει στρατιώτες ώστε να την ενισχύσει.   Την Τρίτη 5 Φεβρουαρίου του 1991, ένα αεροσκάφος της Πολεμικής Αεροπορίας, τύπου C-130 με αριθμό 748 απογειώνεται από το αεροδρόμιο της Ελευσίνας, λίγο πριν το μεσημέρι. Τελικός προορισμός της μοιραίας πτήσης ήταν η Κρήτη, ωστόσο σύμφωνα με πληροφορίες που έδωσε στη δημοσιότητα το ΥΕΘΑ, έπρεπε πρώτα να πάρει προσωπικό από την 111 ΠΜ στην Αγχίαλο, που στη συνέχεια θα μετέφερε στην 115 ΠΜ στα Χανιά και στο Τυμπάκι.

Το πλήρωμα του μοιραίου αεροσκάφους αποτελούνταν από τον επισμηναγό Δημήτρη Μπίνα, που ήταν ο κυβερνήτης, τον συγκυβερνήτη επισμηναγό Αντώνη Τζωρτζακάκη, τους ανθυπασπιστές Βασίλη Βαρελά και Μιχάλη Ρούσση και τον σμηναγό Σωκράτη Κάβουρα.
Η Πολεμική Αεροπορία διαβεβαίωσε τους συγγενείς των 63 νεκρών ότι ο θάνατός τους ήταν ακαριαίος, ωστόσο μέλη σωστικών συνεργείων και συγγενείς που έφτασαν στο σημείο έκαναν λόγο για επιζώντες, οι οποίοι προσπάθησαν -ματαια- να επιβιώσουν.   Ξαφνικά κι ενώ το αεροσκάφος βρισκόταν περίπου 38 χιλιόμετρα από την Αγχίαλο, χάθηκε από το ραντάρ. Ο κυβερνήτης μέχρι την εξαφάνιση δεν είχε αναφέρει κανένα πρόβλημα, ενώ η τελευταία επαφή με τον πύργο ελέγχου της 111 ΠΜ ήταν στις 12.55 μ.μ. όταν το αεροσκάφος ζήτησε άδεια προσγείωσης. Λόγω της κακοκαιρίας και της ομίχλης που επικρατούσε, η διαδικασία προσγείωσης θα γινόταν δια οργάνων. Ο ελεγκτής στον πύργο ελέγου προσπαθεί να επικοινωνήσει με το C130, χωρίς ωστόσο κάποιο αποτέλεσμα.   Η κινητοποίηση είναι άμεση και η επιχείρηση, γιγαντιαία. Στη διάσωση από αέρα θα λάβουν μέρος 8 F-16 ενώ λίγο αργότερα κινητοποιήθηκαν 2 C-130, 2 πυροσβεστικά CL-215. Στη μάχη ρίχτηκαν και 2 Σινούκ, ελικόπτερα του Ναυτικού και αεροσκάφη ναυτικής συνεργασίας P-3C Οράιον κι 1 S-3 Βάικινγκ.

Παράλληλα μεγάλες δυνάμεις καταδρομών και πεζοναυτών άρχισαν να «χτενίζουν» τα πιθανά σημεία πτώσης του αεροσκάφους, ψάχνοντας κυρίως πάνω από τη νοητή γραμμή της πορείας που θα έπρεπε να είχε ακολουθήσει.     Χρειάστηκαν τρεις ημέρες έρευνας, και το πρωί της Παρασκευής 8 Φεβρουαρίου ένας κυβερνήτης στρατιωτικού ελικοπτέρου που συμμετείχε στις έρευνες, αναγνωρίζει τα συντρίμμια του C-130 στην κορυφή Τσατάλι του όρους Όθρυς σε υψόμετρο 1.520μ. Η περιοχή αποκλείστηκε αμέσως από πεζοναύτες και καταδρομείς, ενώ απαγορεύτηκε αυστηρά στους δημοσιογράφους να πλησιάσουν τα συντρίμμια του αεροσκάφους και να τραβήξουν φωτογραφίες. Ύστερα από λίγο, ελικόπτερα Σινούκ έφτασαν στον τόπο της τραγωδίας και αφού σήκωσαν βιαστικά μέρη από το κατεστραμμένο αεροπλάνο μαζί με κάποια κιβώτια αγνώστου μέχρι σήμερα περιεχομένου, άρχισαν σιγά σιγά να μεταφέρουν τους νεκρούς, των οποίων η περισυλλογή γινόταν χωρίς την παρουσία ιατροδικαστών.

Η Πολεμική Αεροπορία διαβεβαίωσε τους συγγενείς των 63 νεκρών ότι ο θάνατός τους ήταν ακαριαίος, ωστόσο μέλη σωστικών συνεργείων και συγγενείς που έφτασαν στο σημείο έκαναν λόγο για επιζώντες, οι οποίοι προσπάθησαν -ματαια- να επιβιώσουν. Η άποψη αυτή ενισχύεται από τη θέση στην οποία βρέθηκαν ορισμένοι σμηνίτες αλλά και λόγω των εξτρά ρούχων που φορούσαν.

Στις 4 Νοεμβρίου 1994 στο Αεροδικείο Αθηνών εκδικάζεται η υπόθεση με μοναδικό κατηγορούμενο – για παράβαση στρατιωτικού καθήκοντος εν καιρώ μερικής επιστράτευσης, για ανθρωποκτονία κατά συρροήν και εξ αμελείας και για καταστροφή αεροπλάνου – τον επισμηναγό Στέφανο Τίγκα. Μετά από μερικές εβδομάδες το Αεροδικείο επέβαλε στον – απόστρατο πλέον – επισμηναγό, φυλάκιση δύο ετών με τριετή αναστολή.   Λίγο πριν τη δίκη, ο ελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας είχε αναφέρει μεταξύ άλλων : «Τα C-130 είναι από τα πιο ασφαλή αεροσκάφη στον κόσμο και είναι αδύνατον να χαθούν ή να πέσουν.Σε εκείνο το ατύχημα πλησιάζει ο πιλότος από τη θαλάσσα κι ενώ βρίσκεται ήδη στα 4.000 πόδια ζητεί να κάνει κάθοδο για να προσγειωθεί. Η απάντησή μου είναι να κάνει LOW TACAN, μια εγκεκριμένη από τους νόμους διαδικασία. Από εκεί και μετά αυτός έρχεται με 63 μοίρες λάθος πορεία…Δεν θέλω να πω ότι ο πιλότος δεν ήταν ικανός αλλά είχε δύο εγκαταλείψεις. Γνώριζε πολύ καλά την περιοχή λόγω του ότι ήταν πιλότος παλιά στα F-5, αλλά δεν μπορώ να εξηγήσω τη μεγάλη απόκλιση του αεροσκάφους.»   Στις 19 Ιανουαρίου 1996 η υπόθεση εκδικάζεται στο Διαρκές Αναθεωρητικό Αεροδικείο όπου ο Στέφανος Τίγκας κρίνεται ομόφωνα αθώος με τους συγγενείς των θυμάτων να κάνουν λόγο για «δίκη-παρωδία» κατηγορώντας το Γενικό Επιτελείο Αεροπορίας για απόκρυψη σημαντικών εγγράφων με σκοπό να κλείσουν οριστικά την υπόθεση.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το